πηγή : Άρειος Πάγος
Αριθμός 567/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα - Εισηγητή, Ερωτόκριτο Ερωτοκρίτου και Γρηγόριο Κουτσοκώστα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 7 Μαρτίου 2018, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Αικατερίνης Αναγνωστοπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αιτούντος Χ. Τ. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως, χωρίς να έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, για επανεξέταση παραλειφθέντων λόγων αναίρεσης που δεν εξέτασε η απόφαση 1880/2017 του Αρείου Πάγου, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 13208/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αιτών με την από 20 Ιανουαρίου 2018 αίτησή του, που κατατέθηκε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στις 24 Ιανουαρίου 2018 και τους από 10 Φεβρουαρίου 2018 πρόσθετους λόγους αυτής, ζητεί την επανεξέταση παραλειφθέντων λόγων αναίρεσης που δεν εξέτασε η υπ’ αριθ.1880/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου, για αναίρεση της 13208/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, τα οποία καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ...18.
Αφού άκουσε
Την Αντεισαγγελέα που πρότεινε να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη η προκείμενη αίτηση.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 513 παρ.1 εδ. γ’ του Κ.Ποιν.Δ., που αναφέρεται στη διαδικασία συζητήσεως της αναιρέσεως στον Άρειο Πάγο, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους λοιπούς διαδίκους στο ακροατήριο του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Η κλήση αυτή γίνεται με επίδοση σύμφωνα με τα άρθρα 155-161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166, ενώ, κατά την παρ. 3 εδ. α’ του ίδιου άρθρου, οι διάδικοι παρίστανται στη συζήτηση με συνήγορο. Δηλαδή, ο αναιρεσείων κατηγορούμενος παρίσταται στη συζήτηση με συνήγορο, ο οποίος διορίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 96 περ. α’ του ίδιου Κώδικα, με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά της συνεδριάσεως ή εκπροσωπείται από συνήγορο, που έχει διοριστεί με έγγραφη δήλωση κατά τις διατυπώσεις του άρθρου 42 παρ. 2 εδ. β’ και γ’ του Κ.Ποιν.Δ.. Ο διορισμός παρέχει στο συνήγορο την εξουσία να εκπροσωπεί το διάδικο σε όλες τις διαδικαστικές πράξεις που αφορούν τη συγκεκριμένη ποινική υπόθεση, εκτός αν η πληρεξουσιότητα παρέχεται για ορισμένες μόνον από τις πράξεις αυτές. Τέλος, όπως προκύπτει από το άρθρο 514 εδ. α’ του Κ.Ποιν.Δ., αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως ο αναιρεσείων δεν παρασταθεί με συνήγορο ή δεν εκπροσωπηθεί από συνήγορο, νομίμως εξουσιοδοτημένο προς τούτο, ή αν παρασταθεί αυτοπροσώπως, χωρίς ο ίδιος να έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, γραμμένου σε οιοδήποτε Δικηγορικό Σύλλογο της χώρας ή άλλης χώρας της Ε.Ε., θεωρείται μη προσήκουσα η παράστασή του και ως μη εμφανιζόμενος και, εφόσον αυτός κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, η αίτησή του απορρίπτεται λόγω μη εμφανίσεώς του κατά τη συζήτησή της. Τα ίδια ισχύουν, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και όταν ο αναιρεσείων ζητεί, με νέα αίτησή του ενώπιον του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, την εξέταση αναιρετικού λόγου, τον οποίο είχε προβάλει αυτός με προηγούμενη αίτηση αναιρέσεως αλλά ο Άρειος Πάγος παρέλειψε, από παραδρομή, να ερευνήσει, αφού δεν πρόκειται για περίπτωση από τις οριζόμενες στο εδαφ.δ’ (στοιχ.α’ και β’ ) του άνω άρθρου 514 ΚΠοινΔ (παράθεση εφαρμοσθέντος άρθρου του ποινικού νόμου ή εφαρμογή νέου επιεικέστερου για τον κατηγορούμενο νόμου), κατά τις οποίες και μόνον ο Άρειος Πάγος ενεργεί αυτεπαγγέλτως ακόμη και αν δεν εμφανιστεί (προσηκόντως) ο αναιρεσείων. Εξάλλου, αυτεπάγγελτος ή κατόπιν αιτήσεως διορισμός συνηγόρου στον αναιρεσείοντα που εμφανίστηκε αυτοπροσώπως στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου και αν ακόμη αφορά η υπόθεση κακούργημα, για οιοδήποτε λόγο, όπως λόγω οικονομικής αδυναμίας του αναιρεσείοντος να διορίσει δικηγόρο της αρεσκείας του, δεν προβλέπεται στην ακυρωτική διαδικασία στον Άρειο Πάγο, ούτε παραβιάζεται το άρθρο 6 παρ. 3 της ΕΣΔΑ ή το άρθρο 20 Συντάγματος εκ του μη αυτεπάγγελτου διορισμού συνηγόρου και εκ του ότι δεν επιτρέπεται αυτοπρόσωπη εμφάνιση και παράσταση από αναιρεσείοντα κατηγορούμενο μη δικηγόρο, διότι στον Άρειο Πάγο εξετάζονται μόνο νομικά ζητήματα και όχι η ουσία των υποθέσεων. Άλλωστε, έχει θεσμοθετηθεί από την Ελληνική πολιτεία, στο πλαίσιο των αρχών της ΕΣΔΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 6 και 7 του Ν. 3226/2004, διαδικασία διορισμού συνηγόρου και στον Άρειο Πάγο, προ της δικασίμου και όχι επί της έδρας, από κατάσταση του Δικηγορικού Συλλόγου, κατόπιν απλής, χωρίς τη μεσολάβηση δικηγόρου, αιτήσεως του ενδιαφερομένου αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, απευθυνόμενης προς τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, για πολίτες χαμηλού εισοδήματος, που δεν διαθέτουν τα μέσα να πληρώσουν συνήγορο για να παραστούν στον Άρειο Πάγο, υποβαλλόμενη 15 ημέρες προ της δίκης, αν έχουν καταδικασθεί με ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον 12 μηνών. Έτσι, η ως άνω επιβαλλόμενη από τον νομοθέτη υποχρέωση του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου να παρίσταται στον Άρειο Πάγο μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου δεν είναι υπέρμετρη, διασφαλίζει την ορθή λειτουργία της δικαιοσύνης στο ανώτατο αυτό επίπεδο αναιρετικού ελέγχου των αποφάσεων και δεν παρεμποδίζει την ελεύθερη πρόσβαση του κατηγορουμένου στον Άρειο Πάγο (βλ. και Ολ. Α.Π. 2/2008) και, ως εκ τούτου, δεν αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 3 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), οι οποίες εξασφαλίζουν σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, η δε τελευταία και το συνακόλουθο δικαίωμα να δικάζεται τούτο δίκαια, δημόσια και αμερόληπτα, αφού από τις τελευταίες υπερνομοθετικές διατάξεις δεν κωλύεται ο κοινός νομοθέτης να θέτει όρους και περιορισμούς, υπό τους οποίους ασκείται το υπό των διατάξεων αυτών κατοχυρούμενο δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας, αρκεί οι περιορισμοί αυτοί να μην περιστέλλουν την δυνατότητα προσφυγής στα δικαστήρια, με τέτοιο τρόπο ή σε τέτοιο βαθμό, ώστε το άνω δικαίωμα να προσβάλλεται στον ίδιο τον πυρήνα του. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το υπό ημερομηνία 6 Φεβρουαρίου 2018 αποδεικτικό επιδόσεως προς τον αναιρεσείοντα του επιμελητή δικαστηρίων της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου Λ. Χ., ο αναιρεσείων κλητεύθηκε από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με την υπ’ αριθ. ...2-2018 κλήση της, νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 155 παρ. 1 εδ. α’ και 166 του Κ.Ποιν.Δ., για να εμφανισθεί προσηκόντως στη συνεδρίαση που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής κατά τη συζήτηση της από 20-1-2018, εγχειρισθείσας στις 24-1-2018 στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, αιτήσεώς του προς επανεξέταση παραλειφθέντων λόγων αναιρέσεως που, κατά τους ισχυρισμούς του, δεν εξέτασε η υπ’ αριθ. 1880/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου, πλην όμως αυτός δεν εμφανίστηκε προσηκόντως μετά δικηγόρου κατ’ αυτήν και την εκφώνηση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Κατά συνέπεια, αφού ο αιτών - αναιρεσείων δεν εμφανίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου μετά ή διά συνηγόρου και ο ίδιος δεν έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, η ως άνω αίτησή του περί επανεξετάσεως λόγων αναιρέσεως, που δεν εξέτασε η υπ’ αριθ. 1880/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου, καθώς και οι από 10-2-2018 πρόσθετοι λόγοι αυτής, πρέπει να απορριφθούν, λόγω μη προσήκουσας παραστάσεώς του και μη εμφανίσεώς του προσηκόντως κατά τη συζήτησή τους και να επιβληθούν σ’ αυτόν τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 583 παρ.1 Κ.Ποιν.Δ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την εγχειρισθείσα στις 24-1-2018 στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου από 20-1-2018 αίτηση του αναιρεσείοντος Χ. Τ. του Α., κατοίκου ..., προς επανεξέταση παραλειφθέντων λόγων αναιρέσεως που δεν εξέτασε η υπ’ αριθ. 1880/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου, καθώς κα τους από 10-2-2018 πρόσθετους λόγους αυτής, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 13208/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και Επιβάλλει στον αιτούντα αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας από διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαρτίου 2018.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Μαρτίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου