ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ
ΠΑΤΡΩΝ
Αριθ. Απόφασης :
163
Ετος :
2024
Περίληψη
Σύμβαση δανείου - Παραγραφή.
Ο χρόνος παραγραφής των τόκων και των χρεολύτρων είναι πενταετής και αρχίζει με τη λήξη του έτους, εντός του οποίου γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη.
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 163/2024
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Κυριακή Καραδήμου και τη Γραμματέα Σταυρούλα Δαμασκοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 07-02-2024 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας : ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, ., Α.Φ.Μ.: ., εκπροσωπείται νόμιμα και προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 § 1 εδαφ. α’ ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο § 2 Ν. 4335/2015 δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της, Α.Ζ., δεν παρέστη στο ακροατήριο και προσκόμισε το με αριθμό Δ.Σ.ΑΘ. Π./2023 γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής.
Των εναγόμενων: 1) ., κατοίκου Βραχναιϊκων Πατρών, ΑΦΜ . που προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 § 1 εδαφ. α’ ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο § 2 Ν. 4335/2015 δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της, Βασιλικής Ντερέκη, η οποία παρέστη στο ακροατήριο και προσκόμισε το με αριθμό Δ.Σ.Π. Α./14-07-2023 γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής) και 2) ., κατοίκου ομοίως, η οποία έχει αποβιώσει.
Η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 28-12-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ./17-03-2023 αγωγή της, η συζήτηση της οποίας μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με τη με αριθμό ./18-09-2023 πράξη ορισμού δικασίμου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά του σχετικού πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με την § 2 του άρθρου 215 ΚΠολΔ, όπως ισχύει «στην περίπτωση του άρθρου 237 η αγωγή επιδίδεται στον εναγόμενο μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της και αν αυτός ή κάποιος από τους ομοδίκους διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών. Αν η αγωγή δεν επιδοθεί μέσα στην προθεσμία αυτή, θεωρείται ως μη ασκηθείσα». Συνεπώς, η μη επίδοση της αγωγής δεν αναπληρώνεται πλέον από την αναντίλεκτη συμμετοχή του εναγομένου στη διαδικασία, εάν αυτός λ.χ. καταθέσει προτάσεις ενώ δεν έχει κληθεί. Επομένως, η προθεσμία επιδόσεως της αγωγής, η οποία μέχρι το Ν. 4335/2015 ήταν προθεσμία προπαρασκευαστική (228-229 ΚΠολΔ), καθίσταται πλέον προθεσμία ενεργείας (οράτε X. Απαλαγάκη σε «Συστηματική παρουσίαση των τροποποιήσεων του ΚΠολΔ από το Ν. 4335/2015», 2016, σ. 13 επ.). Από την επισκόπηση της δικογραφίας δεν προέκυψε επίδοση της αγωγής στη δεύτερη εναγόμενη, αλλά η επίδοση ματαιώθηκε λόγω θανάτου της (οράτε τη με αριθμό ./20-04-2023 έκθεση ματαίωσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πατρών .). Συνεπώς η ένδικη αγωγή ως προς αυτήν θεωρείται ως μη ασκηθείσα.
Οι αξιώσεις από δάνειο υπόκεινται στη γενική εικοσαετή παραγραφή της διάταξης του άρθρου 249 ΑΚ. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 250 περ. 15 και 253 ΑΚ, ο χρόνος παραγραφής των τόκων και των χρεολύτρων είναι πενταετής και αρχίζει με τη λήξη του έτους, εντός του οποίου γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. Όταν ο δανειστής έχει το δικαίωμα σύμφωνα με τους όρους της δανειακής σύμβασης, να την καταγγείλει πρόωρα, αν δεν πληρωθούν οι δόσεις, τότε όλες οι οφειλόμενες περιοδικές δόσεις του δανείου, που αφορούν χρεόλυτρο ή τοκοχρεόλυτρο ή τόκο γίνονται απαιτητές. Με την καταγγελία, η σύμβαση του δανείου λύεται κι επομένως ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος που παρέχει στο δανειστή το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολόκληρου του οφειλόμενου κεφαλαίου, καθώς και τους τόκους υπερημερίας από την καταγγελία. Το δάνειο συνεπώς είναι τοκοχρεωλυτικό, με την έννοια ότι έχει συνομολογηθεί η εξόφλησή του με την καταβολή είτε χρεολύτρων και τόκων χωριστά, είτε ενιαίων τοκοχρεωλύτρων, υπό την αίρεση της εμπρόθεσμης και προσήκουσας καταβολής των δόσεων. Μόνον όταν η αίρεση πληρωθεί και καταγγελθεί το δάνειο δεν οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε ανεξόφλητο κεφάλαιο και η αξίωση του δανειστή προς απόδοση του δανείου υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή, ενώ αν δεν γίνει καταγγελία, η αξίωση των περιοδικών δόσεων, αφού αυτές διατηρούν την αυθυπαρξία τους, υπόκειται στην πενταετή παραγραφή, (ενδ. ΑΠ 1203/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Με την κρινόμενη αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι δυνάμει της υπ' αριθμ. ./26-07-2000 σύμβασης δανείου που καταρτίσθηκε στην Πάτρα μεταξύ της ιδίας και του εναγόμενου ως οφειλέτη και της εναγόμενης ως εγγυήτριας, χορήγησε στον τελευταίο με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου δάνειο ποσού 10.905.300 δραχμών και επιπλέον το ποσό των 4.673.700 δραχμών ως κρατική αρωγή, με σκοπό την ανακατασκευή οικίας προς αποκατάσταση ζημιών από σεισμό. Ότι το δάνειο θα εξοφλείτο με την πληρωμή είκοσι επτά (27) συνεχών εξαμηνιαίων χρεωλυτικών δόσεων, με την πρώτη δόση καταβλητέα στις 15-06-2002 και τις επόμενες συνεχείς δόσεις καταβλητέες στις 15-06 και 15-12 εκάστου έτους, την δε τελευταία δόση καταβλητέα στις 15-12-2015. Ότι σε περίπτωση καθυστερήσεως πληρωμής οποιοσδήποτε δόσης ή και μέρους αυτής, ο δανειζόμενος όφειλε στην τράπεζα για τα καθυστερούμενα ποσά τόκο υπερημερίας, ο οποίος ορίζεται σε τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες μεγαλύτερος του επιτοκίου του άρθρου 2 της σύμβασης, καθώς και τόκους επί των καθυστερούμενων τόκων υπερημερίας, που θα τον βαρύνουν από την ημέρα καθυστέρησης, άνευ ειδοποιήσεώς του. Ότι για τη λογιστική εξυπηρέτηση της σύμβασης ανοίχθηκε και τηρήθηκε ο με αριθμό . λογαριασμός. Ότι ο δανειζόμενος, σε περίπτωση ολικής ή μερικής καθυστέρησης οποιασδήποτε δόσης οφείλει στην ενάγουσα από την ημέρα της καθυστέρησης, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ειδοποίησή του επί των καθυστερούμενων ποσών, τόκο υπερημερίας κατά τα ανωτέρω. Ότι οι εναγόμενοι κατέστησαν υπερήμεροι ως προς την καταβολή όλων των δόσεων του δανείου και ο ως άνω λογαριασμός, χρεωθείς με τόκους και έξοδα και πιστωθείς με καταβολές, εμφάνιζε έως τις 31-10-2022 συνολικό υπόλοιπο ληξιπρόθεσμων οφειλών ποσού 15.560,79 ευρώ, όπως προκύπτει από το από 29-11-2022 ακριβές απόσπασμα κίνησης του λογαριασμού που εξήχθη με εκτύπωση από τα τηρούμενα ηλεκτρονικώς εμπορικά βιβλία της τράπεζας. Με βάση τα ανωτέρω, η ενάγουσα ζητά, όπως, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το ποσό των 15.560,79 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη επίδοσης της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως και όπως καταδικασθούν στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, για τη συζήτηση της οποίας καταβλήθηκε το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (οράτε το e-παράβολο με κωδικό . και την από 24-05-2023 πληρωμή αυτού) και επιπλέον προσκομίσθηκε το έντυπο για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση κατ’ άρθρο 3 § 2 Ν. 4690/2019 (οράτε το από 10-03-2023 έντυπο), αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 14 § 1α, 22 ΚΠολΔ) αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του δικαστηρίου κατά τις διατάξεις της τακτικής διαδικασίας (άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από την § 2 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 Ν. 4335/2015) και ειδικότερα: i) η υπό κρίση αγωγή έχει επιδοθεί στον πρώτο εναγόμενο κατά τη διάταξη του άρθρου 215 § 2 ΚΠολΔ εντός της νόμιμης προθεσμίας (οράτε τη με αριθμό ./05-04-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πατρών . σε συνδυασμό με την ημερομηνία κατάθεσης της αγωγής), ii) έχουν κατατεθεί από αμφότερα τα διάδικα μέρη τα έγγραφα πληρεξουσιότητας της διάταξης του άρθρου 96 ΚΠολΔ (οράτε το με αριθμό ./19-10-2021 μεταπληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Αθηνών, . και την από 10-07- 2023 εξουσιοδότηση του εναγόμενου προς την πληρεξούσια δικηγόρο του) και iii) έχουν κατατεθεί από αμφότερα τα διάδικα μέρη, προτάσεις, με όλα τα αποδεικτικά τους μέσα και διαδικαστικά έγγραφα εντός της νόμιμης προθεσμίας από την ημέρα κατάθεσης της αγωγής (άρθρο 237 § 1, όπως αντικαταστάθηκε από την § 2 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 Ν. 4335/2015). Περαιτέρω η αγωγή είναι αρκούντως ορισμένη, διότι περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα κατά νόμο στοιχεία και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 346, 806 επ. ΑΚ και 176, 907 § 1, 908 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και από ουσιαστική άποψη.
Ο πρώτος εναγόμενος με τις εμπρόθεσμες προτάσεις του πρότεινε τις εξής ενστάσεις: 1) ένσταση αοριστίας της αγωγής, η οποία πρόκειται για άρνηση της συνδρομής κρίσιμης διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης και τυγχάνει απορριπτέα, διότι η αγωγή περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα για την εξέτασή της στοιχεία, 2) ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος, η οποία προβάλλεται παραδεκτά, τυγχάνει, όμως, μη νόμιμη, καθώς και αληθή υποτιθέμενα τα διαλαμβανόμενα σε αυτή περιστατικά, δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος κατά το άρθρο 281 ΑΚ και 3) ένσταση παραγραφής των αξιώσεων της ενάγουσας, καθόσον παρήλθαν πέντε έτη από τη λήξη του έτους εντός του οποίου κατέστησαν ληξιπρόθεσμες οι οφειλόμενες δόσεις, όπως αναλυτικά για έκαστη δόση περιγράφεται στο δικόγραφο, αφού η ενάγουσα δεν κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση, με συνέπεια τη μη επιμήκυνση της παραγραφής σε εικοσαετία, η οποία είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 806, 250 αρ. 15 και 253 ΑΚ, σύμφωνα με τις οποίες ο χρόνος παραγραφής των τόκων και των χρεωλύτρων είναι πενταετής και αρχίζει με τη λήξη του έτους εντός του οποίου γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από το σύνολο των εγγράφων που προσκομίζονται μεθ’ επικλήσεως από τους διαδίκους, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 4 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραληφθεί κάποιο εξ αυτών κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τη με αριθμ. πρωτ. ΔΣΑ_ΕΒ_./17-05-2023 ένορκη βεβαίωση του . ενώπιον της δικηγόρου Αθηνών Γεωργίας Τσουκαλά (άρθρο 74 § 6 Ν. 4690/2020) που ελήφθη μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του πρώτου εναγόμενου δυνάμει της με αριθμ. .Η'/08-05-2023 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών με έδρα το Πρωτοδικείο Πατρών ., από τις τυχόν ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων (άρθρα 261 και 352 ΚΠολΔ), από τα διδάγματα της κοινής πείρας, καθώς κι από την εν γένει διαδικασία αποδεικνύονται τα εξής πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει της με αριθμό ./26-07-2000 σύμβασης δανείου που καταρτίσθηκε στην Πάτρα, η ενάγουσα χορήγησε στον εναγόμενο δάνειο ποσού 10.905.300 δραχμών και επιπλέον ποσό 4.673.700 δραχμών ως κρατική αρωγή, αποκλειστικά για την ανακατασκευή οικίας προς αποκατάσταση ζημιών λόγω σεισμού με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Περαιτέρω συμφωνήθηκε ότι η εξόφληση του δανείου θα γινόταν σε είκοσι επτά (27) ισόποσες συνεχείς εξαμηνιαίες χρεολυτικές δόσεις καταβαλλόμενων η πρώτη δόση την 154-6-2002, οι επόμενες συνεχείς δόσεις την 154-06 και 154- 12 εκάστου έτους και η τελευταία την 154-12-2015 με συμβατικό επιτόκιο υπολογιζόμενο τοκαριθμικώς επί του εκάστοτε επιτοκίου που ισχύει για τα αντίστοιχα δάνεια, το οποίο θα καλύπτεται εξ ολοκλήρου από το λογαριασμό του Ν. 128/75 σύμφωνα με τις 1387/ΤΣΕΠ και 32/11-08-1993 υπουργικές αποφάσεις. Σύμφωνα με ρητό όρο της σύμβασης (άρθρο 11) σε περίπτωση καθυστέρησης εν όλω ή εν μέρει πληρωμής οποιοσδήποτε δόσης του δανείου, ο δανειολήπτης θα καθίσταται υπερήμερος και θα οφείλει στην τράπεζα για τα καθυστερούμενα ποσά τον εκάστοτε τόκο προς επιτόκιο υπερημερίας που συνομολογείται κατά τρεις (3) ακέραιες ποσοστιαίες μονάδες ανώτερες του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου, υπολογιζόμενου από την ημέρα καθυστέρησης, άνευ άλλης ειδοποιήσεως του δανειζόμενου. Σε αυτή δε την περίπτωση, καθώς και σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής τόκου και των λοιπών επιβαρύνσεων η τράπεζα δικαιούται είτε να επιδιώξει την είσπραξη των καθυστερούμενων ποσών είτε, αφού καταγγείλει τη δανειακή σύμβαση, να κηρύξει ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ολόκληρο το οφειλόμενο ανεξόφλητο ποσό του κεφαλαίου με τους τόκους υπερημερίας και τις λοιπές επιβαρύνσεις και να επιδιώξει την είσπραξή του. Για τη λογιστική εξυπηρέτηση της σύμβασης τηρήθηκε ο με αριθμό . λογαριασμός, σύμφωνα δε με την κίνησή του, από την ημέρα ενεργοποίησης του λογαριασμού στις 26-09-2000 μέχρι στις 15-03-2016, όπου αναφέρεται η αιτιολογία «βεβαίωση Δ.Ο.Υ.» διενεργείται η μεταφορά των ληξιπρόθεσμων κονδυλίων από τον ανωτέρω λογαριασμό εξυπηρέτησης του δανείου στον με αριθμό 720/000210-05 λογαριασμό παρακολούθησης των απαιτήσεων κατά του Ελληνικού Δημοσίου, προκειμένου να ακολουθήσει υποβολή αιτήματος της ενάγουσας για βεβαίωση και πληρωμή των εγγυημένων ποσών από το Ελληνικό Δημόσιο. Από το δε από 29-11-2022 εξαχθέν απόσπασμα κίνησης λογαριασμού από τα μηχανογραφικώς τηρούμενα εμπορικά βιβλία της τράπεζας προκύπτει ότι ο πρώτος εναγόμενος κατέστη υπερήμερος ως προς την καταβολή δόσεων του δανείου και ο λογαριασμός εμφάνιζε έως τις 31-10-2022 συνολικό υπόλοιπο ληξιπρόθεσμων οφειλών ποσού 15.560,79 ευρώ, εκ των οποίων ποσό 15.014,21 ευρώ τα ληξιπρόθεσμα χρεολύσια, 545,40 ευρώ οι τόκοι υπερημερίας και 1,18 ευρώ τα έξοδα. Πλην όμως, η ενάγουσα δεν προχώρησε σε καταγγελία της δανειακής σύμβασης που θα επέφερε ως συνέπεια την κήρυξη και του άληκτου κεφαλαίου της ως ληξιπρόθεσμου και απαιτητού και επομένως τη συνακόλουθη οφειλή ολόκληρου του ανεξόφλητου κεφαλαίου του, οπότε η αξίωση της ενάγουσας θα υπόκειτο στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή (ΑΚ 249). Αντιθέτως, στην ένδικη περίπτωση, εφόσον δεν αποδεικνύεται καταγγελία της δανειακής σύμβασης, την οποία άλλωστε ουδόλως εκθέτει η ενάγουσα στο ένδικο δικόγραφό της, ούτε δια των προτάσεών της προσκομίζεται μεθ’ επικλήσεως σχετικό έγγραφο, οι περιοδικές χρεολυτικές δόσεις διατηρούν την αυθυπαρξία τους και υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 περ. 15, σύμφωνα και με όσα ελέχθησαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Εν προκειμένω όλες οι τοκοχρεωλυτικές δόσεις που έπρεπε να καταβληθούν σύμφωνα με τη σχετική δανειακή σύμβαση η πρώτη στις 15-06-2002 και η τελευταία στις 15-12-2015 έχουν υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 περ. 15 ΑΚ που συμπληρώθηκε για την πρώτη δόση στις 31-12-2007 και για την τελευταία εντός του έτους 2021, συνυπολογιζόμενων των χρονικών διαστημάτων από 13-03-2020 έως και 30- 05-2020, καθώς και από 07-11-2020 έως και 05-04-2021, για τα οποία ανεστάλησαν όλες οι νόμιμες προθεσμίες, μεταξύ των οποίων και η παραγραφή των σχετικών αξιώσεων στο πλαίσιο των έκτακτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 στο σύνολο της Επικράτειας. Σε κάθε περίπτωση η ένδικη αγωγή ασκήθηκε στις 05-04-2023, οπότε όλες οι περιοδικές τοκοχρεωλυτικές δόσεις του δανείου υπάγονται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 περ. 15 ΑΚ, πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτή η προβληθείσα ένσταση και να απορριφθεί η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη.
Κατόπιν των ανωτέρω η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, ενώ τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου πρέπει να επιβληθούν εις βάρος της ενάγουσας, λόγω της ήττας της, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Θεωρεί την αγωγή ως μη ασκηθείσα ως προς την εναγόμενη.
Δικάζει κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Απορρίπτει την αγωγή.
Επιβάλλει εις βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου, τα οποία ορίζει στο ποσό των εκατόν εβδομήντα (170,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Πάτρα σε έκτακτη και δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση στις 3-04-2024 απουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Πρόεδρος :
Κυριακή Καραδήμου
Δικηγόροι :
Α. Ζ., Βασιλική Ντερέκη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου