N.4375 Οργάνωση και λειτουργία Υπηρεσίας Ασύλου, Αρχής Προσφυγών, Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης σύσταση Γενικής Γραμματείας Υποδοχής
ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 4375
Οργάνωση και λειτουργία Υπηρεσίας Ασύλου, Αρχής Προσφυγών, Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης σύσταση Γενικής Γραμματείας Υποδοχής, προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τις κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση)» (L 180/29.6.2013), διατάξεις για την εργασία δικαιούχων διεθνούς προστασίας και άλλες διατάξεις.
ΦΕΚ Α' 51/3-4-2016
Οργάνωση και λειτουργία Υπηρεσίας Ασύλου, Αρχής
Προσφυγών, Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης σύσταση Γενικής Γραμματείας
Υποδοχής, προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας
2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τις
κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς
προστασίας (αναδιατύπωση)» (L 180/29.6.2013), διατάξεις για την εργασία
δικαιούχων διεθνούς προστασίας και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον
ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΥΛΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗ
ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Άρθρο 1
Ίδρυση − Αποστολή − Συγκρότηση
1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης λειτουργεί αυτοτελής υπηρεσία, με τίτλο «Υπηρεσία Ασύλου», όπως
η υπηρεσία αυτή έχει συσταθεί από το άρθρο 1 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7), η οποία
υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και
έχει τοπική αρμοδιότητα που εκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. Η Υπηρεσία
λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και έχει ως αποστολή την εφαρμογή της
νομοθεσίας περί ασύλου και των λοιπών μορφών διεθνούς προστασίας των αλλοδαπών
και ανιθαγενών, καθώς και τη συμβολή στο σχεδιασμό και τη διαμόρφωση της
εθνικής πολιτικής ασύλου. Η Υπηρεσία Ασύλου επίσης είναι αρμόδια για την
εφαρμογή της Σύμβασης της Νέας Υόρκης της 28ης Σεπτεμβρίου 1954 περί της
νομικής καταστάσεως των ανιθαγενών.
2. Η Υπηρεσία Ασύλου, στο πλαίσιο της αποστολής της,
είναι αρμόδια ιδίως για:
α. την υποστήριξη του σχεδιασμού και της χάραξης της
πολιτικής της χώρας όσον αφορά στη χορήγηση ασύλου ή άλλων μορφών διεθνούς
προστασίας, καθώς και την παρακολούθηση και αξιολόγηση της υλοποίησης αυτής,
β. την παραλαβή και εξέταση αιτημάτων διεθνούς
προστασίας και την απόφανση επί αυτών σε πρώτο βαθμό,
γ. την ενημέρωση των αιτούντων διεθνή προστασία για τη
διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων, καθώς και για τα δικαιώματα και τις
υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο αυτής,
δ. τη συγκέντρωση και αξιολόγηση πληροφοριών σχετικά
με την οικονομική, κοινωνική και πολιτική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες
καταγωγής των αλλοδαπών και τη διαρκή παρακολούθηση των εξελίξεων στις χώρες
αυτές, σε συνεργασία με αρμόδιες για το σκοπό αυτόν άλλες ελληνικές αρχές ή
αρχές της αλλοδαπής, ιδίως στο πλαίσιο σχετικών διεθνών συμφωνιών,
ε. τον εφοδιασμό των αιτούντων διεθνή προστασία
αλλοδαπών, καθώς και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας με τα προβλεπόμενα από
την κείμενη νομοθεσία νομιμοποιητικά και ταξιδιωτικά έγγραφα,
στ. τη διεκπεραίωση των αιτήσεων οικογενειακής
επανένωσης προσφύγων,
ζ. τη διευκόλυνση των αιτούντων σε ό,τι αφορά στις
υλικές συνθήκες υποδοχής σε συνεργασία με άλλους συναρμόδιους φορείς,
η. την προετοιμασία νομοθετικών κειμένων και
διοικητικών πράξεων σε θέματα αρμοδιότητάς της,
θ. τη συνεργασία με κρατικούς φορείς, ανεξάρτητες
αρχές και μη κυβερνητικές οργανώσεις, όργανα και οργανισμούς της Ευρωπαϊκής
Ένωσης και διεθνείς οργανισμούς για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση της
αποστολής της,
ι. την κατάρτιση και υλοποίηση προγραμμάτων επανεγκατάστασης
προσφύγων από τρίτες χώρες, και ια. την υλοποίηση προγραμμάτων μετεγκατάστασης
αιτούντων διεθνή προστασία.
3. Η Υπηρεσία Ασύλου συγκροτείται από την Κεντρική
Υπηρεσία Ασύλου και τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Ασύλου. Οι Περιφερειακές
Υπηρεσίες Ασύλου περιλαμβάνουν τα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου και τα Αυτοτελή
Κλιμάκια Ασύλου και υπάγονται στην Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου. Η Κεντρική
Υπηρεσία προγραμματίζει, κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση των
Περιφερειακών Υπηρεσιών και εξασφαλίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την
άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
Συνιστώνται Περιφερειακά Γραφεία
Ασύλου στην Αττική, τη Θεσσαλονίκη, τη Θράκη, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη
Δυτική Ελλάδα, την Κρήτη, τη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο, τη Λέρο και τη Ρόδο.
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών
και Διοικητικής Ανασυγκρότησης δύναται να ιδρυθούν πλείονα του ενός
Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου στις ως άνω περιοχές, για την κάλυψη των αναγκών
της Υπηρεσίας Ασύλου.
Με απόφαση του Διευθυντή της
Υπηρεσίας Ασύλου είναι δυνατή η ίδρυση Αυτοτελών Κλιμακίων Ασύλου, των οποίων η
έδρα, η τοπική και η καθ’ ύλην αρμοδιότητα, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια θα
ορίζεται στην ως άνω απόφαση, προκειμένου να καλυφθούν αυξημένες ανάγκες, που
συνδέονται με την αποστολή της Υπηρεσίας.
Επιπλέον και προκειμένου να
αντιμετωπιστούν κατεπείγουσες ανάγκες με προσωρινό χαρακτήρα είναι δυνατή με
όμοια απόφαση, η σύσταση Κινητών Κλιμακίων Ασύλου, των οποίων η διάρθρωση, η
αποστολή, η στελέχωση και κάθε άλλη λεπτομέρεια θα ορίζονται με την ως άνω
απόφαση.
Η έναρξη λειτουργίας των
Περιφερειακών Γραφείων Ασύλου, καθώς και η έδρα τους καθορίζεται με απόφαση του
Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου.
4. Η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου διαρθρώνεται στα εξής
τμήματα:
α) Τμήμα Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Συνεργασίας: Παρακολουθεί
και μελετά τις εξελίξεις στον τομέα του ασύλου και των λοιπών μορφών διεθνούς
προστασίας, υποβάλλει προτάσεις για τις αναγκαίες τροποποιήσεις και βελτιώσεις
και μεριμνά για την εκπροσώπηση της χώρας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο
αναφορικά με τα ζητήματα αρμοδιότητας της Υπηρεσίας.
β) Νομικό Τμήμα: Προετοιμάζει και καταρτίζει τα
απαραίτητα σχέδια νομοθετικών και εν γένει κανονιστικών κειμένων και εγκυκλίων
και παρέχει νομική υποστήριξη στην Υπηρεσία για ζητήματα που άπτονται του
αντικειμένου της.
γ) Τμήμα Συντονισμού: Συντονίζει τις ενέργειες των
Περιφερειακών Υπηρεσιών Ασύλου και οργανώνει, συντονίζει και εποπτεύει τα
Κινητά Κλιμάκια Ασύλου. Μεριμνά για την επικοινωνία και συνεργασία με τις
Περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και με άλλες
υπηρεσίες του Δημοσίου, με ανεξάρτητες αρχές, καθώς και με φορείς της κοινωνίας
των πολιτών και νομικά πρόσωπα, τηρεί καταλόγους πιστοποιημένων φορέων,
διερμηνέων, καθώς και των δικηγόρων που παρέχουν νομική συνδρομή στους αιτούντες
διεθνή προστασία.
δ) Τμήμα Εθνικής Μονάδας Δουβλίνου: Μεριμνά για την
εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 604/ 2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 και κάθε άλλης συναφούς νομοθεσίας και
συνεργάζεται με τις συναρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες.
ε) Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού: Χειρίζεται θέματα
διορισμού, αποσπάσεων, μεταθέσεων, μετατάξεων, διαθεσιμοτήτων, προσόντων,
αξιολόγησης, προαγωγών, αδειών, πειθαρχικών υποθέσεων και κάθε άλλο θέμα που
αφορά το προσωπικό της Υπηρεσίας Ασύλου και μεριμνά για την έκδοση των σχετικών
διοικητικών πράξεων.
στ) Τμήμα Εκπαίδευσης, Διασφάλισης Ποιότητας και
Τεκμηρίωσης: Μεριμνά για την οργάνωση της εκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης
του προσωπικού της υπηρεσίας, για τη διασφάλιση της ποιότητας των παρεχόμενων
υπηρεσιών από τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Ασύλου, καθώς και για την αξιολόγηση
της ποιότητας των αποφάσεων διεθνούς προστασίας του Α΄ βαθμού. Αναζητά,
συλλέγει, αξιολογεί και τηρεί πληροφορίες σχετικά με την πολιτική, κοινωνική
και οικονομική κατάσταση στις χώρες προέλευσης των αιτούντων διεθνή προστασία
και προς τούτο συνεργάζεται με άλλες αρμόδιες ελληνικές αρχές, αρχές της
αλλοδαπής, ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς, ιδίως στο πλαίσιο διεθνών
συμφωνιών, συναρμόδιες αρχές κρατών − μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και με
την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο. Μεριμνά για την ποιότητα των
αποφάσεων διεθνούς προστασίας οι οποίες εκδίδονται καθ’ όλη τη διάρκεια της
διοικητικής διαδικασίας εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας και τηρεί
στατιστικά και άλλα στοιχεία των αποφάσεων διεθνούς προστασίας.
ζ) Τμήμα Οικονομικό: Συντάσσει και εκτελεί τον
προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Ασύλου. Μεριμνά για την κατάρτιση και έγκριση των
προμηθειών της Υπηρεσίας, καθώς και για το χειρισμό θεμάτων που αφορούν τις
αποδοχές, αποζημιώσεις και κάθε είδους αμοιβές του προσωπικού, τον ορισμό
δημοσίων υπολόγων, την κατανομή, ανακατανομή και έλεγχο της κίνησης της παγίας
προκαταβολής, καθώς και για κάθε άλλο σχετικό θέμα.
η) Τμήμα Διαχείρισης και Εφαρμογής Προγραμμάτων:
Υλοποιεί δράσεις με χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς, θεσμικούς ή άλλους πόρους
και έχει την επιτελική ευθύνη προγραμματισμού, διαχείρισης, αξιολόγησης και
υλοποίησης των προγραμμάτων αυτών. Το Τμήμα Διαχείρισης και Εφαρμογής
Προγραμμάτων διαρθρώνεται σε:
αα) Γραφείο Διαχείρισης, Προγραμματισμού, Αξιολόγησης
και Υποστήριξης και
ββ) Γραφείο Εφαρμογής Προγραμμάτων.
θ) Τμήμα Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης: Είναι
αρμόδιο για την εύρυθμη λειτουργία των κτιριακών εγκαταστάσεων της Υπηρεσίας
Ασύλου, συμπεριλαμβανομένης της εύρεσης και κατάλληλης διαμόρφωσής τους, την
επίβλεψη όλων των εργασιών συντήρησης, τη διαχείριση του υλικού, καθώς και για
την τήρηση του αρχείου. Υποστηρίζει γραμματειακά και διακινεί την αλληλογραφία
της Κεντρικής Υπηρεσίας Ασύλου. Μεριμνά για την ασφαλή προσέλευση και
διαχείριση των προσερχόμενων στην Υπηρεσία, εποπτεύει το αρμόδιο προσωπικό και
μεριμνά για την ασφάλεια των κτιρίων και εγκαταστάσεων της Υπηρεσίας.
ι) Τμήμα Πληροφορικής: Υποστηρίζει το σύστημα
μηχανοργάνωσης της Υπηρεσίας Ασύλου, μεριμνά για την κατάλληλη διασύνδεσή του
με αρχεία τηρούμενα από άλλες Υπηρεσίες του Δημοσίου ή άλλες αντίστοιχες αρχές
κρατών − μελών της Ε.Ε. στο πλαίσιο σχετικών συμφωνιών και είναι αρμόδιο για τη
συλλογή, επεξεργασία και τήρηση στατιστικών δεδομένων από τις Περιφερειακές
Υπηρεσίες Ασύλου και την Αρχή Προσφυγών.
5. Η Υπηρεσία Ασύλου ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την
έκδοση διαταγής εξουσιοδοτήσεως εθνικού διαβαθμισμένου υλικού για το προσωπικό
της Υπηρεσίας Ασύλου και ως υπεύθυνη διεύθυνση για θέματα ασφαλείας και
εφαρμογής του Εθνικού Κανονισμού Ασφαλείας (Ε.Κ.Α.) που αφορούν την Υπηρεσία
Ασύλου. Στην Υπηρεσία λειτουργεί Υπαρχείο σύμφωνα με τις διατάξεις του Ε.Κ.Α.
στο οποίο προΐσταται ο προϊστάμενος του Τμήματος Συντονισμού της Υπηρεσίας
Ασύλου.
Άρθρο 2 Στελέχωση
1. Στην Υπηρεσία Ασύλου συνιστάται θέση Διευθυντή. Ο
Διευθυντής διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος, με θητεία τριών ετών
που μπορεί να ανανεώνεται μία φορά για τρία ακόμη έτη. Ο Διευθυντής είναι
προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, με διοικητική
ικανότητα καθώς και εξειδίκευση ή/και εμπειρία στους τομείς διεθνούς προστασίας
ή των δικαιωμάτων του ανθρώπου ή του διεθνούς δικαίου. Ο Διευθυντής προΐσταται
της Υπηρεσίας Ασύλου και ελέγχεται από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, ενώ μπορεί να παύεται πριν τη λήξη της θητείας του, είτε
κατόπιν παραίτησής του, είτε λόγω αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων του ή για
άλλο σοβαρό λόγο που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων του. Οι αποδοχές του
Διευθυντή καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης και Οικονομικών. Σε περίπτωση που διοριστεί δικηγόρος στη θέση
του Διευθυντή αναστέλλεται η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος. Κατά τη
διάρκεια της θητείας του αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε άλλου δημοσίου
λειτουργήματος και δεν επιτρέπεται η άσκηση καμίας επαγγελματικής
δραστηριότητας ή η ανάληψη άλλων αμειβόμενων καθηκόντων, στο δημόσιο ή στον
ιδιωτικό τομέα ή η ανάληψη άλλων μη αμειβόμενων καθηκόντων, σε αντικείμενο
συναφές με τα καθήκοντά του ως Διευθυντή. Ο Διευθυντής υποστηρίζεται από
Γραμματεία, η οποία λειτουργεί σε επίπεδο τμήματος, στο πλαίσιο της οποίας λειτουργεί
Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης, το οποίο αναλαμβάνει και διεκπεραιώνει
τα ζητήματα επικοινωνίας, ενημέρωσης του κοινού και δημοσίων σχέσεων.
2. α. Η Υπηρεσία Ασύλου στελεχώνεται από δημόσιους
πολιτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι μετατάσσονται, μεταφέρονται ή αποσπώνται από
υπηρεσίες του δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010,
Α΄ 112), Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α ή από υπαλλήλους που προσλαμβάνονται ως μόνιμοι ή με
σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Κατ’
εξαίρεση τα Τμήματα Συντονισμού και Εθνικής Μονάδας Δουβλίνου της Υπηρεσίας
Ασύλου δύναται να στελεχώνονται και από προσωπικό που αποσπάται από την
Ελληνική Αστυνομία.
Η πλήρωση των θέσεων διενεργείται μετά από δημόσια
πρόσκληση ενδιαφέροντος από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας. Οι μετατάξεις,
μεταφορές και αποσπάσεις πραγματοποιούνται κατά παρέκκλιση των κειμένων
διατάξεων, προκειμένου να καλυφθεί η ανάγκη στελέχωσης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Μετατάξεις προσωπικού που υπηρετεί σε καταργούμενες ή συγχωνευόμενες υπηρεσίες
του Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010), Ν.Π.Δ.Δ.
ή Ο.Τ.Α. προς την Υπηρεσία Ασύλου διενεργούνται κατά προτεραιότητα.
Η μετάταξη πραγματοποιείται σε κενή οργανική θέση και
αν δεν υπάρχει κενή, με μεταφορά της θέσης του υπαλλήλου που μετατάσσεται, με
κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή της
Υπηρεσίας. Στη δημόσια πρόσκληση που απευθύνει ο Διευθυντής της Υπηρεσίας,
προσδιορίζονται, τα γενικά και ειδικά προσόντα, τα κριτήρια και η διαδικασία
επιλογής των μετατασσομένων, χωρίς να απαιτείται εφαρμογή της διάταξης της παρ.
1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180).
Η Υπηρεσία ενημερώνει, επί ποινή ακυρότητας της
πράξης, την Επιτροπή της Π.Υ.Σ. 33/2006 (Α΄ 280) όπως ισχύει, καθώς και τις
αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης για
τον αριθμό και τις ειδικότητες των θέσεων που καλύπτονται με μετάταξη. Η
μετάταξη γίνεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που κατέχει ο
μετατασσόμενος και διατηρεί το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς που
τηρούσε πριν τη μετάταξη. Η μετάταξη γίνεται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων
Υπουργών, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180), κατά
παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη.
Οι αποσπάσεις διενεργούνται με κοινή απόφαση των
συναρμόδιων υπουργών, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη, μετά
από πρόταση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος αξιολογεί τα τυπικά
και ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων και με την ίδια διαδικασία
πραγματοποιείται παράταση των αποσπάσεων αυτών. Υπάλληλοι, οι οποίοι είναι
αποσπασμένοι στην Υπηρεσία Ασύλου, την Αρχή Προσφυγών και την Υπηρεσία Υποδοχής
και Ταυτοποίησης μπορούν, με αίτησή τους, να μεταταγούν στις Υπηρεσίες αυτές με
την ίδια σχέση εργασίας και ταυτόχρονη μεταφορά της θέσης που κατέχουν, εφόσον
δεν υπάρχει κενή οργανική θέση, ύστερα από πρόταση των οικείων Διευθυντών. Η
απόσπαση μπορεί να διενεργείται και με αίτηση του υπαλλήλου, χωρίς να
απαιτείται δημόσια πρόσκληση. Οι αποσπασμένοι υπάλληλοι λαμβάνουν τις τακτικές
αποδοχές της οργανικής τους θέσης.
Οι εν λόγω αποδοχές βαρύνουν τον προϋπολογισμό του
Υπουργείου, της Υπηρεσίας ή του Φορέα στον οποίο ανήκει ο αποσπώμενος
υπάλληλος. Σε περίπτωση που ο αποσπώμενος υπάλληλος δικαιούται επίδομα θέσης
ευθύνης λόγω ανάληψης καθηκόντων προϊσταμένου στη θέση που αποσπάσθηκε, το
συγκεκριμένο επίδομα θα καταβάλλεται από την Υπηρεσία Ασύλου.
β. Η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να στελεχώνεται με
προσωπικό αντίστοιχου κλάδου και ειδικότητας που περιλαμβάνεται σε οριστικούς
πίνακες διοριστέων του ΑΣΕΠ ή φορέων των οποίων οι πίνακες έχουν ελεγχθεί από
το ΑΣΕΠ, οι οποίοι πίνακες δημοσιεύθηκαν από 1.1.2009 έως 31.12.2012 και εφόσον
το προσωπικό αυτό δεν έχει διοριστεί κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας
υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής στη δημόσια πρόσκληση του ΑΣΕΠ. Στην αίτησή
του ο υποψήφιος θα αναγράφει κατά σειρά προτίμησης τις θέσεις τις οποίες
επιθυμεί να καταλάβει και η αίτησή του θα συνοδεύεται με φωτοαντίγραφο του
Φύλλου της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως στο οποίο έχει δημοσιευθεί ο πίνακας
διοριστέων στον οποίο περιλαμβάνεται και με υπεύθυνη δήλωσή του ότι δεν έχει
διοριστεί ή προσληφθεί με βάση τον πίνακα αυτόν.
Η πλήρωση θα διενεργείται μετά από δημόσια πρόσκληση
του ΑΣΕΠ για την υποβολή αιτήσεων των ενδιαφερομένων κατόπιν αιτήματος του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Η επιλογή θα
πραγματοποιείται από το ΑΣΕΠ από τους περιλαμβανόμενους στους παλαιότερους
πίνακες οριστικών αποτελεσμάτων και με βάση τη σειρά κατάταξης των υποψηφίων σε
αυτούς. Η διαδικασία θα ολοκληρώνεται κατόπιν έκδοσης της προβλεπόμενης στις
διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 3833/ 2010 (Α΄ 40), όπως ισχύει, απόφασης
κατανομής του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Για την εφαρμογή της παραπάνω παραγράφου, οι οργανικές
θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού μπορεί να καλύπτονται, σε περίπτωση
αδυναμίας πλήρωσής τους με προσωπικό της κατηγορίας αυτής, με προσωπικό
προσόντων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ) με γνωστικό αντικείμενο, νομικών,
πολιτικών, κοινωνικών, τεχνολογικών ή ανθρωπιστικών επιστημών, σύμφωνα με την
οικεία πρόσκληση, του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή ΟΤΑ ή φορέων του ευρύτερου δημόσιου
τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010) που περιλαμβάνεται σε οριστικούς πίνακες
διοριστέων του ΑΣΕΠ ή φορέων των οποίων οι πίνακες έχουν ελεγχθεί από το ΑΣΕΠ,
εφόσον το προσωπικό αυτό δεν έχει διορισθεί κατά την ημερομηνία λήξης της
προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής στη δημόσια πρόσκληση του ΑΣΕΠ.
Σε περίπτωση που συμπέσει η παλαιότητα πινάκων γραπτού
διαγωνισμού με άλλους οριστικούς πίνακες διοριστέων, προηγούνται οι υποψήφιοι
που περιλαμβάνονται σε πίνακες γραπτού διαγωνισμού. Ο πίνακας των επιλεγομένων
από το ΑΣΕΠ αποστέλλεται για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και
ταυτόχρονα κοινοποιείται άμεσα στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, για διορισμό ή πρόσληψη. Οι επιτυχόντες που αποδέχτηκαν το
διορισμό τους και ανέλαβαν υπηρεσία στην Υπηρεσία Ασύλου, σύμφωνα με τις
διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4058/ 2012 (Α΄ 63) διαγράφονται από
τον οριστικό πίνακα διοριστέων τον οποίο επικαλέστηκαν προκειμένου να
συμμετάσχουν στις διαδικασίες πλήρωσης των συγκεκριμένων θέσεων και ο διορισμός
που απορρέει από αυτόν παύει να υφίσταται ως εκκρεμότητα.
Όσοι από αυτούς που διορίστηκαν στην Υπηρεσία Ασύλου,
σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4058/2012,
παραιτήθηκαν και στη συνέχεια διορίστηκαν στον αρχικό φορέα διορισμού τους,
μπορούν να επιλέξουν είτε την παραμονή τους στον αρχικό φορέα διορισμού είτε την
επαναπρόσληψή τους στην Υπηρεσία Ασύλου ή την πρόσληψή τους στην Υπηρεσία
Υποδοχής και Ταυτοποίησης, μετά από υποβολή σχετικής αίτησης μέσα σε
αποκλειστική προθεσμία ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος. Οι
διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν και για τις περιπτώσεις όσων
διορίστηκαν στις Υπηρεσίες Ασύλου και Πρώτης Υποδοχής, σύμφωνα με τις διατάξεις
της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4058/2012, οι οποίοι παραιτήθηκαν και στη
συνέχεια διορίστηκαν στον αρχικό φορέα διορισμού τους και εν συνεχεία ο
διορισμός τους αυτός ανακλήθηκε διοικητικώς, προκειμένου να επαναπροσληφθούν
στις Υπηρεσίες Ασύλου και Πρώτης Υποδοχής.
3. Οι οργανικές θέσεις προσωπικού της Υπηρεσίας
Ασύλου, κατά κατηγορία και κλάδο είναι οι ακόλουθες:
α. 235 θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού ή
κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού με πτυχίο νομικών, πολι− τικών, κοινωνικών,
ανθρωπιστικών και τεχνολογικών επιστημών.
β. 74 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού − Οικονομικού
γ. 1 θέση κατηγορίας ΠΕ Επικοινωνίας και ΜΜΕ δ.
4 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Πληροφορικής
ε. 20 θέσεις κατηγορίας ΤΕ Διοικητικού − Λογιστικού
στ. 4 θέσεις κατηγορίας ΤΕ Πληροφορικής
ζ. 182 θέσεις κατηγορίας ΔΕ Διοικητικού − Λογιστικού
Τα προσόντα του ειδικού επιστημονικού προσωπικού είναι τα οριζόμενα στο άρθρο 2
του Π.δ. 50/2001 (Α΄ 39). Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου
τοποθετείται το προσωπικό στην Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου, καθώς και στις
Περιφερειακές Υπηρεσίες Ασύλου, λαμβανομένης υπόψη της προκήρυξης ή πρόσκλησης,
τις κείμενες διατάξεις, καθώς και τις υφιστάμενες ανάγκες της Υπηρεσίας.
4. Για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων και επειγουσών
αναγκών που δημιουργούνται από μαζικές αφίξεις πολιτών τρίτων χωρών ή
ανιθαγενών επιτρέπεται η πρόσληψη προσωπικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο
20 του ν. 2190/1994 (Α΄ 28).
5. Η Υπηρεσία Ασύλου δύναται, για την αντιμετώπιση
εκτάκτων και επειγουσών αναγκών και μετά από απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών
και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, να λειτουργεί όλο το εικοσιτετράωρο, όλες τις
ημέρες της εβδομάδας, συμπεριλαμβανομένων των Κυριακών, αργιών και εξαιρεσίμων
ημερών, καθώς και με το σύστημα εναλλαγής βαρδιών, πλην των περιπτώσεων που με
την αλλαγή του ωραρίου απασχόλησης προκαλείται επιπλέον δαπάνη οπότε απαιτείται
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Με την προαναφερόμενη απόφαση καθορίζονται τα ειδικότερα καθήκοντα και
υποχρεώσεις του προσωπικού της Υπηρεσίας Ασύλου, το εργασιακό καθεστώς, οι όροι
και το ωράριο απασχόλησης, η ρύθμιση υπερωριακής απασχόλησης, καθώς και τα
ειδικότερα ζητήματα.
6. Για τις ανάγκες των Περιφερειακών Γραφείων Ασύλου
μπορεί να συνάπτονται συμβάσεις παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών ή συμβάσεις
εργασίας ορισμένου χρόνου κατά τις κείμενες διατάξεις με διερμηνείς, οι οποίοι
διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και επιλέγονται από σχετικό κατάλογο που
καταρτίζει η Κεντρική Υπηρεσία και τηρείται σύμφωνα με τον Κανονισμό
Λειτουργίας της. Οι διερμηνείς αμείβονται, σύμφωνα με τους όρους σχετικής
σύμβασης παροχής ανεξάρτητη των υπηρεσιών ή εργασίας ορισμένου χρόνου σύμφωνα
με τις κείμενες διατάξεις. Η αμοιβή τους, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά
πληρωμής για την εκτέλεση των ανωτέρω συμβάσεων ορίζονται με κοινή απόφαση του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού
Οικονομικών.
7. Αν Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου αντιμετωπίζει
προβλήματα ομαλής λειτουργίας λόγω έλλειψης επαρκούς ή κατάλληλου προσωπικού ή
λόγω υποβολής εξαιρετικά μεγάλου αριθμού αιτήσεων διεθνούς προστασίας, η
διεκπεραίωση επί μέρους αρμοδιοτήτων του Γραφείου, με εξαίρεση αυτές που
συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας, όπως η έκδοση διοικητικών πράξεων, η
εξέταση αιτήσεων ασύλου, η διεξαγωγή συνεντεύξεων και ο εφοδιασμός με
ταξιδιωτικά και νομιμοποιητικά έγγραφα, μπορεί να ανατίθεται για ορισμένο
χρόνο, σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών, που ανταποκρίνονται σε κατάλληλες
προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας.
Η ανάθεση των αρμοδιοτήτων αυτών γίνεται από τον
Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, ύστερα από ειδική και αιτιολογημένη πρόταση του
προϊσταμένου του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών προσδιορίζονται οι
προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας που πρέπει να πληρούν οι φορείς της
κοινωνίας των πολιτών για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και οι
επί μέρους αρμοδιότητες των Περιφερειακών Γραφείων Ασύλου που μπορεί να τους
ανατίθενται.
Στο Τμήμα Συντονισμού της Υπηρεσίας Ασύλου τηρείται
Μητρώο πιστοποιημένων φορέων της Κοινωνίας των Πολιτών. Σε περίπτωση που
προκύψει σχετική ανάγκη κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου, η Ύπατη Αρμοστεία
του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο
δύναται να παρέχουν κάθε σχετική συνδρομή, όπως η διεκπεραίωση συγκεκριμένων
διαδικασιών, ανάλογα με την εντολή και τις αρμοδιότητές του κάθε οργανισμού.
Λεπτομέρειες της συνεργασίας αυτής ρυθμίζονται με μνημόνια που συνάπτονται
μεταξύ της Υπηρεσίας Ασύλου και των ως άνω οργανισμών.
8. Στους υπαλλήλους των Περιφερειακών Υπηρεσιών της
Υπηρεσίας Ασύλου καταβάλλεται το επίδομα της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν.
4024/2011 (Α΄ 226), όπως αυτό εξακολουθεί να καταβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο
18 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), με την επιφύλαξη της επικείμενης ευθυγράμμισης
του σχετικού καθεστώτος με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή νομοθεσία έως τις
31.12.2017. Το ποσό του ανωτέρω επιδόματος ορίζεται σε εκατόν πενήντα (150)
ευρώ μηνιαίως.
9. Το προσωπικό της Υπηρεσίας Ασύλου δύναται να φέρει
ειδική ενδυμασία κατάλληλη για την προστασία από τις καιρικές συνθήκες. Με
απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας ορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, οι
προδιαγραφές, οι κατηγορίες του προσωπικού που θα φέρει τη σχετική ενδυμασία
και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Άρθρο 3
Προϋπολογισμός − Οικονομική διαχείριση − Προμήθειες −
Στέγαση Υπηρεσιών
1. Η Υπηρεσία Ασύλου έχει ίδιο προϋπολογισμό ως
ειδικός φορέας του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, όπου
εγγράφονται πιστώσεις που αφορούν σε δαπάνες για:
α. αποδοχές του προσωπικού της,
β. ασφάλιση, περίθαλψη και κοινωνική προστασία του
προσωπικού της και
γ. λειτουργικές και λοιπές δαπάνες της.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, εγγράφονται στον προϋπολογισμό της
Υπηρεσίας Ασύλου πιστώσεις για κάθε άλλη δαπάνη, πέρα από όσες διαλαμβάνονται
στην παράγραφο 1, που είναι αναγκαία για τη λειτουργία των Υπηρεσιών της.
3. Στον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων προβλέπονται
οι πιστώσεις για την ανέγερση κτιρίων και τον εξοπλισμό των Υπηρεσιών της
Υπηρεσίας Ασύλου, στο πλαίσιο των εγκρινόμενων ετήσιων πιστώσεων του Κρατικού
Προϋπολογισμού.
4. Στην Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου συνιστάται πάγια
προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143).
5. Οι δαπάνες, με την επιφύλαξη του άρθρου 74 του
παρόντος, ελέγχονται, εκκαθαρίζονται, εντέλλονται και εξοφλούνται ανάλογα με τη
φύση τους από την αρμόδια Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) ή τη Γενική
Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ΄ Δ.Ο.Υ.) του Υπουργείου Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, ρυθμίζονται ειδικά θέματα
διαχείρισης υλικού, χρημάτων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
7. Η Υπηρεσία Ασύλου και οι Περιφερειακές της
Υπηρεσίες στεγάζονται σε κτίρια του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής
Αυτοδιοίκησης ή άλλων φορέων που παραχωρούνται χωρίς αντάλλαγμα ή σε ιδιωτικά
κτίρια που μισθώνονται με δαπάνες του Δημοσίου. Κατ’ εξαίρεση για τις ανάγκες
εγκατάστασης των περιφερειακών υπηρεσιών της Υπηρεσίας Ασύλου, εφαρμόζεται
αναλογικά η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 3 του παρόντος.
8. Ακίνητα του Δημοσίου μπορεί να παραχωρούνται κατά
χρήση δωρεάν από την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες
διατάξεις, για την αντιμετώπιση των στεγαστικών αναγκών των υπηρεσιών της
Υπηρεσίας Ασύλου. Η επισκευή, συντήρηση, επέκταση ή διαρρύθμιση κτιριακών
εγκαταστάσεων του Δημοσίου όπου στεγάζονται υπηρεσίες της Υπηρεσίας Ασύλου,
γίνονται με μέριμνα του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης κατόπιν ειδικής
μελέτης όπου αυτό χρειάζεται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Άρθρο 4
Αρχή Προσφυγών
− Ίδρυση − Αποστολή
1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης συνιστάται αυτοτελής Υπηρεσία, με τίτλο «Αρχή Προσφυγών», η
οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης. Η Αρχή Προσφυγών συγκροτείται από την Κεντρική Διοικητική
Υπηρεσία και από τις Επιτροπές Προσφυγών. Οι Επιτροπές Προσφυγών είναι αρμόδιες
για την εξέταση, τη λήψη και την έκδοση αποφάσεων επί των ενδικοφανών προσφυγών
κατά των αποφάσεων της Υπηρεσίας Ασύλου, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου
7 του παρόντος και υποστηρίζονται, για την εκπλήρωση του έργου τους, από την
Κεντρική Διοικητική Υπηρεσία.
2. Η έδρα της Αρχής Προσφυγών καθορίζεται με απόφαση
του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Η κατά τόπον
αρμοδιότητα της Αρχής Προσφυγών περιλαμβάνει όλη την Επικράτεια. Με απόφαση του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα
μεταναστευτικής πολιτικής, μπορεί να ιδρύονται Παραρτήματα της Αρχής Προσφυγών
σε άλλα σημεία της επικράτειας και να καθορίζεται η κατά τόπον αρμοδιότητά
τους. Τα Παραρτήματα περιλαμβάνουν τουλάχιστον μία Επιτροπή Προσφυγών και την
απαραίτητη διοικητική υποστήριξη.
3. Η Αρχή Προσφυγών συντάσσει κάθε τρεις μήνες έκθεση
πεπραγμένων για το έργο της κατά την προηγούμενη περίοδο αναφοράς, την οποία
υποβάλλει στο Συνήγορο του Πολίτη. Στην έκθεση περιλαμβάνονται τα αριθμητικά
και στατιστικά δεδομένα που αφορούν τη λειτουργία της, τον αριθμό των προσφυγών
που υποβλήθηκαν, τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν, το ποσοστό υποθέσεων που
εξετάστηκαν με την προφορική ή την έγγραφη διαδικασία, το χρόνο ολοκλήρωσης της
εξέτασης της κάθε προσφυγής, το ποσοστό χορήγησης καθεστώτος πρόσφυγα και
επικουρικής προστασίας, τις αποφάσεις κατά των οποίων ασκήθηκε αίτηση ακυρώσεως
στο αρμόδιο δικαστήριο και τον αριθμό υποθέσεων στις οποίες ο προσφεύγων
παρέστη με νομικό παραστάτη, καθώς και τον αριθμό των προσφευγόντων οι οποίοι
αιτήθηκαν και επωφελήθηκαν από δωρεάν νομική συνδρομή.
Οι εκθέσεις της Αρχής Προσφυγών υποβάλλονται στο
Συνήγορο του Πολίτη κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο των μηνών Ιανουαρίου, Απριλίου,
Ιουλίου και Οκτωβρίου κάθε έτους. Ο Συνήγορος του Πολίτη ελέγχει κατά την κρίση
του τις διαδικασίες που ακολουθούνται ασκώντας τις αρμοδιότητές του κατά το ν. 3094/2003
(Α΄ 10), όπως ισχύει, καθώς και κατά κάθε άλλη ειδική διάταξη. Οι εκθέσεις
πεπραγμένων δημοσιεύονται στο διαδικτυακό τόπο της Αρχής Προσφυγών, αμέσως μετά
την υποβολή τους στο Συνήγορο του Πολίτη.
Άρθρο 5
Αρχή Προσφυγών − Συγκρότηση − Στελέχωση − Λειτουργία
1. Στην Αρχή Προσφυγών συνιστάται θέση Διοικητικού
Διευθυντή της Κεντρικής Διοικητικής Υπηρεσίας. Ο Διοικητικός Διευθυντής
διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης ενδιαφέροντος, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της
Επιτροπής Επιλογής της παραγράφου 10 και σύμφωνα με τη διαδικασία επιλογής της
παραγράφου 11 του παρόντος άρθρου. Ο Διοικητικός Διευθυντής διορίζεται με
θητεία τριών ετών που μπορεί να ανανεώνεται μία φορά για τρία ακόμη έτη,
σύμφωνα με τη διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου. Ο Διοικητικός Διευθυντής
είναι προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, με
διοικητική ικανότητα, και εξειδίκευση ή/και εμπειρία στους τομείς της διεθνούς
προστασίας ή των δικαιωμάτων του ανθρώπου ή του διεθνούς ή του διοικητικού
δικαίου. Ο Διοικητικός Διευθυντής:
α) προΐσταται της Κεντρικής Διοικητικής Υπηρεσίας της
Αρχής Προσφυγών, και των διοικητικών υπηρεσιών των Παραρτημάτων,
β) είναι αρμόδιος για την εύρυθμη και αποτελεσματική
λειτουργία και υποστήριξη των Επιτροπών, τη σύνταξη και εκτέλεση του
προϋπολογισμού και την τήρηση και δημοσίευση των εκθέσεων και των στατιστικών
στοιχείων σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής,
γ) αναφέρεται στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης
σχετικά με την εκτέλεση των συμβάσεων των μελών των Επιτροπών. Ο Διοικητικός
Διευθυντής ελέγχεται από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
ο οποίος δύναται να τον παύσει πριν τη λήξη της θητείας του είτε κατόπιν
παραίτησής του είτε λόγω αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων του ή για άλλο
σοβαρό λόγο που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων του. Ο Διοικητικός
Διευθυντής είναι Έλληνας πολίτης. Κατά τη διάρκεια της θητείας του αναστέλλεται
η άσκηση οποιουδήποτε άλλου δημοσίου λειτουργήματος και δεν επιτρέπεται η
άσκηση καμίας επαγγελματικής δραστηριότητας ή η ανάληψη άλλων αμειβόμενων
καθηκόντων, στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα ή η ανάληψη άλλων μη αμειβόμενων
καθηκόντων, σε αντικείμενο συναφές με τα καθήκοντά του ως Διοικητικού Διευθυντή.
Σε περίπτωση που ο διοριζόμενος ως Διοικητικός Διευθυντής έχει την ιδιότητα του
δικηγόρου, τελεί υποχρεωτικά σε αναστολή άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος
καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του. Οι αποδοχές του Διοικητικού Διευθυντή
καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικο− νομικών και του Υπουργού
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης συστήνονται στην Αρχή Προσφυγών τριμελείς Επιτροπές Προσφυγών
και καθορίζεται ο αριθμός τους. Τα μέλη των Επιτροπών κατέχουν τίτλο σπουδών
Α.Ε.Ι., νομικών, πολιτικών, ανθρωπιστικών ή κοινωνικών επιστημών και
εξειδίκευση και εμπειρία στους τομείς της διεθνούς προστασίας ή των δικαιωμάτων
του ανθρώπου ή του διεθνούς ή διοικητικού δικαίου και επιλέγονται σύμφωνα με τη
διαδικασία επιλογής του παρόντος άρθρου.
3. Η Επιτροπή Επιλογής της παραγράφου 10 του παρόντος
άρθρου, κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης ενδιαφέροντος, επιλέγει τα μέλη των
Επιτροπών Προσφυγών, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 12 του παρόντος,
τα οποία στη συνέχεια διορίζονται από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης. Η θητεία των μελών των Επιτροπών είναι για πέντε έτη και μπορεί
να ανανεώνεται σύμφωνα με τη διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου. Τα μέλη των
Επιτροπών, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, απολαμβάνουν προσωπικής
ανεξαρτησίας. Τα μέλη των Επιτροπών συμβάλλονται με το Ελληνικό Δημόσιο, το
οποίο εκπροσωπείται από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Με κοινή απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης
προβλέπεται το ύψος ειδικής πρόσθετης αμοιβής που καταβάλλεται στα μέλη των
Επιτροπών. Οι όροι εργασίας των μελών των Επιτροπών, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα
που αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, διέπονται από τις ανωτέρω συμβάσεις
εργασίας και τον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής. Τα μέλη των Επιτροπών
Προσφυγών υπάγονται στις πειθαρχικές διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων
Πολιτικών Διοικητικών Υπάλληλων και Υπάλληλων Ν.Π.Δ.Δ, όπως ισχύει.
4. Τα μέλη των Επιτροπών της Αρχής Προσφυγών, μπορεί
να παύονται από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης πριν τη
λήξη της θητείας τους, μετά από καταγγελία της σύμβασής τους για τους λόγους
που προβλέπονται σε αυτή και στον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής. Κατά τη
διάρκεια της θητείας των μελών των Επιτροπών αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε
άλλου δημοσίου λειτουργήματος και δεν επιτρέπεται η άσκηση καμίας επαγγελματικής
δραστηριότητας ή η ανάληψη άλλων αμειβόμενων καθηκόντων, στο δημόσιο ή στον
ιδιωτικό τομέα ή και η ανάληψη άλλων μη αμειβόμενων, σε αντικείμενο συναφές με
τα καθήκοντά τους. Σε περίπτωση που οι
διοριζόμενοι ως μέλη των Επιτροπών έχουν την ιδιότητα του δικηγόρου, τελούν
υποχρεωτικά σε αναστολή άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος. Τα μέλη των
Επιτροπών είναι Έλληνες πολίτες.
5. Ο Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής Προσφυγών ορίζει
τον τρόπο διενέργειας κλήρωσης για τη συγκρότηση των διαφορετικών τριμελών Επιτροπών
Προσφυγών, καθώς και για τον ορισμό του προέδρου κάθε Επιτροπής. Ως πρόεδροι
της κάθε Επιτροπής ορίζονται, ανά έτος και διαδοχικά, όλα τα μέλη της, σύμφωνα
με τον Κανονισμό Λειτουργίας της. Εφόσον είναι εφικτό, συμμετέχει σε κάθε
Επιτροπή τουλάχιστον ένα (1) μέλος με πτυχίο Νομικής.
6. Στην Αρχή Προσφυγών λειτουργεί τριμελής άμισθη
επιτροπή, με θητεία ενός έτους η οποία αποτελείται από μέλη των Επιτροπών και
εκλέγεται από το σύνολο των μελών τους. Αρμοδιότητα της τριμελούς αυτής
επιτροπής είναι η εκπροσώπηση της Αρχής Προσφυγών, για ζητήματα που αφορούν
αποκλειστικά την αποφασιστική της αρμοδιότητα, ενώπιον άλλων αρχών ή θεσμών, η
συμμετοχή, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, Εκπαίδευσης και
Τεκμηρίωσης, στη διασφάλιση της ποιότητας των διαδικασιών και των αποφάσεων των
Επιτροπών και η ενεργή συμβολή στην προεργασία των εκθέσεων και των στατιστικών
στοιχείων που δημοσιεύει η Αρχή. Η τριμελής επιτροπή δύναται να υποβάλλει
προτάσεις για την προετοιμασία και την κατάρτιση των απαραιτήτων σχεδίων
νομοθετικών και εν γένει κανονιστικών κειμένων και τη σύνταξη εγκυκλίων και
εσωτερικών οδηγιών της Αρχής Προσφυγών. Ο Εσωτερικός Κανονισμός της Αρχής προβλέπει
τις ειδικότερες λεπτομέρειες της συγκρότησης της ως άνω επιτροπής και της
άσκησης των ανωτέρω αρμοδιοτήτων.
7. Η Κεντρική Διοικητική Υπηρεσία της Αρχής Προσφυγών
διαρθρώνεται στα εξής τμήματα: α) Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, Εκπαίδευσης και
Τεκμηρίωσης, με αρμοδιότητα:
αα) την παροχή νομικής υποστήριξης στην Αρχή Προσφυγών
για ζητήματα που άπτονται του αντικειμένου της, όπως η σύνταξη απόψεων σχετικά
με ένδικα μέσα ή βοηθήματα που ασκούνται κατά αποφάσεων των Επιτροπών Προσφυγών,
τη συμβολή στην προετοιμασία και κατάρτιση των απαραιτήτων σχεδίων νομοθετικών
και εν γένει κανονιστικών κειμένων και τη σύνταξη εγκυκλίων και εσωτερικών
οδηγιών,
ββ) την οργάνωση της παροχής εκπαίδευσης και συνεχούς
επιμόρφωσης στο προσωπικό της Αρχής Προσφυγών και στα μέλη των Επιτροπών, γγ)
την αναζήτηση, συλλογή, αξιολόγηση και τήρηση πληροφοριών σχετικά με την
πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση στις χώρες καταγωγής ή
προηγούμενης συνήθους διαμονής των προσφευγόντων, σε συνεργασία με το αρμόδιο
τμήμα της Υπηρεσίας Ασύλου και άλλες αρχές της χώρας ή άλλων χωρών, δδ) τη
συμμετοχή στην επεξεργασία και ανάλυση των στατιστικών δεδομένων, σε συνεργασία
με το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης.
β) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, με αρμοδιότητα:
αα) τη γραμματειακή υποστήριξη του Διοικητικού
Διευθυντή της Κεντρικής Διοικητικής Υπηρεσίας,
ββ) τη γραμματειακή υποστήριξη των Επιτροπών
Προσφυγών,
γγ) το συντονισμό και τη μέριμνα για την εύρυθμη και
αποτελεσματική λειτουργία των Επιτροπών Προσφυγών,
δδ) τη συλλογή, επεξεργασία και τήρηση στατιστικών
δεδομένων, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, Εκπαίδευσης και
Τεκμηρίωσης,
εε) την οργάνωση και παρακολούθηση του συστήματος
μηχανοργάνωσης της Αρχής Προσφυγών,
στστ) την τήρηση του πρωτοκόλλου και του Αρχείου της
Αρχής Προσφυγών, τη μέριμνα για την επικοινωνία και συνεργασία της Αρχής Προσφυγών,
ιδίως με άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου και με ανεξάρτητες Αρχές,
καθώς και με φορείς της κοινωνίας των πολιτών,
ζζ) τη διεκπεραίωση των ζητημάτων επικοινωνίας,
ενημέρωσης του κοινού και δημοσίων φορέων, ηη) τη διαχείριση των θεμάτων προσωπικού
της Υπηρεσίας.
γ) Οικονομικό Τμήμα, με αρμοδιότητα: αα) τη σύνταξη
και εκτέλεση του προϋπολογισμού της Αρχής Προσφυγών,
ββ) τη μέριμνα για την κατάρτιση και έγκριση των
προμηθειών της Υπηρεσίας, καθώς και για τον χειρισμό θεμάτων που αφορούν τις αποδοχές,
αποζημιώσεις και κάθε είδους αμοιβές του προσωπικού, τον ορισμό δημοσίων
υπολόγων, την κατανομή, ανακατανομή και έλεγχο της κίνησης της παγίας
προκαταβολής, καθώς και για κάθε άλλο σχετικό θέμα,
γγ) την υλοποίηση δράσεων με χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς
ή άλλους πόρους, τη διερεύνηση, σύνταξη προτάσεων και την υποβολή σε αρμόδιες
διαχειριστικές αρχές προγραμμάτων χρηματοδότησης στον τομέα αρμοδιότητας της
Αρχής Προσφυγών και τη διαχείριση των προμηθειών υλικού, την ασφάλεια των
κτιριακών εγκαταστάσεων, τη συντήρηση και την επισκευή τους.
8. Η Κεντρική Διοικητική Υπηρεσία της Αρχής Προσφυγών
στελεχώνεται από δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι μετατάσσονται,
μεταφέρονται ή αποσπώνται από υπηρεσίες του Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου
τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010, Α΄ 112) ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. ή από υπαλλήλους
που προσλαμβάνονται ως μόνιμοι ή με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, σύμφωνα
με τις ισχύουσες διατάξεις. Η πλήρωση των θέσεων διενεργείται μετά από δημόσια
πρόσκληση ενδιαφέροντος από τον Διοικητικό Διευθυντή της Υπηρεσίας.
Οι μετατάξεις, μεταφορές και αποσπάσεις
πραγματοποιούνται, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, προκειμένου να
καλυφθεί η ανάγκη στελέχωσης της Αρχής Προσφυγών. Μετατάξεις προσωπικού που
υπηρετεί σε καταργούμενες ή συγχωνευόμενες υπηρεσίες του Δημοσίου, του
ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010, Α΄ 112), Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α.
προς την Αρχή Προσφυγών διενεργούνται κατά προτεραιότητα. Η μετάταξη
πραγματοποιείται σε κενή οργανική θέση και αν δεν υπάρχει κενή, με μεταφορά της
θέσης του υπαλλήλου που μετατάσσεται, με κοινή απόφαση των συναρμόδιων
Υπουργών, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Διευθυντή της Υπηρεσίας.
Η μετάταξη ενεργείται μετά από δημόσια πρόσκληση που
απευθύνει ο Διοικητικός Διευθυντής της Υπηρεσίας, στην οποία προσδιορίζονται τα
γενικά και ειδικά προσόντα, τα κριτήρια και η διαδικασία επιλογής των
μετατασσομένων, χωρίς να απαιτείται εφαρμογή της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου
68 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180). Η Υπηρεσία ενημερώνει, επί ποινή ακυρότητας της
πράξης, την Επιτροπή της Π.Υ.Σ. 33/2006 (Α΄ 280) όπως ισχύει, καθώς και τις
αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης για
τον αριθμό και τις ειδικότητες των θέσεων που καλύπτονται με μετάταξη.
Η μετάταξη γίνεται με το βαθμό και το μισθολογικό
κλιμάκιο που κατέχει ο μετατασσόμενος και διατηρεί το ασφαλιστικό και
συνταξιοδοτικό καθεστώς που τηρούσε πριν τη μετάταξη. Η μετάταξη γίνεται με
κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 68 του
ν. 4002/2011 (Α΄ 180), κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη.
Οι αποσπάσεις διενεργούνται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών, κατά
παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη, μετά από πρόταση του Διοικητικού
Διευθυντή της Αρχής Προσφυγών, ο οποίος αξιολογεί τα τυπικά και ουσιαστικά
προσόντα των υποψηφίων και με την ίδια διαδικασία πραγματοποιείται παράταση των
αποσπάσεων αυτών. Η απόσπαση μπορεί να διενεργείται και με αίτηση του
υπαλλήλου, χωρίς να απαιτείται δημόσια πρόσκληση.
Οι αποσπασμένοι υπάλληλοι λαμβάνουν τις τακτικές
αποδοχές της οργανικής τους θέσης. Οι εν λόγω αποδοχές βαρύνουν τον
προϋπολογισμό του Υπουργείου, της Υπηρεσίας ή του Φορέα στον οποίο ανήκει ο
αποσπώμενος υπάλληλος. Σε περίπτωση που ο αποσπώμενος υπάλληλος δικαιούται
επίδομα θέσης ευθύνης λόγω ανάληψης καθηκόντων προϊσταμένου στη θέση που
αποσπάσθηκε, το συγκεκριμένο επίδομα θα καταβάλλεται από την Αρχή Προσφυγών.
Η Αρχή Προσφυγών μπορεί να απασχολεί προσωπικό με
σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου με τις προϋποθέσεις και τη
διαδικασία που προβλέπεται στο ν. 2190/1994 (Α΄ 28), όπως τροποποιήθηκε και
συμπληρώθηκε από το ν. 2527/1997 (Α΄ 206) και το Π.δ. 164/2004 (Α΄ 134). Για τη
στελέχωση της Κεντρικής Διοικητικής Υπηρεσίας της Αρχής Προσφυγών συνιστώνται:
α) 10 θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού ή ΠΕ
Διοικητικού−Οικονομικού, με πτυχίο Νομικών, Πολιτικών, Κοινωνικών ή
Ανθρωπιστικών Σπουδών, και 5 θέσεις κατηγορίας ΔΕ Διοικητικού−Λογιστικού, οι
οποίοι στελεχώνουν το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, Εκπαίδευσης και Τεκμηρίωσης,
β) 4 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού−Οικονομικού, 5
θέσεις κατηγορίας ΔΕ Διοικητικού−Λογιστικού, 1 θέση κατηγορίας ΠΕ Πληροφορικής
και 2 θέση κατηγορίας ΤΕ Πληροφορικής,
γ) 4 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού−Οικονομικού, 3
θέσεις κατηγορίας ΔΕ Διοικητικού−Λογιστικού, 1 θέση κατηγορίας ΤΕ
Διοικητικού−Λογιστικού και 1 θέση κατηγορίας ΤΕ Πληροφορικής. Τα προσόντα του
ειδικού επιστημονικού προσωπικού είναι τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του Π.δ.
50/2001 (Α΄ 39). Με απόφαση του Διοικητικού Διευθυντή της Αρχής Προσφυγών
τοποθετείται το προσωπικό στην Υπηρεσία, λαμβανομένων υπόψη της προκήρυξης ή
πρόσκλησης, των κείμενων διατάξεων, καθώς και των υφιστάμενων αναγκών της
Αρχής.
9. Η πλήρωση των θέσεων διενεργείται μετά από δημόσια
πρόσκληση ενδιαφέροντος από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης. Οι αποσπάσεις διενεργούνται με κοινή απόφαση του αρμόδιου
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του συναρμόδιου
Υπουργού, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη, μετά από πρόταση
του Διοικητικού Διευθυντή της Αρχής Προσφυγών, ο οποίος αξιολογεί τα τυπικά και
ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων. Με την ίδια διαδικασία χωρεί παράταση των
αποσπάσεων αυτών. Για τις ανάγκες της Αρχής Προσφυγών μπορεί να συνάπτονται συμβάσεις
παροχής υπηρεσιών με διερμηνείς, κατά τις κείμενες διατάξεις, οι οποίοι
διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και επιλέγονται από σχετικό κατάλογο που
καταρτίζει η Κεντρική Διοικητική Υπηρεσία, σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας
της Αρχής. Οι διερμηνείς αμείβονται, σύμφωνα με τους όρους σχετικής σύμβασης
παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών. Η αμοιβή τους, η διαδικασία και τα
δικαιολογητικά πληρωμής για την εκτέλεση των ανωτέρω συμβάσεων ορίζονται με
κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του
Υπουργού Οικονομικών.
10. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Οικονομικών συγκροτείται τριμελής
Επιτροπή Επιλογής, στην οποία ανατίθεται η εξέταση των υποψηφιοτήτων και η
επιλογή του Διοικητικού Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας της Αρχής Προσφυγών,
καθώς και η εξέταση των υποψηφιοτήτων και η επιλογή των μελών των Επιτροπών
Προσφυγών. Η Επιτροπή Επιλογής αποτελείται:
α) από έναν Βοηθό Συνήγορο του Πολίτη, και τον
αναπληρωτή του ως Πρόεδρο, που ορίζονται με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη,
β) από έναν Σύμβουλο του ΑΣΕΠ και τον αναπληρωτή του
ως μέλος,
γ) από ένα μέλος του Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού
ΑΕΙ νομικών, πολιτικών, ανθρωπιστικών ή κοινωνικών επιστημών της χώρας ως μέλος
και τον αναπληρωτή του με όμοια προσόντα, που υποδεικνύονται από την Ύπατη
Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες.
11. Με την κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 10
του παρόντος, καθορίζονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, καθώς και τα
κωλύματα των υποψηφίων για τη θέση του Διοικητικού Διευθυντή, τα απαιτούμενα
δικαιολογητικά, η παραλαβή, ο έλεγχος των αιτήσεων υποψηφιοτήτων ως προς την
πλήρωση των τυπικών προσόντων (προεπιλογή), και ρυθμίζονται τα διαδικαστικά
θέματα της διεξαγωγής της δημόσιας συνέντευξης των υποψηφίων από την Επιτροπή
Επιλογής, κατά την οποία αξιολογούνται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, οι
δεξιότητες και η προσωπικότητα των υποψηφίων. Με την ίδια απόφαση ανατίθεται
στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ) η οργάνωση και
διεξαγωγή της ως άνω διαδικασίας.
12. Με την κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 10
του παρόντος ρυθμίζονται τα διαδικαστικά θέματα οργάνωσης και διεξαγωγής της
διαδικασίας εξέτασης των υποψηφιοτήτων και επιλογής των μελών των Επιτροπών
Προσφυγών, καθορίζονται τα τυπικά και τα ουσιαστικά προσόντα και τα κωλύματα
των υποψηφίων, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, οι προϋποθέσεις για την τήρηση
της μυστικότητας, του αδιάβλητου και της διαφάνειας της γραπτής διαγωνιστικής
διαδικασίας, καθώς και η κλίμακα βαθμολόγησης, οι λεπτομέρειες και τα στάδια
της διαγωνιστικής διαδικασίας που περιλαμβάνουν:
α) την παραλαβή και τον έλεγχο των αιτήσεων
υποψηφιοτήτων ως προς την πλήρωση των τυπικών προσόντων (προεπιλογή),
β) γραπτό διαγωνισμό για τις ενότητες «Διεθνής
Προστασία» και «Εφαρμογές Διοικητικού Δικαίου», ο οποίος θα διενεργείται υπό
την ευθύνη της Επιτροπής Επιλογής σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας
Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ),
γ) δημόσια συνέντευξη από την Επιτροπή Επιλογής, κατά
την οποία αξιολογούνται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, οι δεξιότητες και η
προσωπικότητα των υποψηφίων. Η δημόσια συνέντευξη αποτελεί το τρίτο στάδιο της
διαδικασίας επιλογής και δικαίωμα συμμετοχής έχουν οι υποψήφιοι κατά σειρά
επίδοσης, σε τριπλάσιο αριθμό του προκαθορισμένου αριθμού των θέσεων των μελών
των Επιτροπών Προσφυγών, εφόσον έχουν συγκεντρώσει τη βάση της βαθμολογίας,
προστιθέμενων και των ισοβαθμησάντων με τον τελευταίο επιτυχόντα υποψήφιο. Η
Επιτροπή Επιλογής συντάσσει τα θέματα και τις απαντήσεις του γραπτού
διαγωνισμού. Η προκήρυξη του διαγωνισμού, η διεξαγωγή του και η βαθμολόγηση των
γραπτών ανατίθενται με την ως άνω κοινή υπουργική απόφαση στο Εθνικό Κέντρο
Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ).
13. Η δαπάνη διεξαγωγής της διαδικασίας επιλογής του
Διευθυντή και των μελών των Επιτροπών Προσφυγών, συμπεριλαμβανομένων και των
διαγωνιστικών διαδικασιών, βαρύνει τον προϋπολογισμό της Αρχής Προσφυγών.
Άρθρο 6
Προϋπολογισμός − Οικονομική Διαχείριση − Προμήθειες −
Στέγαση Υπηρεσιών
1. Η Αρχή Προσφυγών έχει ίδιο προϋπολογισμό ως ειδικός
φορέας του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, όπου
εγγράφονται οι πιστώσεις για την αντιμετώπιση των αναγκών λειτουργίας των
υπηρεσιών και του προσωπικού της. Ειδικότερα, εγγράφονται πιστώσεις που αφορούν
δαπάνες για:
α) αποδοχές του προσωπικού που δεν μισθοδοτείται από
τις υπηρεσίες από τις οποίες έχει αποσπαστεί, αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης,
αμοιβές και αποζημιώσεις μελών των Επιτροπών Προσφυγών, αμοιβές υπηρεσιών
διερμηνείας, εφόσον δεν καλύπτονται από άλλους πόρους, οδοιπορικά έξοδα και
άλλες συναφείς αποζημιώσεις,
β) αγορά, μίσθωση, επισκευή και συντήρηση κτηριακών
εγκαταστάσεων και κάθε είδους υλικοτεχνικού εξοπλισμού,
γ) λειτουργικά έξοδα, έξοδα εκπαίδευσης και
επιμόρφωσης του προσωπικού και των μελών των Επιτροπών Προσφυγών.
2. Στον προϋπολογισμό της Αρχής Προσφυγών εγγράφονται
πιστώσεις για κάθε άλλη δαπάνη, πέρα από όσες περιλαμβάνονται στην παράγραφο 1,
που είναι αναγκαία για τη λειτουργία των υπηρεσιών της, με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
3. Στην Αρχή Προσφυγών συνιστάται πάγια προκαταβολή,
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143).
4. Η οικονομική διαχείριση της Αρχής Προσφυγών
ασκείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της και οι δαπάνες πραγματοποιούνται,
ελέγχονται, εκκαθαρίζονται και εντέλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί
δημοσίου λογιστικού.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ρυθμίζονται ειδικά θέματα διαχείρισης
υλικού, χρημάτων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα, εφόσον απαιτείται.
6. Η Αρχή Προσφυγών δύναται να στεγάζεται σε κτίρια
του Δημοσίου, φορέων του Δημοσίου ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή
άλλων φορέων που παραχωρούνται χωρίς αντάλλαγμα ή σε ιδιωτικά κτίρια που
μισθώνονται με δαπάνες του Δημοσίου.
7. Η Αρχή Προσφυγών ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την
έκδοση διαταγής εξουσιοδοτήσεως εθνικού διαβαθμισμένου υλικού για το προσωπικό
και τα μέλη των Επιτροπών και ως υπεύθυνη διεύθυνση για θέματα ασφαλείας και
εφαρμογής του Εθνικού Κανονισμού Ασφαλείας (ΕΚΑ) που αφορούν την Αρχή. Στην
Αρχή λειτουργεί Υπαρχείο σύμφωνα με τις διατάξεις του Ε.Κ.Α. στο οποίο
προΐσταται ο Διοικητικός Διευθυντής της Αρχής Προσφυγών.
Άρθρο 7
Γενικές και εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Στο προσωπικό της Υπηρεσίας Ασύλου και της Αρχής
Προσφυγών παρέχεται η αναγκαία εκπαίδευση από το Υπουργείο Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για
τους Πρόσφυγες και άλλους αρμόδιους φορείς.
2. Με Προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των
Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών μπορεί και
κατά τροποποίηση των διατάξεων του παρόντος νόμου, να ρυθμίζονται θέματα
σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, την έδρα και τις επί μέρους
αρμοδιότητες της Κεντρικής Υπηρεσίας Ασύλου και των Περιφερειακών Υπηρεσιών
Ασύλου, να συγχωνεύονται ή να καταργούνται υφιστάμενες υπηρεσίες και να
συνιστώνται νέες, να αυξάνονται ή να μειώνονται οι οργανικές θέσεις του
προσωπικού ή να συνιστώνται νέες θέσεις και να ρυθμίζονται τα καθήκοντα του
προσωπικού.
3. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση
των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών, Εξωτερικών,
Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Παιδείας, Έρευνας
και Θρησκευμάτων, Υγείας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων, ρυθμίζονται οι διαδικασίες υποδοχής αιτούντων διεθνή προστασία, οι
διαδικασίες υποβολής και εξέτασης αιτημάτων διεθνούς προστασίας και αναγνώρισης
του καθεστώτος του πρόσφυγα ή χορήγησης του καθεστώτος δικαιούχου επικουρικής
προστασίας ή ανθρωπιστικού καθεστώτος και το περιεχόμενο των καθεστώτων αυτών.
Με όμοιο διάταγμα ρυθμίζεται η διαδικασία εξέτασης των
αιτημάτων διεθνούς προστασίας ή προσφυγών που εκκρεμούν κατά την έναρξη
λειτουργίας της Υπηρεσίας Ασύλου και της Αρχής Προσφυγών.
Με Προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από
πρόταση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν
την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, καθώς και τις ειδικότερες προϋποθέσεις
απασχόλησης των δικαιούχων διεθνούς προστασίας, των αιτούντων διεθνή προστασία
και των δικαιούχων καθεστώτος παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, στους
οποίους το καθεστώς αυτό έχει χορηγηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28
του Π.δ. 114/2010 (Α΄ 195), της παρ. 1 του άρθρου 8 του Π.δ. 61/1999 (Α΄ 63) ή
της παρ. 4 του άρθρου 25 του ν. 1975/ 1991 (Α΄ 184).
4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης εκδίδεται Κανονισμός Λειτουργίας της Υπηρεσίας Ασύλου, μετά από
πρόταση του Διευθυντή της, όπου ρυθμίζονται επί μέρους θέματα εσωτερικής
διάρθρωσης και λειτουργίας της Υπηρεσίας Ασύλου. Με όμοια απόφαση εκδίδεται ο
Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής Προσφυγών όπου ρυθμίζονται επί μέρους θέματα
εσωτερικής διάρθρωσης και λειτουργίας της Αρχής. Η απόφαση του προηγούμενου
εδαφίου εκδίδεται μετά από πρόταση επιτροπής αποτελούμενης από τον Διοικητικό
Διευθυντή, τα μέλη της τριμελούς άμισθης επιτροπής της παρ. 6 του άρθρου 5 και
τον προϊστάμενο του Τμήματος Νομικής Υποστήριξης της Αρχής Προσφυγών.
5. Κατά των αποφάσεων που απορρίπτουν αίτηση παροχής
διεθνούς προστασίας ή ανακαλούν το καθεστώς αυτό μπορεί να ασκηθεί ενδικοφανής
προσφυγή σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 61 και 62.
6. Αρμόδια για τα θέματα του προσωπικού της Υπηρεσίας
Ασύλου και της Αρχής Προσφυγών, είναι τα υπηρεσιακά συμβούλια που είναι αρμόδια
για τους πολιτικούς υπαλλήλους του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης. Ως αιρετά μέλη στα Συμβούλια αυτά, όταν εξετάζονται θέματα των
υπαλλήλων των ανωτέρω υπηρεσιών, λαμβάνουν μέρος εκπρόσωποι των υπαλλήλων της
Υπηρεσίας Ασύλου και της Αρχής Προσφυγών. Για θέματα που αφορούν στη διαδικασία
και όλους γενικά τους όρους εκλογής των εκπροσώπων, ισχύουν αναλόγως οι
διατάξεις των άρθρων 159 έως 162 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26), όπως αυτά
τροποποιήθηκαν και ισχύουν, που αναφέρονται στους δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους.
7. Με Προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των
Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών, Πολιτισμού και
Αθλητισμού, Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης
και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Υγείας, Εξωτερικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ρυθμίζονται οι διαδικασίες καθορισμού του καθεστώτος του
ανιθαγενούς, το περιεχόμενο του καθεστώτος αυτού, καθώς και οποιοδήποτε άλλο
σχετικό ζήτημα.
8. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, όπου τούτο απαιτείται,
ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις υπαγωγής
αλλοδαπών και ανιθαγενών σε καθεστώς προσωρινής προστασίας, τη διαδικασία και
τις προϋποθέσεις παροχής νομικής συνδρομής σε αιτούντες διεθνή προστασία, τη
διαδικασία και τις προϋποθέσεις διαπίστωσης της ανηλικότητας αιτούντων διεθνή
προστασία, καθώς και θέματα που αφορούν την εφαρμογή των διατάξεων των
προεδρικών διαταγμάτων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος άρθρου.
9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών,
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο και οι προδιαγραφές των
αδειών διαμονής, οι οποίες θα χορηγούνται στους δικαιούχους διεθνούς
προστασίας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 παρ. 2 της από 28.4.1951
Σύμβασης της Γενεύης, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 3989/1959 (Α΄ 201) και
τροποποιήθηκε από το συναφές Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου
1967, του άρθρου 1 παρ. 2 περίπτωση ε΄ του παρόντος, του Κανονισμού ΕΚ
1030/2002 της 13ης Ιουνίου 2002 «Για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου
τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών» (EEL 157 της 15.6.2002) και το Παράρτημά
του, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό 380/2008 του Συμβουλίου της 29.4.2008
115/1 της 29.4.2008).
10. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης ορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο και οι προδιαγραφές του δελτίου
αιτούντος διεθνή προστασία, το οποίο αποτελεί προσωρινό τίτλο και με το οποίο
εφοδιάζονται οι αιτούντες διεθνή προστασία, σύμφωνα με το άρθρο 41 παρ. 1
στοιχείο δ΄.
11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Εξωτερικών, η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης
του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, καθορίζονται οι χώρες καταγωγής που
χαρακτηρίζονται ασφαλείς για τους σκοπούς της εξέτασης αιτήσεων διεθνούς προστασίας,
σύμφωνα με το άρθρο 57.
12. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Εξωτερικών και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και
προϋποθέσεις για την επανεγκατάσταση προσφύγων από τρίτες χώρες, στο πλαίσιο
υλοποίησης συστάσεων και αποφάσεων και κάθε άλλης σχετικής πράξης των οργάνων
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και διεθνών οργανισμών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΥΠΟΔΟΧΗΣ ΚΑΙ
ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗΣ
Άρθρο 8
Ίδρυση – Αποστολή – Διάρθρωση
1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης
συνιστάται αυτοτελής Υπηρεσία με τίτλο «Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης»
(Υ.Π.Υ.Τ), η οποία υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Υποδοχής, όπως αυτή
συνιστάται με το άρθρο 26 του παρόντος νόμου. 2. Η Υπηρεσία Υποδοχής και
Ταυτοποίησης λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και έχει ως κύρια αποστολή την
αποτελεσματική διενέργεια των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης των πολιτών
τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες
διατυπώσεις. Για το σκοπό αυτόν η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι
αρμόδια:
α) για την πραγματοποίηση των διαδικασιών καταγραφής,
ταυτοποίησης και εξακρίβωσης των στοιχείων, τον ιατρικό έλεγχο, τον εντοπισμό
ευάλωτων προσώπων, την παροχή ενημέρωσης, ιδίως για τις διαδικασίες διεθνούς ή
άλλης μορφής προστασίας και για τις διαδικασίες επιστροφής, καθώς και για την
προσωρινή διαμονή των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη
χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις και την περαιτέρω παραπομπή τους σε
κατάλληλες δομές υποδοχής ή προσωρινής φιλοξενίας,
β) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία Κέντρων και
Δομών για την πραγματοποίηση των ως άνω διαδικασιών,
γ) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία ανοικτών
Δομών Προσωρινής Υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν
αιτηθεί διεθνή προστασία,
δ) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία ανοικτών
Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι είτε
βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής, απέλασης ή επανεισδοχής, σύμφωνα με το
άρθρο 22 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε
συνδυασμό με το άρθρο 30 του ν. 3907/2011 είτε τελούν υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης,
σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3907/2011 είτε υπάγονται στις διατάξεις των
άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).
3. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης συγκροτείται
από την Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές της Υπηρεσίες. Η Κεντρική
Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης διαρθρώνεται στα εξής Τμήματα:
α) Τμήμα Ενημέρωσης και Διεθνούς και Ευρωπαϊκής
Συνεργασίας, το οποίο υποστηρίζει τον Διευθυντή και διαρθρώνεται σε:
αα) Γραφείο Ενημέρωσης, το οποίο είναι αρμόδιο για τα
ζητήματα επικοινωνίας και ενημέρωσης του κοινού,
ββ) Γραφείο Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Συνεργασίας, το
οποίο παρακολουθεί και μελετά τις εξελίξεις στον τομέα του ασύλου και των
λοιπών μορφών διεθνούς προστασίας, υποβάλλει προτάσεις για τις αναγκαίες
τροποποιήσεις και βελτιώσεις και μεριμνά για την εκπροσώπηση της χώρας σε
ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο αναφορικά με τα ζητήματα αρμοδιότητας της
Υπηρεσίας. Στο Τμήμα λειτουργεί γραμματεία για την υποστήριξη του Διευθυντή.
β) Τμήμα Συντονισμού, το οποίο συντονίζει τις
ενέργειες των Περιφερειακών Υπηρεσιών Υποδοχής και Ταυτοποίησης, καθώς και
οργανώνει, συντονίζει και εποπτεύει τις Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης,
υποβάλλει προτάσεις για τις αναγκαίες τροποποιήσεις και βελτιώσεις μεριμνά για
την επικοινωνία και συνεργασία με την Υπηρεσία Ασύλου και με άλλες υπηρεσίες
του Δημοσίου, με ανεξάρτητες αρχές, καθώς και με φορείς της κοινωνίας των
πολιτών και νομικά πρόσωπα, τηρεί καταλόγους πιστοποιημένων φορέων της
κοινωνίας των πολιτών και διερμηνέων.
γ) Οικονομικό Τμήμα, το οποίο συντάσσει και εκτελεί
τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, μεριμνά για την
κατάρτιση και έγκριση των προμηθειών της Υπηρεσίας, καθώς και για το χειρισμό
θεμάτων που αφορούν τις αποδοχές, αποζημιώσεις και κάθε είδους αμοιβές του
προσωπικού, τον ορισμό δημοσίων υπολόγων, την κατανομή, ανακατανομή και έλεγχο
της κίνησης της παγίας προκαταβολής, καθώς και για κάθε άλλο σχετικό θέμα.
δ) Τμήμα Σχεδιασμού, Διαχείρισης και Εφαρμογής
Προγραμμάτων, το οποίο προετοιμάζει, υποβάλλει και υλοποιεί δράσεις με
χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς, θεσμικούς ή άλλους πόρους και έχει την επιτελική
ευθύνη προγραμματισμού, διαχείρισης, αξιολόγησης και υλοποίησης των
προγραμμάτων αυτών.
ε) Τμήμα Πληροφορικής, το οποίο υποστηρίζει το σύστημα
μηχανοργάνωσης της Υπηρεσίας, μεριμνά για την κατάλληλη διασύνδεσή του με
αρχεία τηρούμενα από άλλες Υπηρεσίες του Δημοσίου ή άλλες αντίστοιχες αρχές κρατών
− μελών της Ε.Ε. στο πλαίσιο σχετικών συμφωνιών και είναι αρμόδιο για τη
συλλογή, επεξεργασία και τήρηση στατιστικών δεδομένων από τις Περιφερειακές
Υπηρεσίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στ) Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού, και
Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο το οποίο διαρθρώνεται σε:
αα) Γραφείο Ανθρώπινου Δυναμικού το οποίο χειρίζεται
θέματα διορισμών, μετατάξεων, προσόντων, αξιολόγησης, προαγωγών, αδειών,
ασθενειών, αμοιβών, πειθαρχικών υποθέσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων και κάθε άλλο
θέμα που αφορά το προσωπικό της Υπηρεσίας και μεριμνά για την έκδοση των
σχετικών διοικητικών πράξεων. Επίσης, μεριμνά για την οργάνωση της εκπαίδευσης,
μετεκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης του ως άνω προσωπικού, καθώς και για τη
διασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχουν οι Υπηρεσίες Υποδοχής και
Ταυτοποίησης και
ββ) Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο υποστηρίζει
γραμματειακά και διακινεί την αλληλογραφία της Κεντρικής Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία των κτιριακών εγκαταστάσεων
της Κεντρικής Υπηρεσίας, τη διαχείριση του υλικού, καθώς και για την τήρηση του
αρχείου.
ζ) Νομικό Τμήμα, το οποίο είναι αρμόδιο για την
προετοιμασία και την κατάρτιση των απαραίτητων σχεδίων νομοθετικών και εν γένει
κανονιστικών κειμένων και εγκυκλίων και για την παροχή νομικής υποστήριξης ως
προς τα θέματα λειτουργίας και άσκησης αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Υπηρεσίας και
των Περιφερειακών Υπηρεσιών. Είναι επίσης αρμόδιο για την σύνταξη γνωμοδοτήσεων
επί ερωτημάτων που άπτονται του αντικειμένου της Υπηρεσίας, για τη σύνταξη
υπηρεσιακών εγγράφων επί ερωτημάτων κοινοβουλευτικού ελέγχου καθώς και για την
ορθή εφαρμογή της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας.
η) Τμήμα Τεχνικής Υποστήριξης, με αρμοδιότητα τη
μέριμνα, τη μελέτη και την εποπτεία για τη συντήρηση, την επισκευή, τη
διαρρύθμιση, την επέκταση των κτηριακών εγκαταστάσεων Υπηρεσιών Υποδοχής και
Tαυτοποίησης ώστε να εξασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία τους, την μέριμνα για
τη σύνδεση των απαραίτητων για τη λειτουργία των περιφερειακών υπηρεσιών
υποδοχής και ταυτοποίησης παροχών από τις αρμόδιες υπηρεσίες και οργανισμούς και
τον έλεγχο των σχετικών λογαριασμών κατανάλωσης.
4. Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής
και Ταυτοποίησης είναι:
α) τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.),
β) οι Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης
(Κ.Μ.Υ.Τ.),
γ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής πολιτών
τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία,
δ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών
τρίτων χωρών ή ανιθαγενών:
που βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής σύμφωνα με το
άρθρο 22 του ν. 3907/2011
ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό
με το άρθρο 30 του ν. 3907/2011,
ή των οποίων η απομάκρυνση έχει αναβληθεί σύμφωνα με
το άρθρο 24 του ν. 3907/2011
ή που υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή
78 ή 78Α του ν. 3386/2005.
5. Η Κεντρική Υπηρεσία προγραμματίζει, κατευθύνει,
παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση των Περιφερειακών Υπηρεσιών και εξασφαλίζει
τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους σε συνεργασία
με τις λοιπές αρμόδιες υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτόν, η Κεντρική Υπηρεσία
μπορεί να αναπτύσσει διεθνή συνεργασία, ιδίως με αρμόδιες αλλοδαπές αρχές,
διεθνείς οργανισμούς, φορείς και υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κρατών−μελών
της και να συμμετέχει αυτοτελώς ή από κοινού με άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή
φορείς της κοινωνίας των πολιτών σε προγράμματα και δράσεις χρηματοδοτούμενες
από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους φορείς.
Άρθρο 9
Διαδικασίες υποδοχής και
ταυτοποίησης
1. Σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης
υποβάλλονται όλοι οι πολίτες τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς που εισέρχονται
χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη χώρα. Οι διαδικασίες υποδοχής και
ταυτοποίησης περιλαμβάνουν:
α) την καταγραφή των προσωπικών στοιχείων τους και τη
λήψη και καταχώριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων όσων έχουν συμπληρώσει το 14ο
έτος της ηλικίας τους,
β) την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ιθαγένειάς
τους,
γ) τον ιατρικό τους έλεγχο και την παροχή της τυχόν
αναγκαίας περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης,
δ) την ενημέρωσή τους για τα δικαιώματα και τις
υποχρεώσεις τους, ιδίως για τη διαδικασία υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς
προστασίας και για τη διαδικασία υπαγωγής σε πρόγραμμα εθελούσιας επιστροφής,
ε) τη μέριμνα για όσους ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες,
ώστε να υπαχθούν στην κατά περίπτωση προβλεπόμενη διαδικασία και να τους
παρασχεθεί εξειδικευμένη φροντίδα και προστασία, στ) την παραπομπή για την
εκκίνηση της διαδικασίας υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας για όσους
επιθυμούν να υποβάλλουν σχετική αίτηση,
ζ) την παραπομπή στις αρμόδιες υπηρεσίες για την
υπαγωγή σε διαδικασίες επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης για όσους δεν
υποβάλλουν ή για αυτούς των οποίων η αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίπτεται
κατά τη διάρκεια παραμονής τους στο Κ.Υ.Τ..
2. Στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης
υπάγονται και οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς οι οποίοι διαμένουν χωρίς
τις νόμιμες διατυπώσεις στην Ελλάδα και δεν αποδεικνύουν την ιθαγένεια και την
ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας αρχής.
Άρθρο 10
Δομές
1. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται Κέντρα Υποδοχής
και Ταυτοποίησης σε συνοριακές περιοχές της Ελλάδας στις οποίες αυτό κρίνεται
αναγκαίο, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των εισερχομένων χωρίς τις νόμιμες
διατυπώσεις. Στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης μπορεί να λειτουργεί
Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου ή Αυτοτελές Κλιμάκιο ή Κινητό Κλιμάκιο της
Υπηρεσίας Ασύλου.
2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται Κέντρα Υποδοχής
και Ταυτοποίησης και σε περιοχές της ενδοχώρας, για τις ανάγκες των διαδικασιών
υποδοχής και ταυτοποίησης.
3. Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας μπορεί να
συνιστώνται Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε σημεία της
Επικράτειας, όπου κρίνεται αναγκαία η παροχή υπηρεσιών υποδοχής και ταυτο−
ποίησης, ιδίως σε περίπτωση εισόδου μεγάλου αριθμού προσώπων χωρίς τις νόμιμες
διατυπώσεις, των οποίων η παραπομπή σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης δεν είναι
άμεσα εφικτή ή σκόπιμη.
4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται ανοικτές Δομές
Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία.
5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται ανοικτές Δομές Προσωρινής
Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι εισέρχονται ή διαμένουν
στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, οι οποίοι:
α) βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής σύμφωνα με το
άρθρο 22 του ν. 3907/2011 ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό
με το άρθρο 30 του ν. 3907/2011 ή β) τελούν υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης,
σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3907/2011 ή
γ) υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78
ή 78Α του ν. 3386/2005.
6. Στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στις ανοικτές
Δομές Προσωρινής Υποδοχής και στις ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας
ιδρύονται διακριτοί χώροι με τις κατάλληλες προδιαγραφές για την παραμονή
πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες της παρ. 8
του άρθρου 14.
Άρθρο 11
Στελέχωση
1. Στην Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνιστάται
θέση Διευθυντή. Ο Διευθυντής διορίζεται, ύστερα από δημόσια πρόσκληση
ενδιαφέροντος, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, με θητεία τριών ετών που μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Ο
Διευθυντής είναι προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης,
με διοικητική ικανότητα, και εξειδίκευση ή/και εμπειρία στους τομείς διεθνούς
προστασίας ή των δικαιωμάτων του ανθρώπου ή του διεθνούς δικαίου. Ο Διευθυντής
προΐσταται της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, ήτοι της Κεντρικής
Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών, και ελέγχεται από τον Υπουργό
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, ο οποίος δύναται να τον παύει πριν
τη λήξη της θητείας του είτε κατόπιν παραίτησής του είτε λόγω αδυναμίας
εκτέλεσης των καθηκόντων του ή για άλλο σοβαρό λόγο που ανάγεται στην άσκηση
των καθηκόντων του. Ο Διευθυντής είναι Έλληνας πολίτης. Κατά τη διάρκεια της
θητείας του αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε άλλου δημοσίου λειτουργήματος
και δεν επιτρέπεται η άσκηση καμίας επαγγελματικής δραστηριότητας ή η ανάληψη
άλλων αμειβόμενων καθηκόντων, στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα ή η ανάληψη
άλλων μη αμειβόμενων καθηκόντων, σε αντικείμενο συναφές με τα καθήκοντά του. Οι
αποδοχές του Διευθυντή καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
2. Σε κάθε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνιστάται
θέση Διοικητή. Ο Διοικητής είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με ικανότητα και
εμπειρία στη διοίκηση ή/και εξειδίκευση στο πεδίο των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Διορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Υποδοχής, κατόπιν εισήγησης του
Διευθυντή της Υπηρεσίας, για θητεία ενός (1) έτους που μπορεί να παραταθεί για
δύο (2) ακόμη έτη και να παραταθεί εκ νέου ή να ανανεωθεί ανάλογα με τις
υπηρεσιακές ανάγκες, κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Ο Διοικητής προΐσταται του
Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης και ελέγχεται από τον Διευθυντή της
Υπηρεσίας. Ο Γενικός Γραμματέας Υποδοχής δύναται να τον παύει πριν τη λήξη της
θητείας του είτε κατόπιν παραίτησης του είτε λόγω αδυναμίας εκτέλεσης των
καθηκόντων του ή για άλλο σοβαρό λόγο που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων
του. Οι αποδοχές του Διοικητή καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Οικονομικών. Σε
περίπτωση που ο Διοικητής είναι δημόσιος υπάλληλος, καταβάλλεται επίδομα
ευθύνης Προϊσταμένου Διεύθυνσης, ο δε χρόνος της θητείας του θεωρείται ως
χρόνος άσκησης καθηκόντων Προϊσταμένου Διεύθυνσης.
3. Προϊστάμενος των κλιμακίων ταυτοποίησης και
εξακρίβωσης ιθαγένειας και εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας που προβλέπονται
στα στοιχεία (β) και (ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 13, ορίζεται αξιωματικός
της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.), τουλάχιστον με βαθμό Αστυνόμου Α΄ , ο οποίος
αναφέρεται στον Διοικητή για την εκπλήρωση των καθηκόντων αρμοδιότητας των ως
άνω κλιμακίων και έχει την ευθύνη της συνεργασίας με τους υπαλλήλους του
Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα
Εξωτερικά Σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν διατεθεί για την υποστήριξη των
λειτουργιών του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
4. Σε κάθε Κινητή Μονάδα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, με
απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας, ορίζεται επικεφαλής. Στον επικεφαλής
καταβάλλεται επίδομα προϊσταμένου τμήματος, για όσο χρόνο ασκεί τα καθήκοντα
αυτά και ο χρόνος της θητείας του θεωρείται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων
προϊσταμένου τμήματος. Σε κάθε κινητή μονάδα υποδοχής και ταυτοποίησης
συμμετέχει, με καθήκοντα ανάλογα με αυτά των κλιμακίων ταυτοποίησης και
εξακρίβωσης ιθαγένειας και εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας των Κ.Υ.Τ.,
αστυνομικό προσωπικό που διατίθεται από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας
με επικεφαλής αξιωματικό με βαθμό τουλάχιστον Υπαστυνόμου Α΄ .
5. Οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων
Διεθνή Προστασία και οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας, λειτουργούν σε
επίπεδο τμήματος. Στις δομές αυτές προΐσταται υπάλληλος του Δημοσίου ή ιδιώτης,
πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με ικανότητα και εμπειρία στη διοίκηση ή/και
εξειδίκευση στο πεδίο των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ο οποίος διορίζεται με
απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας ή συμβάλλεται με το Δημόσιο με σύμβαση
εργασίας ορισμένου χρόνου διάρκειας ενός έτους κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης
εκδήλωσης ενδιαφέροντος του Διευθυντή. Στην περίπτωση των Δομών Προσωρινής
Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία η απόφαση διορισμού του προϊσταμένου
λαμβάνεται κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή της Διεύθυνσης Υποδοχής της Γενικής
Γραμματείας Υποδοχής.
6. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης στελεχώνεται
από δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι μετατάσσονται, μεταφέρονται ή
αποσπώνται από υπηρεσίες του δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2
του ν. 3861/2010, Α΄ 112) ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. ή από υπαλλήλους που
προσλαμβάνονται ως μόνιμοι ή με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, σύμφωνα με
τις ισχύουσες διατάξεις. Η πλήρωση των θέσεων διενεργείται μετά από δημόσια
πρόσκληση ενδιαφέροντος από τον Διοικητικό Διευθυντή της Υπηρεσίας. Οι
μετατάξεις, μεταφορές και αποσπάσεις πραγματοποιούνται, κατά παρέκκλιση των
κειμένων διατάξεων, προκειμένου να καλυφθεί η ανάγκη στελέχωσης της Υπηρεσίας
Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Μετατάξεις προσωπικού που υπηρετεί σε καταργούμενες
ή συγχωνευόμενες υπη− ρεσίες του δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο
2 του ν. 3861/2010, Α΄ 112), Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. προς την Υπηρεσία Υποδοχής και
Ταυτοποίησης διενεργούνται κατά προτεραιότητα.
Η μετάταξη πραγματοποιείται σε κενή οργανική θέση και
αν δεν υπάρχει κενή, με μεταφορά της θέσης του υπαλλήλου που μετατάσσεται, με
κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή της
Υπηρεσίας. Η μετάταξη ενεργείται μετά από δημόσια πρόσκληση που απευθύνει ο
Διευθυντής της Υπηρεσίας, στην οποία προσδιορίζονται τα γενικά και ειδικά
προσόντα, τα κριτήρια και η διαδικασία επιλογής των μετατασσομένων, χωρίς να
απαιτείται εφαρμογή της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011 (Α΄
180). Η Υπηρεσία ενημερώνει, επί ποινή ακυρότητας της πράξης, την Επιτροπή της
Π.Υ.Σ. 33/2006 (Α΄ 280) όπως ισχύει, καθώς και τις αρμόδιες υπηρεσίες του
Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης για τον αριθμό και τις
ειδικότητες των θέσεων που καλύπτονται με μετάταξη.
Η μετάταξη
γίνεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που κατέχει ο μετατασσόμενος
και διατηρεί το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς που τηρούσε πριν τη
μετάταξη. Οι αποσπάσεις διενεργούνται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων
Υπουργών, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη, μετά από πρόταση
του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, ο οποίος αξιολογεί τα
τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων και με την ίδια διαδικασία
πραγματοποιείται παράταση των αποσπάσεων αυτών.
Η μετάταξη γίνεται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων
Υπουργών, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180), κατά
παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. Οι αποσπασμένοι υπάλληλοι
λαμβάνουν τις τακτικές αποδοχές της οργανικής τους θέσης. Οι εν λόγω αποδοχές
βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου, της Υπηρεσίας ή του Φορέα στον οποίο
ανήκει ο αποσπώμενος υπάλληλος. Σε περίπτωση που ο αποσπώμενος υπάλληλος
δικαιούται επίδομα θέσης ευθύνης λόγω ανάληψης καθηκόντων προϊσταμένου στη θέση
που αποσπάσθηκε, το συγκεκριμένο επίδομα θα καταβάλλεται από την Υπηρεσία
Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης μπορεί να
απασχολεί προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου με τις
προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπεται στο ν. 2190/1994 (Α΄ 28), όπως
τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από το ν. 2527/1997 (Α΄ 206) και το Π.δ.
164/2004 (Α΄ 134). 7. Οι οργανικές θέσεις προσωπικού της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, κατά κατηγορία και κλάδο είναι οι ακόλουθες:
α. 70 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού−Οικονομικού
β. 4 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Πληροφορικής
γ. 2 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε.
δ. 70 θέσεις κατηγορίας ΤΕ Διοικητικού − Λογιστικού
ε. 10 θέσεις κατηγορίας ΤΕ Πληροφορικής
στ. 160 θέσεις κατηγορίας ΔΕ Διοικητικού − Λογιστικού
ζ. 60 θέσεις ΠΕ Ιατρών
η. 85 θέσεις ΤΕ Νοσηλευτών
θ. 20 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Κοινωνιολόγων
ι. 60 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Κοινωνικών Λειτουργών
ια. 85 θέσεις ΤΕ Κοινωνικών Λειτουργών ιβ. 60 θέσεις
ΠΕ Ψυχολογίας ιγ. 5 θέσεις κατηγορίας ΠΕ Νομικής ιδ. 2 θέσεις ΠΕ Ευρωπαϊκών και
Διεθνών Σπουδών ιε. 15 θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού. ιστ. 3 θέσεις
κατηγορίας ΠΕ Μηχανολόγων Μηχανικών ιζ. 3 θέσεις ΠΕ Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ιη.
3 θέσεις ΠΕ Πολιτικών Μηχανικών ιθ. 3 θέσεις ΠΕ Ηλεκτρολόγων Μηχανικών
κ. 2 θέσεις ΠΕ Τοπογράφων Μηχανικών κα. 2 θέσεις ΤΕ
Δομικών Έργων κβ. 2 θέσεις ΤΕ Ηλεκτρολόγων κγ. 2 θέσεις ΤΕ Μηχανολόγων κδ. 25
θέσεις κατηγορίας ΔΕ Τεχνικών διαφόρων ειδικοτήτων.
Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης τοποθετείται το προσωπικό στην Κεντρική Υπηρεσία Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, καθώς και στις Περιφερειακές Υπηρεσίες, λαμβανομένων υπόψη της
προκήρυξης ή πρόσκλησης, των κείμενων διατάξεων, καθώς και των υφιστάμενων
αναγκών της Υπηρεσίας.
8. Για τις ανάγκες της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης μπορεί να συνάπτονται συμβάσεις παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών ή
συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, κατά τις κείμενες διατάξεις, με
διερμηνείς, οι οποίοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και επιλέγονται από
σχετικό κατάλογο που καταρτίζει η Κεντρική Υπηρεσία και τηρείται σύμφωνα με τον
Κανονισμό Λειτουργίας της.
Οι διερμηνείς αμείβονται σύμφωνα με τους όρους
σχετικής σύμβασης παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών ή εργασίας ορισμένου χρόνου,
κατά τις κείμενες διατάξεις. Η αμοιβή τους, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά
πληρωμής για την εκτέλεση των ανωτέρω συμβάσεων ορίζονται με κοινή απόφαση του
Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού
Οικονομικών. 9. Για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας Κέντρου
Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή Δομής Προσωρινής Υποδοχής ή Δομής Προσωρινής
Φιλοξενίας εξαιρουμένων αυτών που συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας, όπως η
έκδοση διοικητικών πράξεων, η διεκπεραίωση επιμέρους αρμοδιοτήτων της υπηρεσίας
αυτής μπορεί να ανατίθεται για ορισμένο χρόνο, σε φορείς της κοινωνίας των
πολιτών που ανταποκρίνονται σε κατάλληλες προδιαγραφές ποιότητας ή σε δημόσιους
φορείς, όπως εποπτευόμενα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.
Η ανωτέρω ανάθεση γίνεται με σύναψη προγραμματικών
συμβάσεων μεταξύ της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και των ενδιαφερόμενων
φορέων. Η διαδικασία, τα κριτήρια, οι ειδικότεροι όροι, το περιεχόμενο και κάθε
σχετική λεπτομέρεια για την επιλογή φορέα υλοποίησης θα προσδιορίζονται σε
σχετική πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος την οποία θα εκδίδει ο Διευθυντής της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
Η επιλογή του φορέα υλοποίησης θα γίνεται από Επιτροπή
οριζόμενη από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Στη
σύμβαση ορίζονται τουλάχιστον:
α) το αντικείμενο της σύμβασης, το πρόγραμμα εκτέλεσης
της μελέτης ή υπηρεσίας και η προεκτιμώμενη συνολική δαπάνη,
β) τα καθήκοντα της εντολοδόχου,
γ) ο τρόπος κάλυψης των αναγκαίων για την εκπλήρωση
της σύμβασης δαπανών της εντολοδόχου και οι λεπτομέρειες της καταβολής τους,
δ) οι ποινικές ρήτρες και άλλες συνέπειες σε βάρος της
εντολοδόχου σε περίπτωση υπαίτιας πλημμελούς εκπλήρωσης της εντολής,
ε) οι όροι διαπίστωσης της εκπλήρωσης των καθηκόντων
της εντολοδόχου και της λήξης της εντολής,
στ) ο τρόπος και οι όροι χρηματοδότησης των συμβάσεων
που θα αναθέσει η εντολοδόχος αναθέτουσα Αρχή,
ζ) οι όροι άσκησης του τεχνικού, οικονομικού και
λογιστικού ελέγχου του κυρίου του έργου κατά τις φάσεις εκπλήρωσης της εντολής
και
η) οι πράξεις και ενέργειες της εντολοδόχου πριν από
τις οποίες απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του κυρίου του έργου.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής
Αλληλεγγύης και Οικονομικών προσδιορίζονται οι ειδικότεροι όροι και
προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας που πρέπει να πληρούν οι φορείς της
κοινωνίας των πολιτών, για την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου. Η
δαπάνη της ανάθεσης μπορεί να καλύπτεται από εθνικούς, συγχρηματοδοτούμενους
πόρους ή ιδίους πόρους των φορέων αυτών ή άλλους πόρους, κατ’ εφαρμογή και της
διάταξης του άρθρου 28 παρ. 8 του ν. 4033/2011, όπως ισχύει. Στη Διεύθυνση
Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας Υποδοχής καταρτίζεται και τηρείται Μητρώο
διαπιστευμένων προς τούτο φορέων.
10. Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης επιμορφώνονται για το αντικείμενο της αποστολής τους, με μέριμνα
της Κεντρικής Υπηρεσίας, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία ή/και με
διεθνείς φορείς και οργανισμούς. Οι ιατροί που παρέχουν υπηρεσίες στις Δομές
της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, εκπαιδεύονται για την πιστοποίηση
θυμάτων βασανιστηρίων, με μέριμνα της Υπηρεσίας, σε συνεργασία με διεθνείς
οργανισμούς και υπηρεσίες, όπως η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των
Βασανιστηρίων, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, και η Ευρωπαϊκή
Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο.
11. Αρμόδια για τα θέματα του προσωπικού της Υπηρεσίας
Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι τα υπηρεσιακά συμβούλια του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Ως αιρετά μέλη στα συμβούλια αυτά,
όταν εξετάζονται θέματα των υπαλλήλων των ανωτέρω υπηρεσιών, λαμβάνουν μέρος
εκπρόσωποι των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Για θέματα
που αφορούν στη διαδικασία και όλους γενικά τους όρους εκλογής των εκπροσώπων,
ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 159 έως 162 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26),
όπως αυτά τροποποιήθηκαν και ισχύουν.
12. Για τους
δικηγόρους που διορίζονται στη θέση Διοικητών των Κέντρων Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, των προϊσταμένων των Δομών Προσωρινής Υποδοχής και των Δομών
Προσωρινής Φιλοξενίας, αναστέλλεται η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος
καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας τους στις ως άνω θέσεις.
13. Οι οργανικές θέσεις ειδικού επιστημονικού
προσωπικού της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης μπορεί να καλύπτονται με
μετατάξεις, μεταφορές ή αποσπάσεις προσωπικού του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α..
Σε περίπτωση αδυναμίας πλήρωσής τους με προσωπικό προσόντων ειδικού
επιστημονικού προσωπικού, οι ως άνω οργανικές θέσεις μπορούν να καλύπτονται με
μετατάξεις, μεταφορές ή αποσπάσεις προσωπικού προσόντων ΠΕ με γνωστικό
αντικείμενο, νομικών, πολιτικών, κοινωνικών, τεχνολογικών ή ανθρωπιστικών
επιστημών από υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α.. Η κατά τα ανωτέρω,
μετάταξη μόνιμου προσωπικού σε θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης γίνεται σε συνιστώμενες με τις πράξεις μετάταξης
προσωποπαγείς θέσεις μονίμων υπαλλήλων, με δέσμευση αντίστοιχου αριθμού κενών
θέσεων ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου, οι οποίες δεν καλύπτονται όσο οι ως άνω υπάλληλοι παραμένουν
στις ανωτέρω προσωποπαγείς θέσεις.
14. Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής
και Ταυτοποίησης λειτουργούν όλο το εικοσιτετράωρο, όλες τις ημέρες της
εβδομάδας συμπεριλαμβανομένων των Κυριακών και εξαιρέσιμων ημερών, και οι
υπάλληλοι εργάζονται με σύστημα εναλλαγής βαρδιών, όπως ειδικότερα ορίζεται στο
Γενικό Κανονισμό Λειτουργίας της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Με το
Προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 1 του άρθρου 17 καθορίζονται τα ειδικότερα
καθήκοντα και υποχρεώσεις του προσωπικού της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, το εργασιακό καθεστώς, οι όροι και το ωράριο απασχόλησης, η
ρύθμιση υπερωριακής απασχόλησης και ειδικότερα ζητήματα για την παροχή της
υπηρεσίας αυτής.
15. Για τις μετακινήσεις και την παροχή εργασίας των
υπαλλήλων της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης εντός ή εκτός έδρας
εφαρμόζονται οι διατάξεις της υποπαραγράφου Δ9 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015
(Α΄ 94). Επιτρέπεται δε η υπέρβαση του αριθμού ημερών εκτός έδρας απασχόλησης,
σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 της υποπαραγράφου Δ9 του άρθρου 2 του
ν. 4336/2015 έως συνολικά 180 ημέρες ετησίως. 16. Σε περίπτωση επείγουσας
ανάγκης, με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας, μπορεί συγκεκριμένη
Περιφερειακή Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης να ενισχύεται προσωρινά με
υπαλλήλους που υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία ή σε άλλη Περιφερειακή Υπηρεσία
Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
17. Στους υπαλλήλους των Περιφερειακών Υπηρεσιών της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης καταβάλλεται το επίδομα της παρ. 1 του
άρθρου 15 του ν. 4024/ 2011, όπως αυτό εξακολουθεί να καταβάλλεται σύμφωνα με
το άρθρο 18 του ν. 4354/2015. Το ποσό του ανωτέρω επιδόματος ορίζεται σε εκατόν
πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως.
18. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης ορίζεται ως
αρμόδια αρχή για την έκδοση διαταγής εξουσιοδοτήσεως εθνικού διαβαθμισμένου
υλικού, για το προσωπικό της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και ως
υπεύθυνη διεύθυνση για θέματα ασφαλείας, εφαρμογής του Εθνικού Κανονισμού
Ασφαλείας (Ε.Κ.Α.) που αφορούν την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Στην
Υπηρεσία λειτουργεί Υπαρχείο σύμφωνα με τις διατάξεις του Ε.Κ.Α. στο οποίο
προΐσταται ο προϊστάμενος του Τμήματος Συντονισμού της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης.
19. Το προσωπικό της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης δύναται να φέρει ειδική ενδυμασία κατάλληλη για την προστασία από
τις καιρικές συνθήκες. Με από− φαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας ορίζονται οι
όροι, οι προϋποθέσεις, οι προδιαγραφές, οι κατηγορίες του προσωπικού που θα
φέρει τη σχετική ενδυμασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Άρθρο 12
Προϋπολογισμός – Οικονομική
Διαχείριση
1. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης έχει ίδιο
προϋπολογισμό ως ειδικός φορέας του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, όπου εγγράφονται οι αναγκαίες για την λειτουργία του φορέα
πιστώσεις, καθώς και κάθε άλλη δαπάνη που συνάδει με την εκπλήρωση των σκοπών
του. Ειδικότερα, εγγράφονται πιστώσεις που αφορούν ενδεικτικά:
α) αποδοχές του προσωπικού που δεν μισθοδοτείται από
τις υπηρεσίες από τις οποίες έχει αποσπαστεί, αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης,
αμοιβές υπηρεσιών διερμηνείας, οδοιπορικά έξοδα και άλλες συναφείς
αποζημιώσεις,
β) καταβολή μισθωμάτων για τα οικήματα ή τους χώρους
που στεγάζονται οι υπηρεσίες της και δεν ανήκουν στο Δημόσιο,
γ) αγορά, μίσθωση, επισκευή και συντήρηση κάθε είδους
υλικοτεχνικού εξοπλισμού,
δ) την ανάθεση σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών
έργων των Περιφερειακών Υπηρεσιών,
ε) λειτουργικά έξοδα, όπως σίτιση διαμενόντων και
έξοδα καθαρισμού των χώρων, έξοδα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού
καθώς και τη διενέργεια μελετών ή ερευνών επί θεμάτων αρμοδιότητας της
Υπηρεσίας.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης εγγράφονται στον προϋπολογισμό της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης πιστώσεις για κάθε άλλη έκτακτη δαπάνη,
πέρα από όσες διαλαμβάνονται στην παράγραφο 1, που είναι αναγκαία για τη
λειτουργία των υπηρεσιών της.
3. Στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων εγγράφονται οι
πιστώσεις για την πληρωμή έργων που υλοποιούνται για την εκπλήρωση των σκοπών
της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, τα οποία χρηματοδοτούνται είτε από
κοινοτικούς είτε από εθνικούς πόρους και αφορούν ενδεικτικά:
α) διοικητικές δαπάνες,
β) αγορά ή απαλλοτρίωση εδάφους ή κτισμάτων,
γ) προμήθεια και μίσθωση μεταφορικών μέσων,
δ) κατασκευές έργων,
ε) συντήρηση έργων, στ) μηχανικός και λοιπός
κεφαλαιουχικός εξοπλισμός,
ζ) μελέτες και έρευνες,
η) επιδοτήσεις− οικονομικές ενισχύσεις και
θ) λοιπές δαπάνες.
4. Στην Κεντρική Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης
συνιστάται πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του ν.
4270/2014 (Α΄ 143).
5. Η οικονομική διαχείριση της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης ασκείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της και οι δαπάνες
πραγματοποιούνται, ελέγχονται, εκκαθαρίζονται και εντέλλονται σύμφωνα με τις
διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού και μπορούν να χρηματοδοτούνται από
χρηματοδοτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων ευρωπαϊκών ή διεθνών
φορέων, συμπεριλαμβανομένων των φορέων της κοινωνίας των πολιτών ή από κάθε
είδους άλλους πόρους.
6. Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων υπηρεσιών ή
έργου, η δαπάνη των οποίων μπορεί να καλύπτεται από εθνικούς ή κάθε είδους
άλλους πόρους, σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημόσιου λογιστικού.
7. Η κάλυψη των δαπανών για τη λειτουργία των Κέντρων
Υποδοχής και Ταυτοποίησης δύναται να γίνεται και από τον εγκεκριμένο τακτικό
προϋπολογισμό του φορέα 07−450 «Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής», πέραν του
προϋπολογισμού του Π.Δ.Ε..
Ως λειτουργικές δαπάνες των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης
νοείται και κάθε δαπάνη που αφορά τη φιλοξενία των πολιτών τρίτων χωρών που
διαμένουν στις εγκαταστάσεις της.
8. Προμήθειες εγκεκριμένων προϋπολογισμών προγραμμάτων
που αφορούν τη διαχείριση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών και
εντάσσονται σε κατεπείγουσες δράσεις (Επείγοντα Μέτρα Ευρωπαϊκών Ταμείων) ή
χαρακτηρίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης ως επείγοντα, δύνανται, κατ’ εξαίρεση κάθε γενικής ή ειδικής
διάταξης, να προκηρύσσονται με βάση τα όρια των ποσών των συγκεκριμένων δράσεων
και του ύψους των προϋπολογισμών τους, χωρίς να απαιτείται η ενοποίηση τους με
ομοειδείς προμήθειες του τακτικού προϋπολογισμού ή άλλων χρηματοδοτούμενων
δράσεων.
Άρθρο 13
Διοίκηση και διάρθρωση των
Περιφερειακών Υπηρεσιών
1. Τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και οι Κινητές
Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης διαρθρώνονται σε λειτουργικά διακριτά
κλιμάκια, ως εξής:
α) κλιμάκιο διοικητικής μέριμνας, το οποίο είναι
αρμόδιο για τη διοικητική υποστήριξη του Κέντρου ή της Μονάδας, τη στέγαση και
σίτιση των παραμενόντων εντός των χώρων τους και τον καθαρισμό των χώρων αυτών,
β) κλιμάκιο ταυτοποίησης και εξακρίβωσης ιθαγένειας,
το οποίο είναι αρμόδιο για την καταγραφή των προσωπικών στοιχείων των πολιτών
τρίτων χωρών και τη λήψη και καταχώριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων όσων έχουν
συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους και την εξακρίβωση της ταυτότητας και
της ιθαγένειάς τους,
γ) κλιμάκιο ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής
υποστήριξης,
δ) κλιμάκιο ενημέρωσης, το οποίο είναι αρμόδιο για την
ενημέρωση των πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών σχετικά με τα δικαιώματα και
τις υποχρεώσεις τους,
ε) κλιμάκιο εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας. Ο
Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης προβλέπει
τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το προσωπικό του κλιμακίου εξωτερικής φύλαξης
και ασφάλειας δύναται να εισέλθει εντός του κέντρου για λόγους τήρησης της
τάξης.
2. Ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης
προΐσταται των κλιμακίων διοικητικής μέριμνας, ιατρικού ελέγχου και
ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και ενημέρωσης, συντονίζει, κατευθύνει και ελέγχει
το έργο του προσωπικού που απασχολείται σε αυτά και μεριμνά για την εύρυθμη
λειτουργία του Κέντρου σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες αρχές και φορείς.
Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και
Ταυτοποίησης συνεργάζεται με τον προϊστάμενο των κλιμακίων ταυτοποίησης και
εξακρίβωσης ιθαγένειας και εξωτερικής φύλαξης, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τις
λειτουργίες των αστυνομικών υπηρεσιών. Κατευθύνει το προσωπικό που διατίθεται
από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας
στα Εξωτερικά Σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), το οποίο δραστηριοποιείται
εντός του Κέντρου.
3. Για τη λειτουργία των κλιμακίων ιατρικού ελέγχου
και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, τα Κέντρα και οι Μονάδες Υποδοχής και
Ταυτοποίησης δύναται να διαθέτουν ασθενοφόρα, για τα οποία χορηγείται άδεια
κυκλοφορίας από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας.
4. Οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και οι
ανοιχτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας διαρθρώνονται σε λειτουργικά διακριτά
κλιμάκια, ως εξής:
α) κλιμάκιο διοικητικής μέριμνας, το οποίο είναι
αρμόδιο για τη διοικητική υποστήριξη, τη στέγαση και σίτιση των παραμενόντων
και τον καθαρισμό των χώρων,
β) κλιμάκιο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και
ψυχοκοινωνικής υποστήριξης,
γ) κλιμάκιο ενημέρωσης το οποίο είναι αρμόδιο για την
ενημέρωση των φιλοξενούμενων σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους,
δ) κλιμάκιο εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας. Ο Γενικός
Κανονισμός λειτουργίας των Δομών Προσωρινής Υποδοχής και ο Γενικός Κανονισμός
λειτουργίας των Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας προβλέπουν τις περιπτώσεις κατά τις
οποίες προσωπικό του κλιμακίου εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας δύναται να
εισέλθει εντός του κέντρου για λόγους τήρησης της τάξης.
5. Οι αρμοδιότητες των κλιμακίων των Περιφερειακών
Υπηρεσιών περιγράφονται λεπτομερώς και ρυθμίζονται στις κανονιστικές πράξεις
που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος.
Άρθρο 14
Καθεστώς παραμονής και διαδικασίες
στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και στις Κινητές Μονάδες
1. Οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που
εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη χώρα οδηγούνται άμεσα με ευθύνη
των αστυνομικών ή λιμενικών αρχών που επιλαμβάνονται αρμοδίως, σε Κέντρο
Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Η μεταφορά μπορεί να πραγματοποιηθεί και με μέριμνα
της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, σε περίπτωση αδυναμίας των αρμόδιων
αστυνομικών ή λιμενικών αρχών ή προκειμένου για την ταχεία και προσήκουσα
μεταφορά προσώπων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, όπως αυτές ορίζονται στην
παράγραφο 8.
2. Οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που
εισέρχονται στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, υπάγονται στις διαδικασίες
που ορίζονται στο άρθρο 9, τελώντας σε καθεστώς περιορισμού της ελευθερίας τους
εντός του Κέντρου, με απόφαση του Διοικητή του, η οποία εκδίδεται εντός τριών
(3) ημερών από την είσοδό τους. Εφόσον με την παρέλευση του τριημέρου δεν έχουν
ολοκληρωθεί οι ως άνω διαδικασίες, ο Διοικητής του Κέντρου μπορεί, υπό την
επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 46, που εφαρμόζεται αναλογικά, να αποφασίζει
την παράταση του περιορισμού της ελευθερίας των ανωτέρω προσώπων έως την
ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών για επιπλέον διάστημα που δεν υπερβαίνει
συνολικά τις είκοσι πέντε (25) ημέρες από την είσοδο στο Κέντρο.
Εναλλακτικά, ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και
Ταυτοποίησης στα σύνορα της χώρας, λόγω επειγουσών αναγκών εξαιτίας αύξησης
αφίξεων ή για την προσήκουσα ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών, και ιδίως σε
περίπτωση προσώπων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, μπορεί με απόφασή του να
παραπέμπει τον πολίτη τρίτης χώρας ή ανιθαγενή σε Κέντρα Υποδοχής και
Ταυτοποίησης στην ενδοχώρα ή να ορίζει την παραμονή σε άλλες κατάλληλες δομές,
για τη συνέχιση και την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποδοχής και ταυτοποίησης.
Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται και οι λεπτομέρειες της μεταφοράς των πολιτών
τρίτων χωρών ή ανιθαγενών μεταξύ των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας
Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Στο πλαίσιο των ως άνω διαδικασιών λαμβάνεται ειδική
μέριμνα για τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες
ομάδες και ειδικότερα για τους ασυνόδευτους ανηλίκους.
3. Ο περιορισμός της ελευθερίας συνεπάγεται την
απαγόρευση εξόδου από το Κέντρο και την παραμονή στους χώρους του σύμφωνα με
τους όρους και τις προϋποθέσεις του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του
Κέντρου, για το περιεχόμενο του οποίου οι παραμένοντες ενημερώνονται σε γλώσσα
που κατανοούν. Κατ’ εξαίρεση και για σοβαρούς λόγους, όπως για λόγους υγείας
του παραμένοντος στο Κέντρο ή συγγενή του, ο Διοικητής δύναται να χορηγήσει
άδεια προσωρινής εξόδου από τις παραπάνω εγκαταστάσεις.
4. Η απόφαση παράτασης του περιορισμού της ελευθερίας
για τις ανάγκες της ολοκλήρωσης των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης
περιέχει πραγματική και νομική αιτιολόγηση και είναι έγγραφη. Ο πολίτης τρίτης
χώρας ή ανιθαγενής που τελεί υπό περιορισμό της ελευθερίας του, παράλληλα με τα
δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, μπορεί να
προβάλει και αντιρρήσεις κατά της απόφασης παράτασης του περιορισμού της
ελευθερίας του ενώπιον του Προέδρου ή του υπ’ αυτού οριζόμενου Πρωτοδίκη του
Διοικητικού Πρωτοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου λειτουργεί το Κέντρο. Κατά
τα λοιπά, για τη διαδικασία των αντιρρήσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις
των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 76 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212), όπως ισχύει. Η
απόφαση επί των αντιρρήσεων μπορεί να ανακληθεί, ύστερα από αίτηση του
προβάλλοντος τις αντιρρήσεις, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία,
κατ’ εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 205 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Για τα δικαιώματά του, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή ο
πολίτης τρίτης χώρας ή ανιθαγενής ενημερώνεται σε γλώσσα που κατανοεί. Εάν
διαπιστωθεί ότι ο περιορισμός της ελευθερίας δεν είναι νόμιμος, με την ίδια
απόφαση διατάσσονται από το δικαστή τα κατάλληλα εναλλακτικά του περιορισμού
της ελευθερίας μέτρα.
5. Σε κάθε περίπτωση, καθ’ όλη τη διάρκεια των
διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης ο Διοικητής, και το προσωπικό του Κέντρου
μεριμνούν, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ανά περίπτωση, ώστε οι πολίτες τρίτων
χωρών ή ανιθαγενείς:
α) να τελούν υπό αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης,
β) να διατηρούν την οικογενειακή τους ενότητα,
γ) να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική
περίθαλψη και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή ή ψυχοκοινωνική στήριξη,
δ) να τυγχάνουν, εφόσον ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες,
της κατάλληλης κατά περίπτωση μεταχείρισης,
ε) να ενημερώνονται επαρκώς για τα δικαιώματα και τις
υποχρεώσεις τους,
στ) να έχουν πρόσβαση σε καθοδήγηση και νομική
συμβουλή και συνδρομή σχετικά με την κατάστασή τους,
ζ) να διατηρούν επαφή με φορείς και οργανώσεις της
κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μετανάστευσης και
των δικαιωμάτων του ανθρώπου και παρέχουν νομική ή κοινωνική συνδρομή,
η) να έχουν δικαίωμα επικοινωνίας με τους συγγενείς
και τα οικεία τους πρόσωπα.
6. Υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ευρωπαϊκή
Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Διαχείριση
της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης δύνανται να παρέχουν συνδρομή στις διαδικασίες υποδοχής και
ταυτοποίησης, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και σύμφωνα με το Γενικό
Κανονισμό Λειτουργίας. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και ο
Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης δύνανται να παρακολουθούν τις ως άνω διαδικασίες,
να παρέχουν πληροφορίες στους υπαγόμενους σε διαδικασία υποδοχής και
ταυτοποίησης και να παρέχουν κάθε συνδρομή, ανάλογα με την εντολή και τις
αρμοδιότητες του κάθε οργανισμού. Λεπτομέρειες της συνεργασίας των προηγούμενων
εδαφίων ρυθμίζονται με μνημόνια που συνάπτονται μεταξύ της Υπηρεσίας Υποδοχής
και Ταυτοποίησης και των ως άνω φορέων.
7. Το κλιμάκιο ενημέρωσης του Κέντρου Υποδοχής και
Ταυτοποίησης ενημερώνει τους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς για τα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, καθώς και για τις διαδικασίες υπαγωγής σε
καθεστώς διεθνούς προστασίας και για τις διαδικασίες εθελούσιου επαναπατρισμού.
Οι αιτούντες διεθνή προστασία παραπέμπονται στο κατά
τόπο αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου, Κλιμάκιο του οποίου μπορεί να
λειτουργεί στο Κέντρο. Σε κάθε στάδιο των διαδικασιών, η υποβολή αίτησης
διεθνούς προστασίας υποχρεώνει στο διαχωρισμό του αιτούντος από τους υπόλοιπους
που διαμένουν στο Κέντρο, εφόσον αυτό είναι εφικτό, και την ως άνω παραπομπή
του σε κατάλληλες διαδικασίες ή/και δομές φιλοξενίας. Η παραλαβή των αιτήσεων
και οι συνεντεύξεις των αιτούντων μπορούν να πραγματοποιούνται εντός των
εγκαταστάσεων του Κέντρου, σε χώρο που να διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα.
Οι αιτούντες διεθνή προστασία δύνανται να παραμένουν
στις εγκαταστάσεις για όσο χρόνο διαρκεί η διαδικασία εξέτασης της αίτησης τους
και για διάστημα μέχρι και εικοσιπέντε ημερών από την είσοδό τους στο Κέντρο.
Αν μετά την παρέλευση του χρονικού αυτού διαστήματος δεν έχει περατωθεί η
εξέταση της αίτησης, το αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου χορηγεί στον
ενδιαφερόμενο, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Τρίτου Μέρους του παρόντος,
δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία και αίρεται ο περιορισμός της ελευθερίας υπό
την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 46. Στη συνέχεια ο αιτών
παραπέμπεται από την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε κατάλληλες δομές
φιλοξενίας. Εφόσον η αίτηση και η τυχόν υποβληθείσα προσφυγή απορριφθούν, ενόσω
ο αιτών παραμένει στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, παραπέμπεται στην
αρμόδια αρχή για την υπαγωγή του σε διαδικασίες επιστροφής, επανεισδοχής ή
απέλασης.
8. Ο Διοικητής του Κέντρου ή της Μονάδας, ύστερα από
εισήγηση του προϊσταμένου του κλιμακίου ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής
υποστήριξης παραπέμπει τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες στον αρμόδιο
κατά περίπτωση φορέα κοινωνικής στήριξης ή προστασίας. Αντίγραφο του φακέλου
ιατρικού ελέγχου και της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης αποστέλλεται στον
προϊστάμενο της ανοιχτής Δομής Προσωρινής Υποδοχής ή Φιλοξενίας ή στον κατά
περίπτωση φορέα κοινωνικής στήριξης ή προστασίας στον οποίο παραπέμπονται. Σε
κάθε περίπτωση διασφαλίζεται η συνέχεια της θεραπευτικής αγωγής στις
περιπτώσεις που αυτό απαιτείται. Ως ευάλωτες ομάδες νοούνται για τις ανάγκες
του παρόντος:
α) οι ασυνόδευτοι ανήλικοι,
β) τα άτομα που έχουν αναπηρία ή πάσχουν από ανίατη ή
σοβαρή ασθένεια,
γ) οι υπερήλικες,
δ) οι γυναίκες σε κύηση ή λοχεία,
ε) οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα τέκνα,
στ) τα θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλης σοβαρής
μορφής ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, πρόσωπα με
σύνδρομο μετατραυματικής διαταραχής, ιδίως επιζήσαντες και συγγενείς θυμάτων
ναυαγίων και
ζ) τα θύματα εμπορίας ανθρώπων.
Τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες μπορεί να
παραμένουν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε ιδιαίτερους χώρους, μέχρι
την ολοκλήρωση των διαδικασιών του άρθρου 9, με την επιφύλαξη των προθεσμιών
της παραγράφου 2 του παρόντος. Οι υπηρεσίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης λαμβάνουν
ιδιαίτερη μέριμνα για την κάλυψη των ιδιαίτερων αναγκών και την παραπομπή
οικογενειών με παιδιά κάτω των 14 ετών και ιδίως νηπιακής και βρεφικής ηλικίας.
9. Σε περίπτωση που σε οποιοδήποτε στάδιο της
διαδικασίας ανακύπτει αμφιβολία σχετικά με την ανηλικότητα πολίτη τρίτης χώρας
ή ανιθαγενούς, ο Διοικητής του Κέντρου, με σχετική απόφασή του, τον παραπέμπει
σε διαδικασία διαπίστωσης ανηλικότητας σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Σε
κάθε περίπτωση, μέχρι την έκδοση πορίσματος περί της ηλικίας του, το πρόσωπο
θεωρείται ανήλικος και τυγχάνει αντίστοιχης μεταχείρισης. 10. Με την ολοκλήρωση
των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης, οι πολίτες τρίτων χωρών ή
ανιθαγενείς, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις περί χορήγησης διεθνούς
προστασίας ή άλλης μορφής προστασίας, και οι οποίοι δεν έχουν τίτλο νόμιμης
διαμονής στην Ελλάδα, με απόφαση του Διοικητή του Κέντρου παραπέμπονται στην
αρμόδια αστυνομική αρχή για την υπαγωγή τους σε διαδικασίες απέλασης,
επιστροφής ή επανεισδοχής, κατά τις κείμενες διατάξεις.
11. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται
αναλόγως και στην περίπτωση Κινητών Μονάδων Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
Άρθρο 15
Διοίκηση και καθεστώς παραμονής στις
ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και Προσωρινής Φιλοξενίας
1. Ο Προϊστάμενος της ανοιχτής Δομής Προσωρινής
Υποδοχής ή Προσωρινής Φιλοξενίας, συντονίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο
των υπαλλήλων που απασχολούνται σε αυτή και μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία
της σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες αρχές και φορείς, σύμφωνα με τα
ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας της.
2. Οι παραμένοντες στις Δομές αυτές μπορούν να
εισέρχονται και να εξέρχονται ελεύθερα, υπό την προϋπόθεση τήρησης των
υποχρεώσεών τους, όπως αυτές προκύπτουν από τον Κανονισμό Λειτουργίας τους, υπό
την επιφύλαξη της επιβολής τυχόν περιοριστικών όρων σύμφωνα με της παρ. 3 του άρθρου
22 του ν. 3907/2011.
Άρθρο 16
Φύλαξη − Εγκαταστάσεις
1. Την ευθύνη της φύλαξης των εγκαταστάσεων των
Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης έχει η Ελληνική
Αστυνομία. Η φύλαξη των ανοιχτών Δομών Προσωρινής Υποδοχής και Προσωρινής
Φιλοξενίας, μπορεί να ανατίθεται και σε προσωπικό ιδιωτικής εταιρείας παροχής
υπηρεσιών ασφαλείας που είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο. Με απόφαση του Υπουργού
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης καθορίζεται το είδος, το περιεχόμενο
και η διάρκεια της εκπαίδευσης που λαμβάνει το προσωπικό των ως άνω εταιρειών,
καθώς και οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας που την παρέχουν.
2. Εάν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη
διεξαγωγή των κατά περίπτωση προβλεπόμενων διαδικασιών ή οι υφιστάμενες δεν
επαρκούν, επιτρέπεται η κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων χρήση άλλων
δημόσιων εγκαταστάσεων, μετά από κατάλληλη διαρρύθμιση, καθώς και η μίσθωση
ακινήτων με κατάλληλη υποδομή ή, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, η μίσθωση
τουριστικών εγκαταστάσεων. Η χρήση των εγκαταστάσεων αυτών γίνεται με απόφαση
του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
3. Κατ’ εξαίρεση για τις ανάγκες εγκατάστασης των
Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης, των ανοιχτών Δομών Προσωρινής Υποδοχής,
καθώς και των ανοιχτών Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας, επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης
υφιστάμενων κτηρίων σε εκτός σχεδίου περιοχές, κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων
χρήσεων γης. Σε περιπτώσεις ιδιωτικών μισθούμενων ακινήτων, η παρέκκλιση θα
ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα χρήση. Για τις ίδιες ως άνω ανάγκες
εγκατάστασης επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω επείγουσας και
επιτακτικής ανάγκης και εθνικού συμφέροντος, είτε σε εκτός σχεδίου γήπεδα του
Δημοσίου είτε στα γήπεδα των προαναφερόμενων ιδιωτικών μισθούμενων ακινήτων
εφόσον διαθέτουν επαρκή έκταση, η τοποθέτηση ή ανέγερση προκατασκευασμένων
εγκαταστάσεων, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων της εκτός σχεδίου πόλης
και εκτός ορίων οικισμών δόμησης.
Για την εγκατάσταση των παραπάνω εγκαταστάσεων το
ελάχιστο εμβαδόν γηπέδου είναι 4.000 τετραγωνικά μέτρα. Το συνολικό ποσοστό
κάλυψης του γηπέδου δεν μπορεί να ξεπερνά το τριάντα τοις εκατό (30%) ενώ ο
συντελεστής δόμησης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 0,5. Σε κάθε περίπτωση
η συνολική δομούμενη επιφάνεια δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15.000 τετραγωνικά
μέτρα. Και στην περίπτωση αυτή η παρέκκλιση θα ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα
χρήση, οι δε εγκαταστάσεις θα έχουν προσωρινό χαρακτήρα και θα απομακρύνονται,
δεν μπορούν δε να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό.
Για την αλλαγή χρήσης και τις κατασκευές αυτές δεν
απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας αλλά έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας.
Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και
Ενέργειας και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης καθορίζονται, για κάθε
συγκεκριμένη περίπτωση ανέγερσης νέων εγκαταστάσεων, οι όροι και περιορισμοί
δόμησης και τυχόν ειδικότεροι όροι για τις εγκαταστάσεις, καθώς και κάθε
αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ρυθμίσεων της παραγράφου αυτής. Η
απόφαση αυτή επέχει θέση έγκρισης εργασιών μικρής κλίμακας. Επίσης, επέχει θέση
έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων στις
περιπτώσεις που οι εγκαταστάσεις εξυπηρετούνται από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών.
Με την ίδια απόφαση εγκρίνονται οι περιβαλλοντικοί όροι όταν οι εγκαταστάσεις
δεν εξυπηρετούνται από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών.
4. Για τις ανάγκες εγκατάστασης των υπηρεσιών της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα
που παραχωρούνται κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τους
εποπτευόμενους φορείς του στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, με αντάλλαγμα (μίσθωμα), στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων
προγραμμάτων, ή άνευ ανταλλάγματος και κατά παρέκκλιση των διατάξεων
πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου. Για τυχόν επισκευές, βελτιώσεις και
αναγκαίες πρόσθετες εγκαταστάσεις σε αυτά, εφαρμόζονται αναλογικά από το
Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης οι διατάξεις που διέπουν
την εκτέλεση στρατιωτικών έργων και εγκαταστάσεων εντός στρατοπέδων. Με κοινή
απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας
και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και
λεπτομέρειες εφαρμογής των παραπάνω ρυθμίσεων. Ακίνητα του Δημοσίου μπορεί
επίσης να παραχωρούνται, κατά χρήση δωρεάν, από την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου,
σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για την αντιμετώπιση των στεγαστικών
αναγκών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
5. Για την κατασκευή, εγκατάσταση και λειτουργία των δομών
των προηγούμενων παραγράφων επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης κτιρίων εντός ή εκτός
σχεδίου πόλεως και η εκτέλεση των αναγκαίων εσωτερικών μετασκευών με την έκδοση
έγκρισης εργασιών μικρής κλίμακας. Για τις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται
αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 28 του ν. 4033/2011 (Α΄ 254), όπως
ισχύουν.
6. Η επισκευή, συντήρηση, επέκταση ή διαρρύθμιση
κτιριακών εγκαταστάσεων του Δημοσίου όπου στεγάζονται υπηρεσίες της Υπηρεσίας
Υποδοχής και Ταυτοποίησης, γίνονται με μέριμνα του Τμήματος Τεχνικής
Υποστήριξης κατόπιν ειδικής μελέτης όπου αυτό χρειάζεται, σύμφωνα με την
κείμενη νομοθεσία.
Άρθρο 17
Εξουσιοδοτικές Διατάξεις
1. Με Προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των
Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών και Υγείας,
μπορεί, και κατά τροποποίηση των διατάξεων του παρόντος νόμου, να ρυθμίζονται
τα θέματα που αφορούν την οργάνωση, τη λειτουργία, τα καθήκοντα του προσωπικού,
τις επί μέρους αρμοδιότητες και να συνιστώνται ή να καταργούνται οργανικές
θέσεις προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Υγείας, θεσπίζεται ο Γενικός
Κανονισμός Λειτουργίας των Κέντρων και των Μονάδων Υποδοχής και Ταυτοποίησης,
όπου καθορίζονται επί μέρους θέματα εσωτερικής διάρθρωσης και λειτουργίας των
Κέντρων και των Μονάδων αυτών και ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες των κατά
περίπτωση ακολουθούμενων διαδικασιών και κάθε συναφές θέμα. Με όμοια απόφαση
θεσπίζονται οι Γενικοί Κανονισμοί Λειτουργίας των Δομών Προσωρινής Υποδοχής και
των Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας.
3. Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής
και Ταυτοποίησης διέπονται από Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας. Ειδικότερα, ο
Εσωτερικός Κανονισμός των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης και των Δομών
Προσωρινής Φιλοξενίας εκδίδεται από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας, κατόπιν γνώμης
των Διοικητών των Κέντρων ή των Προϊσταμένων των Δομών. Ο Εσωτερικός Κανονισμός
των Δομών Προσωρινής Υποδοχής εκδίδεται από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας,
κατόπιν γνώμης της αρμόδιας Διεύθυνσης Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας
Υποδοχής του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης μπορεί να κατανέμονται μεταξύ Περιφερειακών Υπηρεσιών της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης οι θέσεις προσωπικού που συνιστώνται γι’
αυτές.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ρυθμίζονται ειδικά θέματα διαχείρισης
υλικού, χρημάτων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης εγγράφονται στον προϋπολογισμό της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, πιστώσεις για κάθε άλλη δαπάνη πέρα από
όσες διαλαμβάνονται στο άρθρο 12, που είναι αναγκαία για τη λειτουργία των
υπηρεσιών της.
7. Το πρόγραμμα ιατρικού ελέγχου, ψυχοκοινωνικής
διάγνωσης διαπίστωσης της ανηλικότητας και παραπομπής των δικαιούχων σε δομές
υποστήριξης και φιλοξενίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας.
8. Για αποσπάσεις προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας
που διατάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Π.δ. 100/2003 (Α΄
94) στα σύνορα της χώρας ή για τη φύλαξη κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης,
Δομών Προσωρινής Υποδοχής και Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας ή εγκαταστάσεων όπου
κρατούνται πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς δικαιολογούνται οδοιπορικά έξοδα
για όλες τις ημέρες της απόσπασής τους και για χρονικό διάστημα μέχρι έξι μηνών
συνολικά ανά ημερολογιακό έτος.
9. Σε περίπτωση που οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις των
Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης δεν επαρκούν,
με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κατά
παρέκκλιση των κείμενων πολεοδομικών διατάξεων, δύναται να χρησιμοποιηθεί κάθε
κατάλληλη προς το σκοπό αυτό εγκατάσταση, ή να δημιουργούνται προσωρινές
εγκαταστάσεις. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται επίσης κάθε επιμέρους ζήτημα που
αφορά ιδίως το διάστημα χρησιμοποίησης των ως άνω εγκαταστάσεων, το σκοπό
λειτουργίας τους, τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας της ως άνω εγκατάστασης,
καθώς και τη δυνατότητα ανάθεσης ή συμμετοχής άλλων φορέων, δημόσιων ή
ιδιωτικών, οπότε συμπράττει ο κατά περίπτωση αρμόδιος Υπουργός στη δημιουργία,
υποστήριξη, στελέχωση ή διαχείριση των ως άνω εγκαταστάσεων, καθώς και την
εποπτεία και παρακολούθησή τους.
10. Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής
και Ταυτοποίησης, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Περιφερειακής
Υπηρεσίας, όταν οι υφιστάμενες Περιφερειακές Υπηρεσίες δεν επαρκούν, αιτούντες
διεθνή προστασία ή πρόσωπα που βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής, απέλασης ή
επανεισδοχής, και ιδίως πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, μπορούν να
παραπέμπονται σε δομές οι οποίες λειτουργούν από λοιπούς δημόσιους φορείς ή
φορείς της κοινωνίας των πολιτών.
11. Με Προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των
Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης ρυθμίζεται η διαδικασία ορισμού επιτρόπου ή
εκπροσώπου ασυνόδευτων ανηλίκων, όπως η έννοια αυτή ορίζεται κατά τις κείμενες
διατάξεις, τα καθήκοντα, οι αρμοδιότητες, η ευθύνη και η εποπτεία των
εκπροσώπων, οι όροι και η διαδικασία πιστοποίησης τους καθώς και κάθε άλλο
σχετικό θέμα. Με απόφαση των ως άνω Υπουργών ρυθμίζονται περαιτέρω λεπτομέρειες
της εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος του προηγούμενου εδαφίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Άρθρο 18
Τροποποίηση του ν. 4018/2011 (Α΄
215)
1. Το έκτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 4018/
2011 (Α΄ 215) τροποποιείται και αντικαθίσταται ως εξής: «Ποσοστό 75% των εσόδων
που εγγράφονται στον ΚΑΕ της περίπτωσης γ΄ της παρούσας παραγράφου, εγγράφεται
στον προϋπολογισμό της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και κατανέμεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών
και Διοικητικής Ανασυγκρότησης σε Υπουργεία, Αποκεντρωμένες Διοικήσεις,
Ν.Π.Δ.Δ. και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού που διαχειρίζονται
θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, υποδοχής και κοινωνικής ένταξης μεταναστών
και δικαιούχων διεθνούς προστασίας.»
2. Το προτελευταίο και τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του
άρθρου 2 του ν. 4018/2011 (Α΄ 215), στην οποία είχε προστεθεί η παρ. 9 του άρθρου
14 του ν. 4332/2015, τροποποιείται ως εξής: «Με όμοιες αποφάσεις είναι δυνατή η
κατανομή ποσών από το ίδιο ποσοστό σε Υπουργεία, Αποκεντρωμένες Διοικήσεις,
Ν.Π.Δ.Δ. και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού για την
αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών, που απορρέουν από την είσοδο και υποδοχή πολιτών
τρίτων χωρών. Οι εν λόγω πιστώσεις μπορούν να διατίθενται για την αντιμετώπιση
κάθε σχετικής δα− πάνης για την αντιμετώπιση των αναγκών αυτών».
Άρθρο 19
Τροποποίηση του ν. 4332/2015 (Α΄ 76)
και λοιπές διατάξεις
1. Η παρ. 10 του άρθρου 14 του ν. 4332/2015 (Α΄ 76)
αντικαθίσταται ως εξής: «Τα Ν.Π.Δ.Δ., οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, στα
διοικητικά όρια των οποίων λειτουργούν Κέντρα Πρώτης Υποδοχής (ΚΕ.Π.Υ.), Κέντρα
Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) και Ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και
Φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών ή διαθέτουν χώρους για την κάλυψη έκτακτων
αναγκών στέγασης και προσωρινής φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών, καθώς και
οι φορείς των Ο.Τ.Α. αυτών, δύνανται για την αντιμετώπιση έκτακτων και
επειγουσών αναγκών, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης διάταξης, να προβαίνουν σε
όλες τις αναγκαίες ενέργειες και να συνάπτουν με τρίτους συμβάσεις εκτέλεσης
έργων, παροχής υπηρεσιών, προμήθειας αγαθών ή μισθώσεων κινητών και ακινήτων σε
ό,τι αφορά την υποδοχή και φιλοξενία νεοεισερχόμενων πολιτών τρίτων χωρών
αποκλειστικά για την κάλυψη αναγκών προσωρινής στέγασης, τη λειτουργία των
ανωτέρω εγκαταστάσεων, τη μεταφορά από τα σημεία άφιξης ή προσωρινής διαμονής
προς ή από τις προσωρινές ή μόνιμες εγκαταστάσεις φιλοξενίας, οι οποίες
βρίσκονται εντός και εκτός των γεωγραφικών τους ορίων, τη σίτιση, την άμεση
ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τα έξοδα ταφής, την διαχείριση ανθρωπιστικής
βοήθειας και κάθε προσφοράς σε χρήμα ή είδος, την διαχείριση, μεταφορά, αποθήκευση
και διανομή αυτής, καθώς και κάθε άλλη απολύτως αναγκαία για την εξυπηρέτηση
των ανωτέρω σκοπών δαπάνη. Για την αποθήκευση και διανομή των ανωτέρω ειδών
πρώτης ανάγκης οι Περιφέρειες, δύνανται να συστήνουν Κέντρα αποθήκευσης και
διανομής, σε συνεργασία και με άλλους δημόσιους φορείς, με απόφαση του
Περιφερειάρχη ή με κοινή απόφαση με το αρμόδιο για τη διοίκηση του έτερου φορέα
οργάνου, στην οποία θα καθορίζονται οι όροι λειτουργίας τους. Τα Κέντρα αυτά
μπορούν να στελεχώνονται με υπαλλήλους των ανωτέρω φορέων.
Η διαδικασία σύναψης των συμβάσεων του προηγούμενου
εδαφίου, καθώς και των αντίστοιχων συμβάσεων των Υπουργείων και των
Αποκεντρωμένων Διοικήσεων δύναται, για λόγους κατεπείγουσας και απρόβλεπτης
ανάγκης, λαμβανομένων υπ’ όψιν και λόγων δημόσιας τάξης, οι οποίοι ειδικώς
αιτιολογούνται, να διενεργείται κατόπιν διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση
προκήρυξης διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης της εθνικής
νομοθεσίας, με την επιφύλαξη εφαρμογής της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για
τις δημόσιες συμβάσεις. Μέχρι 31.12.2016, οι συμβάσεις αυτές θεωρείται ότι
καλύπτουν την προϋπόθεση των σχετικών διατάξεων περί συνδρομής έκτακτης και
κατεπείγουσας ανάγκης, οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τις αναθέτουσες
αρχές, που δεν απορρέουν από δική τους ευθύνη, κατά παρέκκλιση του ν. 4013/2011
άρθρο 2 παράγραφος 2 περίπτωση γ΄ υποπερίπτωση δδ΄. Οι ανωτέρω δαπάνες,
καταβάλλονται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού των ανωτέρω κατά περίπτωση
αρμόδιων φορέων ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου οργάνου.
Με αποφάσεις των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, Οικονομικών και Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, είναι
δυνατή η κατανομή ποσών στους ανωτέρω φορείς, από πιστώσεις είτε του Τακτικού
Προϋπολογισμού είτε του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, είτε από οποιαδήποτε
άλλη πηγή χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης,
προκειμένου να καλυφθούν αποκλειστικά και μόνο οι δαπάνες για τις δράσεις που
αναλαμβάνονται στο πλαίσιο της παραγράφου αυτής. Κατά την εφαρμογή της ανωτέρω
διάταξης, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 26 και 30 του ν. 4251/
2014».
2. Με απόφαση του αρμόδιου διατάκτη είναι δυνατή η
εξαίρεση από τη διαδικασία του άρθρου 35 του ν. 4129/ 2013, όπως ισχύει
αναφορικά με τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων προμήθειας αγαθών, εκτέλεσης έργων
και παροχής υπηρεσιών, που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ασύλου,
Μετανάστευσης και Ένταξης της Ε.Ε. ή το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας.
3. Το Οικονομικό Τμήμα της Υπηρεσίας Ασύλου του
Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης δύναται να ασκεί τα
καθήκοντα αρμόδιας Οικονομικής Υπηρεσίας της παρ. 3 του άρθρου 79 του ν.
4270/2014, όπως ισχύει για την πληρωμή έργων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο
Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας ή από άλλους
ευρωπαϊκούς ή διεθνείς πόρους και εντάσσονται στο Πρόγραμμα Δημοσίων
Επενδύσεων. Με απόφαση του Διευθυντή ορίζονται οι δράσεις (έργα) και οι
διαχειριστές λογαριασμών που διενεργούν τις πληρωμές. Άρθρο 20 Τροποποίηση του
Π.δ. 104/2012 1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 του Π.δ. 104/2012, όπως ισχύει,
καταργείται.
2. Το στοιχείο ε΄ του άρθρου 3 του Π.δ. 104/2012, όπως
ισχύει, καταργείται. 3. Το άρθρο 4 του Π.δ. 104/2012, όπως ισχύει, αντικαθίσταται,
ως εξής:
«Άρθρο 4 Διάρθρωση Κεντρικής Υπηρεσίας Ασύλου Η
Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου αποτελεί ενιαία Υπηρεσία και διαρθρώνεται στα ακόλουθα
Τμήματα:
α) Γραμματεία Διευθυντή – Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και
Ενημέρωσης
β) Τμήμα Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Συνεργασίας
γ) Τμήμα Νομικό Τμήμα
δ) Τμήμα Συντονισμού
ε) Τμήμα Εθνικής Μονάδας Δουβλίνου
στ) Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού
ζ) Τμήμα Εκπαίδευσης, Διασφάλισης Ποιότητας και
Τεκμηρίωσης
η) Τμήμα Οικονομικό Τμήμα
θ) Τμήμα Διαχείρισης και Εφαρμογής Προγραμμάτων
ι) Τμήμα Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης ια) Τμήμα
Πληροφορικής.»
4. Τα άρθρα 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 15, 16, 18 και
22 του Π.δ. 104/2012, όπως ισχύει, καταργούνται.
5. Τα άρθρα 13, 14, 17, 19, 20, 21, 23 και 24 του Π.δ.
104/ 2012, όπως ισχύει, αναριθμούνται σε 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 12 αντιστοίχως.
6. Το άρθρο 5 του Π.δ. 104/2012, όπως ισχύει και όπως
αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του παρόντος αντικαθίσταται, ως εξής:
«Άρθρο 5 Αποστολή Περιφερειακών Υπηρεσιών Ασύλου Τα
Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου και τα Αυτοτελή Κλιμάκια Ασύλου υπάγονται στην
Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου και έχουν ως αποστολή μέσα στα όρια της τοπικής τους
αρμοδιότητας την εφαρμογή της νομοθεσίας περί διεθνούς προστασίας και
ειδικότερα:
α) τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων
διεθνούς προστασίας στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού 2725/2000 του
Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» και
χορήγησης νομιμοποιητικών και ταξιδιωτικών εγγράφων,
β) την παραλαβή και εξέταση των αιτήσεων διεθνούς
προστασίας,
γ) την παραλαβή των ενδικοφανών προσφυγών του άρθρου 5
παρ. 5 του ν. 3907/2011 και τη διαβίβασή τους στην Αρχή Προσφυγών,
δ) την ενημέρωση των αιτούντων διεθνή προστασία
αναφορικά με τη διαδικασία εξέτασης των αιτήσεών τους, καθώς και τα δικαιώματα
και τις υποχρεώσεις τους,
ε) τον εφοδιασμό των αιτούντων διεθνή προστασία
αλλοδαπών, καθώς και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας με τα προβλεπόμενα
νομιμοποιητικά και ταξιδιωτικά έγγραφα,
στ) τη διευκόλυνση των αιτούντων σε ό, τι αφορά τις
συνθήκες υποδοχής σε συνεργασία με άλλους συναρμόδιους φορείς,
ζ) την άσκηση κάθε άλλης αρμοδιότητας που ανατίθεται
σε αυτά από τις ισχύουσες διατάξεις».
7. Η παρ. 1 του άρθρου 6 του Π.δ. 104/2012, όπως
ισχύει και όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του παρόντος,
αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Τα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου και η τοπική
αρμοδιότητά τους έχουν ως εξής:
α) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Αττικής με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια των Περιφερειών Αττικής, Στερεάς Ελλάδας και
των Περιφερειακών Ενοτήτων Νάξου (Δήμοι Νάξου και Μικρών Κυκλάδων και Αμοργού),
Πάρου (Δήμοι Πάρου και Αντιπάρου), Μήλου (Δήμοι Μήλου, Κιμώλου, Σερίφου και
Σίφνου), Σύρου (δήμος Σύρου − Ερμούπολης), Κέας − Κύθνου (Δήμοι Κέας και
Κύθνου), Τήνου (δήμος Τήνου), Μυκόνου (Δήμος Μυκόνου), Άνδρου (Δήμος Άνδρου)
και Θήρας (Δήμοι Θήρας, Ιητών, Σίκινου, Φολέγανδρου και Ανάφης) της Περιφέρειας
Νοτίου Αιγαίου.
β) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Θεσσαλονίκης με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια των Περιφερειών Κεντρικής και Δυτικής
Μακεδονίας.
γ) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Θράκης με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και
Θράκης.
δ) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Ηπείρου με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια της Περιφέρειας Ηπείρου και της
Περιφερειακής Ενότητας Κέρκυρας της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων.
ε) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Θεσσαλίας με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια της Περιφέρειας Θεσσαλίας.
στ) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Δυτικής Ελλάδας με
τοπική αρμοδιότητα την εδαφική Περιφέρεια των Περιφερειών Δυτικής Ελλάδας,
Πελοποννήσου και Ιονίων Νήσων πλην της Περιφερειακής Ενότητας Κέρκυρας.
ζ) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Κρήτης με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια της Περιφέρειας Κρήτης.
η) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Λέσβου με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική Περιφέρεια των Περιφερειακών Ενοτήτων Λέσβου (Δήμος
Λέσβου) και Λήμνου (Δήμοι Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου) της Περιφέρειας Βορείου
Αιγαίου.
θ) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Χίου με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια της Περιφερειακής Ενότητας Χίου (Δήμοι Χίου,
Ψαρών και Οινουσσών) της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.
ι) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Σάμου με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια των Περιφερειακών Ενοτήτων Σάμου (Δήμος
Σάμου) και Ικαρίας (Δήμοι Ικαρίας και Φούρνων) της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.
ια) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Λέρου με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια των Περιφερειακών Ενοτήτων Κω (Δήμοι Κω και
Νισύρου) και Καλύμνου (Δήμοι Καλυμνίων Αστυπάλαιας, Λειψών, Λέρου, Πάτμου και
Αγαθονησίου) της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και
ιβ) Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Ρόδου με τοπική
αρμοδιότητα την εδαφική περιφέρεια των Περιφερειακών Ενοτήτων Ρόδου (Δήμοι
Ρόδου, Σύμης, Χάλκης, Μεγίστης και Τήλου) και Καρπάθου (Δήμοι Καρπάθου και
Κάσου) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου.
8. Η παρ. 4 του άρθρου 6 του Π.δ. 104/2012, όπως
ισχύει και όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του παρόντος καταργείται.
9. Η παρ. 2 του άρθρου 7 του Π.δ. 104/2012, όπως
ισχύει και όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του παρόντος,
αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Τα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου και τα Αυτοτελή
Κλιμάκια Ασύλου λειτουργούν σε επίπεδο τμήματος και είναι ισότιμα μεταξύ τους».
10. Στο άρθρο 8 του Π.δ. 104/2012, όπως ισχύει και
όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του παρόντος, προστίθενται στοιχεία
ι΄, ια΄, ιβ΄ και ιγ΄, ως εξής:
«ι. εκτελεί και διαχειρίζεται τον προϋπολογισμό της
Υπηρεσίας Ασύλου,
ια. υπογράφει κάθε απόφαση, ανακοίνωση και σύμβαση, η
οποία αφορά την πρόσληψη προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
ορισμένου χρόνου ή μίσθωσης έργου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, πλην
αυτές που αφορούν την πρόσληψη προσωπικού με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή
μίσθωσης έργου για τις ανάγκες υλοποίησης των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων Ταμείων
Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, καθώς και του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας ή
των Προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκούς ή διεθνείς πόρους ή
ιδιωτικά κονδύλια τις οποίες υπογράφει ο Προϊστάμενος του Τμήματος Ανθρώπινου
Δυναμικού,
ιβ. υπογράφει για λογαριασμό της Υπηρεσίας Ασύλου συμβάσεις
χρησιδανείου που αφορούν ακίνητα για τη στέγαση των υπηρεσιών της ή αφορούν
κινητό εξοπλισμό που διατίθεται για την κάλυψη των αναγκών της Υπηρεσίας Ασύλου
και
ιγ. εξουσιοδοτεί ιεραρχικά υφιστάμενό του όργανο να
υπογράφει, με εντολή του, πράξεις ή άλλα έγγραφα της αρμοδιότητάς του, σύμφωνα
με τις κείμενες διατάξεις.»
11. Το στοιχείο α΄ της παρ. 1 του άρθρου 9 του Π.δ.
104/ 2012, όπως ισχύει και όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του
παρόντος αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Στο Τμήμα Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Συνεργασίας
προΐσταται υπάλληλος κλάδου ΕΕΠ ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή ΠΕ Διοικητικού
με αντίστοιχη προϋπηρεσία και άριστη γνώση αγγλικών και, ελλείψει αυτών
υπάλληλος κλάδου ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή ΠΕ Διοικητικού ή ΠΕ Οικονομικού
με διοικητικές ικανότητες και πολύ καλή γνώση αγγλικών.
12. Το στοιχείο ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 9 του Π.δ.
104/ 2012, όπως ισχύει και όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του
παρόντος αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) Στο Τμήμα Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης
προΐσταται υπάλληλος κλάδου ΕΕΠ ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή ΠΕ Διοικητικού
με αντίστοιχη προϋπηρεσία και, ελλείψει αυτών, υπάλληλος κλάδων ΠΕ Διοικητικού
− Οικονομικού, ΠΕ Διοικητικού ή ΠΕ Οικονομικού με διοικητικές ικανότητες».
13. Στην παρ.1 του άρθρου 9 του Π.δ. 104/2012, όπως
ισχύει και όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του παρόντος προστίθενται
στοιχεία ζ΄, η΄, θ΄, ι΄ και ια΄ ως εξής: «ζ) Στο Τμήμα Διαχείρισης και
Προγραμμάτων προΐσταται υπάλληλος κλάδου ΕΕΠ ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή
ΠΕ Διοικητικού με αντίστοιχη προϋπηρεσία και άριστη γνώση αγγλικών και,
ελλείψει αυτών υπάλληλος κλάδου ΠΕ Διοικητικού − Οικονομικού, ΠΕ Διοικητικού ή
ΠΕ Οικονομικού με διοικητικές ικανότητες και πολύ καλή γνώση αγγλικών.
η) Στο Νομικό Τμήμα προΐσταται υπάλληλος κλάδου ΕΕΠ ή
ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή ΠΕ Διοικητικού, πτυχιούχος νομικής, με
αντίστοιχη προϋπηρεσία και άριστη γνώση αγγλικών και, ελλείψει αυτών υπάλληλος
κλάδου ΠΕ Διοικητικού − Οικονομικού, ΠΕ Διοικητικού ή ΠΕ Οικονομικού, πτυχιούχος
νομικής, με διοικητικές ικανότητες και πολύ καλή γνώση αγγλικών.
θ) Στο Τμήμα Εθνικής Μονάδας Δουβλίνου προΐσταται
υπάλληλος κλάδου ΕΕΠ ή ΠΕ Διοικητικού − Οικονομικού ή ΠΕ Διοικητικού με
αντίστοιχη προϋπηρεσία και άριστη γνώση αγγλικών και, ελλείψει αυτών υπάλληλος
κλάδου ΠΕ Διοικητικού − Οικονομικού, ΠΕ Διοικητικού ή ΠΕ Οικονομικού με
διοικητικές ικανότητες και πολύ καλή γνώση αγγλικών.
ι) Στο Τμήμα Πληροφορικής προΐσταται υπάλληλος κλάδου
ΕΕΠ ή ΠΕ Πληροφορικής, με αντίστοιχη προϋπηρεσία και άριστη γνώση αγγλικών και,
ελλείψει αυτών υπάλληλος κλάδου ΠΕ Πληροφορικής, με διοικητικές ικανότητες και
πολύ καλή γνώση αγγλικών.
ια) Στη Γραμματεία Διευθυντή και το Γραφείο Δημοσίων
Σχέσεων προΐσταται υπάλληλος κλάδου ΕΕΠ ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή ΠΕ Διοικητικού
ή ΠΕ Επικοινωνίας και ΜΜΕ με αντίστοιχη προϋπηρεσία και άριστη γνώση αγγλικών,
ελλείψει αυτών υπάλληλος κλά− δου ΠΕ Διοικητικού − Οικονομικού, ΠΕ Διοικητικού
ή ΠΕ Οικονομικού με διοικητικές ικανότητες και πολύ καλή γνώση αγγλικών και
ελλείψει αυτών ΔΕ Διοικητικού − Λογιστικού με διοικητικές ικανότητες και πολύ
καλή γνώση αγγλικών.»
14. Το άρθρο 10 του Π.δ. 104/2012, όπως ισχύει και
όπως αυτό αναριθμείται με την παράγραφο 5 του παρόντος αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 10 Προϊστάμενοι Περιφερειακών Υπηρεσιών Ασύλου
1. Στα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου και στα Αυτοτελή
Κλιμάκια Ασύλου προΐσταται υπάλληλος κλάδων ΕΕΠ ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού
ή ΠΕ Διοικητικού με αντίστοιχη προϋπηρεσία και πολύ καλή γνώση αγγλικών,
ελλείψει αυτού υπάλληλος κλάδων ΠΕ Διοικητικού − Οικονομικού, ΠΕ Διοικητικού ή
ΠΕ Οικονομικού με διοικητικές ικανότητες, ελλείψει αυτού ΤΕ Διοικητικού −
Λογιστικού με διοικητικές ικανότητες και ελλείψει αυτού ΔΕ Διοικητικού −
Λογιστικού με διοικητικές ικανότητες. Πρόσθετα προσόντα δύναται να
προσδιορίζονται με την προκήρυξη. Καθήκοντα προϊσταμένου μπορούν να ανατεθούν
και σε προερχόμενους από απόσπαση υπαλλήλους.
2. Οι Προϊστάμενοι των Περιφερειακών Γραφείων Ασύλου
και των Αυτοτελών Κλιμακίων Ασύλου προΐστανται αυτών και ευθύνονται για την αποτελεσματική
εκπλήρωση της αποστολής τους. Ειδικότερα:
α. είναι αρμόδιοι για την εποπτεία, τον έλεγχο και την
αξιολόγηση του προσωπικού τους, καθώς και την κατανομή των σχετικών εργασιών
τους,
β. διαρθρώνουν και οργανώνουν σε γραφεία τα
περιφερειακά γραφεία ασύλου ή τα αυτοτελή κλιμάκια ασύλου αντίστοιχα,
γ. εξουσιοδοτούν ιεραρχικά υφιστάμενά τους όργανα να
υπογράφουν, με εντολή τους, πράξεις ή άλλα έγγραφα της αρμοδιότητάς τους,
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και δ. ασκούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται
σε αυτούς από το Διευθυντή ή προβλέπεται στον Κανονισμό της Υπηρεσίας Ασύλου».
Άρθρο 21
Τροποποίηση του Π.δ. 141/2013 (Α΄
226)
1. Το στοιχείο β΄ της παρ. 1 του άρθρου 17 του Π.δ.
141/ 2013 (Α΄ 226) αντικαθίσταται ως εξής:
«β) έχει διαπράξει σοβαρό έγκλημα πριν την είσοδο στη
χώρα. Ως σοβαρό έγκλημα μπορεί να χαρακτηριστεί κακούργημα ή πλημμέλημα που
τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών ετών, καθώς και τα αδικήματα
της βαριάς σωματικής βλάβης (ΠΚ 310), αρπαγής ανηλίκων (ΠΚ 324), ακούσιας απαγωγής
(ΠΚ 327), προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας (ΠΚ 337 παρ. 2−5), αποπλάνησης παιδιών
(ΠΚ 339), κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια (ΠΚ 342), πορνογραφίας ανηλίκων (ΠΚ
348Α), προσέλκυσης παιδιών για γενετήσιους λόγους (ΠΚ 348Β), μαστροπείας (ΠΚ
349), εκμετάλλευσης πόρνης (ΠΚ 350), ασέλγειας με ανήλικο έναντι αμοιβής (ΠΚ
351Α) και εκβίασης (ΠΚ 385)».
2. Το άρθρο 23 του Π.δ. 141/2013 αντικαθίσταται ως
εξής:
«Άρθρο 23 (Άρθρο 23 Οδηγίας) Διατήρηση της
οικογενειακής ενότητας
1. Οι αρμό διες αρχές μεριμνούν ώστε να λαμβάνονται
όλα τα αναγκαία μέτρα που διασφαλίζουν τη διατήρηση της οικογενειακής ενότητας.
2. Στα μέλη της οικογένειας του δικαιούχου καθεστώτος
διεθνούς προστασίας, εφόσον δεν πληρούν ατομικά τις προϋποθέσεις για την
αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, μετά από αίτησή τους και με τις
ίδιες διαδικασίες, χορηγούνται τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 24 έως
και 36, εφόσον αυτό είναι συμβατό με άλλο καθεστώς που τα μέλη αυτά τυχόν
απολαμβάνουν. Τα δικαιώματα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν ικανοποιητικό βιοτικό
επίπεδο στο δικαιούχο και εφόσον χορηγηθούν, διατηρούνται αυτοτελώς και μετά
την ενηλικίωση του ανηλίκου ή τη λύση της συζυγικής σχέσης συνέπεια διαζυγίου,
διάστασης ή θανάτου του δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
3. Τα ως άνω δικαιώματα δεν χορηγούνται ή ανακαλούνται
όταν το μέλος της οικογένειας αποκλείεται ή θα αποκλειόταν από το καθεστώς
διεθνούς προστασίας, κατ’ εφαρμογή των Κεφαλαίων Γ΄ και Ε΄. 4. Ο προϊστάμενος
του περιφερειακού γραφείου ασύλου με απόφασή του αρνείται, περιορίζει, ή ανακαλεί
τα προαναφερόμενα ευεργετήματα για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης.
5. Το παρόν άρθρο έχει εφαρμογή και στους γονείς του
δικαιούχου διεθνούς προστασίας, οι οποίοι συγκατοικούσαν με την οικογένεια ως
τμήμα της κατά το χρόνο αναχώρησης από τη χώρα καταγωγής, ήταν δε τότε
εξαρτημένοι από αυτόν, εν όλω ή κατά κύριο λόγο, εφόσον βρίσκονται στη χώρα και
δεν πληρούν ατομικά τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς
προστασίας».
3. Το άρθρο 24 του Π.δ. 141/2013 αντικαθίσταται ως
εξής:
«Άρθρο 24 (Άρθρο 24 Οδηγίας) Άδειες διαμονής
1. Σε αλλοδαπό ή ανιθαγενή ο οποίος αναγνωρίζεται ως
δικαιούχος διεθνούς προστασίας χορηγείται από την αρμόδια αρχή παραλαβής, με
την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου 21, άδεια διαμονής τριετούς
διάρκειας. Η άδεια ανανεώνεται με απόφαση του Προϊσταμένου του Περιφερειακού
Γραφείου Ασύλου μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου, η οποία υποβάλλεται στην
αρμόδια αρχή παραλαβής, το αργότερο τριάντα ημερολογιακές ημέρες πριν τη λήξη
της. Η εκπρόθεσμη χωρίς αιτιολογία υποβολή της αίτησης ανανέωσης δεν μπορεί από
μόνη της να οδηγήσει σε απόρριψή της.
2. Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 άδειες διαμονής
δεν χορηγούνται ή δεν ανανεώνονται με απόφαση του Προϊσταμένου του
Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου, όταν εξετάζεται ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς
προστασίας, εφόσον συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης ή εθνικής ασφάλειας.
3. Στην περίπτωση του άρθρου 23 παράγραφος 2, στα μέλη
της οικογένειας των δικαιούχων διεθνούς προστασίας χορηγούνται άδειες διαμονής
για όσο χρόνο ισχύει η άδεια διαμονής του δικαιούχου. Στην περίπτωση που
δικαιούχος διεθνούς προστασίας αποκτήσει τέκνο στο πλαίσιο οικογένειας που
υπήρχε πριν την είσοδο στη χώρα, στο τέκνο αυτό χορηγείται άδεια διαμονής,
σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, μετά από αίτηση του δικαιούχου, η οποία
υποχρεωτικά συνοδεύεται από τη ληξιαρχική πράξη γέννησης του τέκνου.
4. Σε μέλη οικογένειας δικαιούχου διεθνούς προστασίας,
η οποία δημιουργείται μετά την είσοδό του στη χώρα και εντός αυτής, χορηγείται
άδεια διαμονής σύμφωνα με την παράγραφο 3, μετά από αίτηση του δικαιούχου και
την προσκόμιση, για τους συζύγους, της σχετικής ληξιαρχικής πράξης γάμου με
κάτοχο άδειας διαμονής σε ισχύ , και για τους γονείς και τα τέκνα, ληξιαρχικής
πράξης γέννησης ή πράξης αναγνώρισης τέκνου. Η άδεια δεν χορηγείται αν αυτό δεν
είναι συμβατό με άλλο καθεστώς που τα μέλη της οικογένειας ή δη απολαμβάνουν.
5. Η ως άνω άδεια διαμονής, η οποία αποδεικνύει την
ταυτοπροσωπία των δικαιούχων διεθνούς προστασίας, εκτυπώνεται από τη Διεύθυνση
Διαβατηρίων του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας».
Άρθρο 22
Χορήγηση άδειας διαμονής για
ανθρωπιστικούς λόγους σε αιτούντες διεθνή προστασία.
1. α Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παρ. 1 και 2
του άρθρου 28 του Π.δ. 114/2010, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, ο Γενικός
Γραμματέας Δημόσιας Τάξης του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης χορηγεί καθεστώς παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους σε
αιτούντες διεθνούς προστασίας, που είναι κάτοχοι δελτίου αιτήσαντος σε ισχύ,
των οποίων η αίτηση είχε υποβληθεί έως και πέντε (5) έτη πριν την έναρξη ισχύος
του παρόντος και η εξέτασή της εκκρεμεί σε β’ βαθμό, εκτός εάν συντρέχει
κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια ή για την κοινωνία της χώρας, ιδίως λόγω
τελεσίδικης καταδίκης του αιτούντος για τη διάπραξη σοβαρού εγκλήματος.
β. Ως σοβαρό έγκλημα μπορεί να χαρακτηριστεί
κακούργημα ή πλημμέλημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1)
έτους, καθώς και τα αδικήματα της βαριάς σωματικής βλάβης (ΠΚ 310), αρπαγής
ανηλίκων (ΠΚ 324), ακούσιας απαγωγής (ΠΚ 327), προσβολής γενετήσιας
αξιοπρέπειας (ΠΚ 337 παρ. 2−5), αποπλάνησης παιδιών (ΠΚ 339), κατάχρησης
ανηλίκων σε ασέλγεια (ΠΚ 342), πορνογραφίας ανηλίκων (ΠΚ 348Α), προσέλκυσης
παιδιών για γενετήσιους λόγους (ΠΚ 348Β), μαστροπείας (ΠΚ 349), εκμετάλλευσης
πόρνης (ΠΚ 350), ασέλγειας με ανήλικο έναντι αμοιβής (ΠΚ 351Α) και εκβίασης (ΠΚ
385).
2. Η άδεια παραμονής της παραγράφου 1 του παρόντος,
χορηγείται για δύο έτη και μπορεί να ανανεωθεί με αίτηση που υποβάλλεται στον
Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης εφόσον συντρέχουν οι
προϋποθέσεις του άρθρου 19Α παρ. 1 περίπτωση στ΄ του ν. 4251/2014 χωρίς την
προηγούμενη παραπομπή από τις Επιτροπές Προσφυγών Ασύλου του Π.δ. 114/2010,
όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ή για έναν από τους λόγους του ν. 4251/2014.
3. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του παρόντος, οι
εκκρεμείς προσφυγές δεν εξετάζονται κατά τα προβλεπόμενα στο Π.δ. 114/2010 και
η διοικητική διαδικασία καταργείται, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος υποβάλει στις
αρμόδιες αρχές παραλαβής, του άρθρου 2 παρ. ιδ΄ του Π.δ. 114/2010, αίτηση
ενώπιον των Επιτροπών Προσφυγών, περί εξέτασης της προσφυγής του ως προς τις
προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας, εντός δύο μηνών από την
επίδοση της απόφασης περί χορήγησης καθεστώτος παραμονής για ανθρωπιστικούς
λόγους. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, για
εξέταση της προσφυγής, ως προς τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος διεθνούς
προστασίας ενώπιον των Επιτροπών Προσφυγών, χορηγείται στον αιτούντα δελτίο
αιτήσαντος άσυλο αλλοδαπού και η διαδικασία συνεχίζεται σύμφωνα με τις
διατάξεις του Π.δ. 114/2010.
Άρθρο 23
Τροποποίηση του Π.δ. 114/2010 (Α΄
195)
1. Η παρ. 4 του άρθρου 25 του Π.δ. 114/2010, όπως αυτή
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Π.δ. 167/2014 (Α΄ 252), αντικαθίσταται ως
εξής:
«Προσφυγές που υποβάλλονται μετά την πάροδο των
προθεσμιών της παραγράφου 1 εξετάζονται κατά προτεραιότητα από την Επιτροπή
Προσφυγών που αποφασίζει επί του παραδεκτού. Όταν η Επιτροπή κρίνει την
προσφυγή παραδεκτή, εκδίδει σχετική απόφαση η οποία επιδίδεται σύμφωνα με τα
οριζόμενα στο άρθρο 7 και χορηγείται εκ νέου το δελτίο αιτούντος. Η εξέταση επί
της ουσίας πραγματοποιείται σε επόμενο στάδιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της
παρ. 6 του άρθρου 26. Σε αντίθετη περίπτωση η προσφυγή απορρίπτεται. Σε
περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά απόφασης ανάκλησης καθεστώτος διεθνούς
προστασίας, επιστρέφεται στον προσφεύγοντα η άδεια διαμονής του».
2. Στην παρ. 5 του άρθρου 26 του Π.δ. 114/2010 (Α΄
195) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Σε κάθε περίπτωση πραγματοποιείται
ακρόαση του προσφεύγοντα όταν αυτός υποβάλει σχετικό αίτημα τουλάχιστον δύο (2)
ημέρες πριν την εξέταση της προσφυγής».
3. Η περίπτωση Α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του
Π.δ. 114/2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του Π.δ. 167/2014,
αντικαθίσταται ως εξής:
«α. έναν υπάλληλο Υπουργείου ή νομικού προσώπου που
εποπτεύεται από Υπουργείο, περιλαμβανομένων των Ο.Τ.Α., κατηγορίας ΠΕ πτυχιούχο
ανθρωπιστικών, νομικών και κοινωνικών επιστημών, ως Πρόεδρο ο οποίος ορίζεται
με τον αναπληρωτή του από τον οικείο Υπουργό».
4. Στις Επιτροπές Προσφυγών των άρθρων 26 και 32 του
Π.δ. 114/2010 μπορεί να ορίζονται με απόφαση του αρμόδιου Αναπληρωτή Υπουργού
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ως πρόεδροι, πρόσωπα με εξειδίκευση ή
εμπειρία στους τομείς διεθνούς προστασίας ή των δικαιωμάτων του ανθρώπου ή στο
διεθνές δίκαιο, από σχετικό κατάλογο που καταρτίζει προς το σκοπό αυτό η Ύπατη
Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Άρθρο 24
Τροποποίηση του Π.δ. 167/2014 (Α΄
252)
Η παράγραφος 1.α. του άρθρου 7 του Π.δ. 167/2014,
αντικαθίσταται ως εξής: «1.α. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παραγράφων 2
και 3 του άρθρου 14 του Π.δ. 114/2010, η αποφαινόμενη αρχή του άρθρου 2 σημείο
ιθ΄ του Π.δ. 114/2010 διακόπτει, λόγω σιωπηρής ανάκλησης, τη διαδικασία
εξέτασης των αιτημάτων διεθνούς προστασίας τα οποία, κατά την έναρξη ισχύος του
παρόντος, έχουν απορριφθεί σε α΄ βαθμό και εκκρεμεί η εξέτασή τους σε β΄ βαθμό,
εφόσον ο αιτών δεν είχε εμφανισθεί για να ανανεώσει το ειδικό δελτίο αιτήσαντος
άσυλο αλλοδαπού μέχρι την 31η Αυγούστου 2015. Για τη διακοπή αυτή η
αποφαινόμενη αρχή εκδίδει σχετική πράξη, η οποία επιδίδεται στον αιτούντα
σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 47 και επόμενα του Κώδικα Διοικητικής
Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97)».
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΜΕΤΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ – ΣΥΣΤΑΣΗ
ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ − ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 25
Μετονομασία της Γενικής Γραμματείας
Πληθυσμού και Κοινωνικής Συνοχής
1. Η Γενική Γραμματεία Πληθυσμού και Κοινωνικής
Συνοχής του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης που συστάθηκε
με το Π.δ. 11/2010 (Α΄ 15), όπως μετονομάσθηκε με την υποπερίπτωση αα΄ της
περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 96/2010 (Α΄ 170) μετονομάζεται
σε Γενική Γραμματεία Μεταναστευτικής Πολιτικής. Άρθρο 26 Σύσταση Γενικής
Γραμματείας Υποδοχής – Συγκρότηση
1. Συνιστάται Γενική Γραμματεία Υποδοχής, η οποία
υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
2. Στη Γενική Γραμματεία Υποδοχής υπάγεται η Υπηρεσία
Υποδοχής και Ταυτοποίησης του άρθρου 8 του παρόντος και η Διεύθυνση Υποδοχής
που συνιστάται με το επόμενο άρθρο.
3. Συνιστάται θέση μετακλητού Γενικού Γραμματέα με
βαθμό 1ο Ειδικών Θέσεων. Για τη στελέχωση του Γραφείου του Γενικού Γραμματέα
Υποδοχής εφαρμόζεται το άρθρο 55 του Π.δ. 63/2005, όπως ισχύει.
Άρθρο 27
Συγκρότηση και Αρμοδιότητες
Διεύθυνσης Υποδοχής
1. Στη Γενική Γραμματεία Υποδοχής του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης συνιστάται Διεύθυνση Υποδοχής, η
οποία έχει ως στόχο τη μελέτη, το σχεδιασμό και την εφαρμογή της πολιτικής
υποδοχής αιτούντων διεθνούς προστασίας και ασυνόδευτων ανήλικων.
2. Η Διεύθυνση Υποδοχής συγκροτείται από τα ακόλουθα
Τμήματα:
α. το Τμήμα Στέγασης, το οποίο είναι αρμόδιο:
αα) για τη μελέτη, σχεδιασμό και παρακολούθηση της
εφαρμογής της πολιτικής για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των αιτούντων
διεθνούς προστασίας και ασυνόδευτων ανήλικων, ββ) για τη συνεργασία με
συναρμόδια Υπουργεία, τη Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες, φορείς της
κοινωνίας των πολιτών και άλλους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς, για τη χάραξη
και υλοποίηση της ως άνω πολιτικής, γγ) για τη μελέτη, ανάπτυξη και επεξεργασία
του θεσμικού πλαισίου προδιαγραφών που αφορούν στην ίδρυση και λειτουργία των
κέντρων υποδοχής και δομών φιλοξενίας αιτούντων διεθνούς προστασίας και
ασυνόδευτων ανήλικων, δδ) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία των κέντρων
υποδοχής και δομών φιλοξενίας αιτούντων διεθνούς προστασίας και ασυνόδευτων
ανήλικων, εε) για την ανάπτυξη συνεργασίας με το τμήμα προστασίας ευπαθών
ομάδων της διεύθυνσης κοινωνικής αντίληψης και αλληλεγγύης, ώστε να
διασφαλιστεί η πληρότητα και καταλληλότητα των προδιαγραφών κατά τις
ακολουθούμενες διαδικασίες, καθώς και η αποτελεσματική εποπτεία του συστήματος
διαχείρισης αιτημάτων στέγασης αιτούντων άσυλο και ασυνόδευτων ανηλίκων.
β. το Τμήμα Υπηρεσιών Υποδοχής, το οποίο είναι
αρμόδιο: αα) για τη μελέτη, σχεδιασμό και παρακολούθηση της εφαρμογής της
πολιτικής υποδοχής αιτούντων διεθνούς προστασίας, κατά την έννοια του ενωσιακού
δικαίου, όπως ισχύει, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των
αιτούντων διεθνούς προστασίας. Η πολιτική υποδοχής αφορά την παροχή πλήρους
δέσμης μέτρων για την υποδοχή των αιτούντων, συμπεριλαμβανομένων των υλικών
συνθηκών υποδοχής, καθώς και τη θέσπιση των απαιτούμενων διαδικασιών,
πρωτοκόλλων και κριτηρίων χορήγησης των εν λόγω συνθηκών υποδοχής.
ββ) για τη συνεργασία με συναρμόδια Υπουργεία, τη
Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την Ύπατη
Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες, φορείς της κοινωνίας των πολιτών και
άλλους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς, για τη χάραξη και υλοποίηση των ως άνω
πολιτικών,
γγ) για τη μελέτη, ανάπτυξη και επεξεργασία του
θεσμικού πλαισίου προδιαγραφών που αφορούν την παροχή των υπηρεσιών υποδοχής
αιτούντων διεθνούς προστασίας στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι υπηρεσίες
ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, νομικής συνδρομής και κατάλληλης πρόσβασης στα
συστήματα υγείας και παιδείας, καθώς και στην αγορά εργασίας. Ειδική μέριμνα
λαμβάνει για την ανάπτυξη και επεξεργασία του θεσμικού πλαισίου προδιαγραφών
που αφορούν στις διαδικασίες πιστοποίησης, αποκατάστασης και κατάλληλης
διαχείρισης ευάλωτων προσώπων που συμπεριλαμβάνονται στις ανωτέρω ομάδες, όπως: πρόσωπα με αναπηρία ή σοβαρή ασθένεια,
εθισμένοι χρήστες ουσιών, ηλικιωμένοι, έγκυοι, άγαμοι γονείς ή μονογονεϊκές
οικογένειες με ανήλικα τέκνα, γυναίκες σε κύηση ή λοχεία, πρόσωπα που υπήρξαν
θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλων σοβαρών μορφών ψυχολογικής, σωματικής ή
σεξουαλικής βίας, καθώς και θύματα εκμετάλλευσης, εμπορίας και διακίνησης,
γ. το Τμήμα Προστασίας Ασυνόδευτων Ανήλικων, το οποίο
είναι αρμόδιο: αα) Για τη μελέτη, σχεδιασμό και παρακολούθηση της εφαρμογής της
πολιτικής για την υποδοχή και την κοινωνική προστασία των ασυνόδευτων ανήλικων,
στο πλαίσιο των οποίων παρέχονται οι απαιτούμενες εγγυήσεις, με ειδική μέριμνα
ως προς τη θεσμική κατοχύρωση της νομιμότητας παραμονής τους στη χώρα, τη
νομική τους εκπροσώπηση και την ανάπτυξη συμπληρωματικών πλαισίων προστασίας,
στη βάση των καταγραφόμενων αναγκών επί του πεδίου.
Σε αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, θεσμικές
εγγυήσεις ως προς την επάρκεια εκπροσώπησής τους, τις κατάλληλες συνθήκες
διαμονής, καθώς και την οικογενειακή ενότητα και τη δυνατότητα επανένωσης, κατά
την έννοια της Οδηγίας 2013/32/ ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση
και το καθεστώς των αλλοδαπών ή των ανιθαγενών ως δικαιούχων διεθνούς
προστασίας, όπως ενσωματώνεται στο εθνικό δίκαιο με τον παρόντα νόμο.
ββ) Για τη συνεργασία με συναρμόδια Υπουργεία, τη
Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την Ύπατη
Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες, φορείς της κοινωνίας των πολιτών και
άλλους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς, για τη χάραξη και υλοποίηση της ως άνω
πολιτικής.
γγ) Για την ανάπτυξη συνεργασίας με το τμήμα
προστασίας ευπαθών ομάδων της διεύθυνσης κοινωνικής αντίληψης και αλληλεγγύης,
ώστε να διασφαλιστεί η πληρότητα και καταλληλότητα των προδιαγραφών κατά τις
ακολουθούμενες διαδικασίες, καθώς και η αποτελεσματική εποπτεία του συστήματος
διαχείρισης αιτημάτων στέγασης ασυνόδευτων ανηλίκων.
δ. Το Τμήμα Υλοποίησης Προγραμμάτων Υποδοχής, το οποίο
είναι αρμόδιο για:
αα) Τη μελέτη εφαρμογής, το σχεδιασμό, την
παρακολούθηση του φυσικού αντικειμένου ή/και την υλοποίηση του φυσικού αντικειμένου
προγραμμάτων υποδοχής αιτούντων διεθνούς προστασίας και ασυνόδευτων ανήλικων.
ββ) Για την
εξασφάλιση της συνοχής και της συμπληρωματικότητας μεταξύ των
συγχρηματοδοτήσεων των εθνικών και ευρωπαϊκών προγραμμάτων και εκείνων που
προβλέπονται στο πλαίσιο άλλων εθνικών, κοινοτικών και ιδιωτικών χρηματοδοτικών
μέσων.
ε. Το Τμήμα Επιχειρησιακού Συντονισμού, το οποίο είναι
αρμόδιο για:
αα) το συντονισμό των δράσεων Υποδοχής στο σύνολο της
χώρας,
ββ) την υποβολή προτάσεων για τις αναγκαίες
τροποποιήσεις και βελτιώσεις των διαδικασιών και της οργάνωσης και λειτουργίας
αυτών,
γγ) τη μέριμνα για την επικοινωνία και συνεργασία με
το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το
Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, τη Γενική Γραμματεία Πρόνοιας, τη Γενική Γραμματεία
Πολιτικής Προστασίας και οποιονδήποτε άλλο δημόσιο φορέα και υπηρεσία του
Δημοσίου, με Ανεξάρτητες Αρχές, με Διεθνείς Οργανισμούς, με Μη Κυβερνητικές
Οργανώσεις, λοιπούς φορείς της κοινωνίας των πολιτών και νομικά πρόσωπα προς το
σκοπό διαχείρισης της ανθρωπιστικής βοήθειας,
δδ) την τήρηση καταλόγου πιστοποιημένων φορέων της
κοινωνίας των πολιτών και διερμηνέων.
3. Οι αρμοδιότητες του Τμήματος προστασίας Ευπαθών
Ομάδων, Προσφύγων – Αιτούντων Άσυλο της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αντίληψης και
Αλληλεγγύης της Γενικής Διεύθυνσης Πρόνοιας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής
Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που προβλέπονται στις περιπτώσεις αβ΄ έως
αε΄ της παρ. 3 του άρθρου 38 του Π.δ. 113/2014 (Α΄ 180), ως προς το σκέλος που
αφορά προγράμματα κοινωνικής προστασίας αιτούντων άσυλο και δικαιούχων διεθνούς
προστασίας, πλην αυτών που αφορούν ασυνόδευτα ανήλικα, ασκούνται από τα αρμόδια
τμήματα της Διεύθυνσης Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας Υποδοχής του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν
άρθρο.
Άρθρο 28
Σύσταση Διεύθυνσης Οικονομικών
Υπηρεσιών Μεταναστευτικής Πολιτικής
1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, όπως οριοθετείται με τις διατάξεις του ισχύοντος Π.δ. 105/2014
(Α΄ 172), συνιστάται αυτοτελής Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών Μεταναστευτικής
Πολιτικής, η οποία υπάγεται στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης αρμόδιο για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής.
2. Η Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών Μεταναστευτικής
Πολιτικής έχει ίδιο προϋπολογισμό ως Ειδικός Φορέας του Υπουργείου Εσωτερικών
και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, όπου εγγράφονται πιστώσεις για την αντιμετώπιση
των αναγκών υλοποίησης της μεταναστευτικής πολιτικής. Αρμόδιος διατάκτης των
σχετικών πιστώσεων είναι ο Υπουργός Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
3. Η Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών Μεταναστευτικής
Πολιτικής έχει ως αρμοδιότητα την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού,
την παρακολούθηση και την εποπτεία των οικονομικών μεγεθών, τη διενέργεια των
προμηθειών και τη διοικητική μέριμνα των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για την
εφαρμογή της Μεταναστευτικής Πολιτικής.
4. Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών
Μεταναστευτικής Πολιτικής, ασκεί και τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των
παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 24 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), όπως αυτές
αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 6 του άρθρου 10 του ν. 4337/2015 (Α΄ 129).
5. Η Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών Μεταναστευτικής
Πολιτικής συγκροτείται από τα ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Προϋπολογισμού,
β. Τμήμα Προμηθειών και Διοικητικής Μέριμνας και
γ. Τμήμα Διαχείρισης και Πληρωμών Π.Δ.Ε. και Λοιπών
Δράσεων. 6. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων που υπάγονται στην Διεύθυνση
Οικονομικών Υπηρεσιών Μεταναστευτικής Πολιτικής κατανέμονται ως ακολούθως:
α. Το Τμήμα Προϋπολογισμού είναι αρμόδιο για: αα. Τη
συγκέντρωση και επεξεργασία των αναγκαίων στοιχείων για την κατάρτιση ή
τροποποίηση του τακτικού προϋπολογισμού. ββ. Την κατάρτιση και παρακολούθηση
του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, κατά λόγο αρμοδιότητας.
γγ. Τον καθορισμό των ορίων διάθεσης πιστώσεων των μηνιαίων πληρωμών, την
έγκριση, ανάληψη και αναγνώριση των δαπανών του προϋπολογισμού, ιδίως σε ό,τι
αφορά σε:
α. Αυξομειώσεις πιστώσεων και ποσοστού διάθεσης
πιστώσεων.
β. Παρακολούθηση των ορίων πληρωμών πιστώσεων.
γ. Έκδοση αποφάσεων αναλήψεων πιστώσεων.
δδ. Κατάρτιση και παρακολούθηση του μηναίου
προγράμματος εκτέλεσης του Τακτικού Προϋπολογισμού και των τριμηνιαίων ανώτατων
ορίων πληρωμών.
εε. Την καταβολή επιχορηγήσεων και εισφορών στον
Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης.
στστ. Τη μεταφορά και μεταβίβαση πιστώσεων για την
υλοποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής.
ζζ. Την τήρηση συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και
αποθήκευσης των λογιστικών γεγονότων μέσω του Μητρώου δεσμεύσεων και πληρωμών
και την αποστολή των στοιχειών αυτών στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
ηη. Τη συλλογή, παρακολούθηση και επεξεργασία
οικονομικών στοιχείων σχετικών με τη μεταναστευτική πολιτική, κατά λόγο
αρμοδιότητας.
θθ. Τη συλλογή, παρακολούθηση και επεξεργασία
οικονομικών στοιχείων οικονομικών στοιχείων που σχετίζονται με δαπάνες
μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών.
β. Το Τμήμα Προμηθειών και Διοικητικής Μέριμνας είναι
αρμόδιο για:
αα. Τη διαχείριση των απαραίτητων διαδικασιών για τη
σύναψη και εκτέλεση συμβάσεων προμήθειας ειδών και παροχής υπηρεσιών.
ββ. Την τήρηση ηλεκτρονικού αρχείου με όλα τα στοιχεία
για τους διαγωνισμούς, τις προσφορές και τους προμηθευτές και η ταυτόχρονη
χρήση του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημόσιων Συμβάσεων (Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.).
γγ. Την κοστολόγηση των, προς προμήθεια, ειδών και
υπηρεσιών, ύστερα από έρευνα αγοράς και συλλογής στοιχείων, με σκοπό την
εξεύρεση βέλτιστης οικονομικής αποτίμησης αυτών. δδ. Την έκδοση χρηματικών
ενταλμάτων προπληρωμής.
εε. Τη μέριμνα για τις δαπάνες στέγασης, καθαριότητας,
συντήρησης, φύλαξης και ασφάλειας των κτιρίων και εγκαταστάσεων αρμοδιότητας
Μεταναστευτικής Πολιτικής.
στστ. Την εκκαθάριση πληρωμών των δαπανών από
προμήθειες ειδών και παροχή υπηρεσιών, λειτουργικών δαπανών, καθώς και δαπανών
δημοσίων σχέσεων και λοιπών αμοιβών τρίτων.
ζζ. Την κάλυψη των αναγκών μετακίνησης για την
εκπροσώπηση και υποστήριξη των αντίστοιχων πολιτικών σε θέματα μεταναστευτικής
πολιτικής.
ηη. Την ομαλή λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων και
υποδομών, την απογραφή, αξιοποίηση και συντήρηση όλων των συσκευών και μηχανών
γραφείου, την διαχείριση υλικού, μηχανημάτων, εφοδίων ή άλλου περιουσιακού
στοιχείου, καθώς και την απομάκρυνση όσων χαρακτηρίζονται ως άχρηστες ή
ακατάλληλες, πλην του εξοπλισμού πληροφορικής και επικοινωνιών.
θθ. Την παρακολούθηση και τον έλεγχο της διαχείρισης
του συνόλου των αναλώσιμων και μη υλικών και η μέριμνα για την παραλαβή,
αποθήκευση, διακίνηση και διάθεση αυτών, την παρακολούθηση και ενημέρωση για
τις ανάγκες ανανέωσης των αποθεμάτων, καθώς και η καταστροφή του προς
εκκαθάριση υλικού.
γ. Το Τμήμα Διαχείρισης και Πληρωμών Π.Δ.Ε. και Λοιπών
Δράσεων είναι αρμόδιο για: αα. Την κατάρτιση προγράμματος δημοσίων επενδύσεων
έργων και μελετών και λοιπών δράσεων που χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά, διεθνή
και άλλα προγράμματα για την υλοποίηση Μεταναστευτικής Πολιτικής και τυχόν
τροποποιήσεις αυτών.
ββ. Τη μέριμνα για τη χρηματοδότηση των ανωτέρω καθώς
και την παρακολούθηση της προόδου εκτέλεσης αυτών.
γγ. Την έκδοση εντολών κατανομής Π.Δ.Ε. και λοιπών
δράσεων για την πίστωση των λογαριασμών των έργων που τηρούνται στην οικεία
Τράπεζα.
δδ. Τη μέριμνα για την κατάρτιση του συνολικού προϋπολογισμού
του Π.Δ.Ε. και λοιπών δράσεων, τον καθορισμό των ορίων των πιστώσεων, καθώς και
την ανακατανομή των πιστώσεων του Π.Δ.Ε. και λοιπών δράσεων.
εε. Τη διασφάλιση της εκτέλεσης του Προϋπολογισμού
Δημοσίων Επενδύσεων και λοιπών δράσεων εντός της διαθέσιμης πίστωσης.
στστ. Τη μέριμνα για τη συλλογή και εισαγωγή των
στοιχείων του Πληροφοριακού Συστήματος Παρακολούθησης Πληρωμών και Οφειλών
Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΣΥΠΠΟΔΕ) για όλα τα έργα αρμοδιότητάς της.
ζζ. Την πληρωμή των δαπανών του συγχρηματοδοτούμενου
και εθνικού σκέλους Π.Δ.Ε. και λοιπών δράσεων για τα θέματα Μεταναστευτικής Πολιτικής,
καθώς και οποιαδήποτε άλλη πράξη που αφορά στη διενέργεια των δαπανών αυτών.
ηη. Την τήρηση συστήματος ηλεκτρονικής καταγραφής και
αποθήκευσης των λογιστικών γεγονότων μέσω του Μητρώου δεσμεύσεων και πληρωμών
και η αποστολή των στοιχείων αυτών στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
θθ. Την προετοιμασία και προώθηση σχεδίων που αφορούν
σε διαχείριση ή παροχή κρατικών πόρων, οι οποίοι εμπεριέχουν στοιχεία κρατικής
ενίσχυσης κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 107.1 της Συνθήκης για την
λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και την υποβολή τέτοιων σχεδίων για
γνωμοδότηση επ’ αυτών ή προς έγκριση στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων
του Υπουργείου Οικονομικών.
ιι. Την
εποπτεία και υποστήριξη των φορέων αρμοδιότητάς της σε ό,τι αφορά στην τήρηση
των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων κατά την υλοποίηση μέτρων ή/και
προγραμμάτων που εμπεριέχουν στοιχεία κρατικής ενίσχυσης.
ιαια. Την
κατάρτιση και παρακολούθηση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής
Στρατηγικής (ΜΠΔΣ).
ιβιβ. Την αξιολόγηση της δημοσιονομικής επίπτωσης κάθε
πολιτικής προγράμματος ή δράσης και την παροχή γνώμης για κάθε πολιτική,
πρόγραμμα ή δράση επί θεμάτων μεταναστευτικής πολιτικής με δημοσιονομική
επίπτωση.
ιγιγ. Τη συλλογή, παρακολούθηση και επεξεργασία
οικονομικών στοιχείων σχετικών με την μεταναστευτική πολιτική, κατά λόγο
αρμοδιότητας.
Άρθρο 29
Προϊστάμενοι Οργανικών Μονάδων –
Οργανικές θέσεις
1. Στη Διεύθυνση Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας
Υποδοχής, καθώς και στα Τμήματα αυτών προΐστανται υπάλληλοι των
κλάδων/ειδικότητας ΠΕ Διοικητικού− Οικονομικού ή ΠΕ Κοινωνιολόγων ή ΠΕ
Ψυχολόγων.
2. Για τις ανάγκες λειτουργίας της Διεύθυνσης Υποδοχής
του άρθρου 27 του παρόντος συνιστώνται στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, όπως ισχύει, οι παρακάτω οργανικές θέσεις:
α. Έξι (6) θέσεις του κλάδου ΠΕ Διοικητικού –
Οικονομικού.
β. Τέσσερις (4) θέσεις του κλάδου ΠΕ Κοινωνιολόγων ή
Ψυχολόγων ή Κοινωνικών Λειτουργών.
γ. Δύο (2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής.
δ. Τέσσερις (4) θέσεις του κλάδου ΤΕ Διοικητικού –
Λογιστικού. ε. Δύο (2) θέσεις του κλάδου ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού. στ. Δύο
(2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Μηχανικών.
3. Οι οργανικές θέσεις της προηγούμενης παραγράφου
μπορούν να καλύπτονται και με απόσπαση ή μετάταξη από τον δημόσιο τομέα που
γίνονται κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης και χωρίς γνώμη των οικείων
Υπηρεσιακών Συμβουλίων.
4. Στη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών Μεταναστευτικής
Πολιτικής, καθώς και στα Τμήματα αυτής προΐστανται υπάλληλοι του
κλάδου/ειδικότητας ΠΕ Διοικητικού− Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού − Λογιστικού.
5. Για τις ανάγκες λειτουργίας της Διεύθυνσης του
άρθρου 28 του παρόντος Κεφαλαίου συνιστώνται στο Υπουργείο Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, οι παρακάτω οργανικές θέσεις:
α. Οκτώ (8) θέσεις του κλάδου ΠΕ Διοικητικού –
Οικονομικού.
β. Δύο (2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής.
γ. Πέντε (5) θέσεις του κλάδου ΤΕ Διοικητικού –
Λογιστικού.
δ. Τέσσερις (4) θέσεις του κλάδου ΔΕ Διοικητικού –
Λογιστικού. 6. Οι οργανικές θέσεις της προηγούμενης παραγράφου μπορούν να
καλύπτονται και με απόσπαση ή μετάταξη από τον δημόσιο τομέα που γίνονται κατά
παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης και χωρίς γνώμη των οικείων Υπηρεσιακών
Συμβουλίων.
Άρθρο 30
Σύσταση Τμήματος Πληροφοριακών
Συστημάτων Ιθαγένειας − Μετανάστευσης
1. Η περίπτωση βγ΄ της παρ.3 του άρθρου 14 του Π.δ.
105/2014 (Α΄ 172), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει σύμφωνα με την περίπτωση ζ΄
της παρ. 5 του άρθρου 27 του ν. 4325/2015 (Α΄ 47), αντικαθίσταται ως εξής:
«βγ. Το σχεδιασμό, τη λειτουργία, τη διαχείριση και
την υποστήριξη των Πληροφοριακών Συστημάτων των εκλογικών καταλόγων, του
εθνικού δημοτολογίου, του εθνικού ληξιαρχείου και των λοιπών εθνικών Μητρώων
που υποστηρίζονται κεντρικά και εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Κεντρικής
Υπηρεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης».
2. Στην παρ. 2 του άρθρου 18 του Π.δ. 105/2014
προστίθεται περίπτωση δ΄ ως εξής: «δ. Το Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων
Ιθαγένειας και Μετανάστευσης».
3. Στο Π.δ. 105/2014 προστίθεται άρθρο 21Α ως εξής:
«Άρθρο 21 Α Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων Ιθαγένειας
και Μετανάστευσης
1. Το Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων Ιθαγένειας και
Μετανάστευσης είναι αρμόδιο για:
α. Το σχεδιασμό, τη λειτουργία και τη διαχείριση των
Πληροφοριακών Συστημάτων Ιθαγένειας και Μετανάστευσης αρμοδιότητας της Γενικής
Γραμματείας Μεταναστευτικής Πολιτικής.
β. Την υποστήριξη της ορθής λήψης και διαβίβασης
βιομετρικών δεδομένων και συντήρησης του λογισμικού συλλογής τους. Την
παρακολούθηση της ασφαλούς φύλαξης των δακτυλικών αποτυπωμάτων και λοιπών
βιομετρικών δεδομένων και την πρόταση για λήψη αντίστοιχων μέτρων. Τον ποιοτικό
έλεγχο, τη σύγκριση και την επαλήθευση της σύμπτωσης των χαρακτηριστικών
βιομετρικών δεδομένων.
γ. Την τήρηση υποδομής δημόσιου κλειδιού για το
αυτοτελές έγγραφο της ηλεκτρονικής άδειας διαμονής πολιτών τρίτων χωρών.
δ. Την επεξεργασία και ποιοτικό έλεγχο της φωτογραφίας
προσώπου της ηλεκτρονικής άδειας διαμονής. Την καταγραφή των αποτελεσμάτων
ελέγχων της φωτογραφίας και ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών.
ε. Την ηλεκτρονική αυθεντικοποίηση στους χρήστες του
Πληροφορικού Συστήματος Ιθαγένειας και Μετανάστευσης.
στ. Την παρακολούθηση της πορείας των ηλεκτρονικών
παραβόλων των διαδικασιών των Πληροφοριακών Συστημάτων Ιθαγένειας και
Μετανάστευσης.
ζ. Την εξασφάλιση ασφαλούς επικοινωνίας και μεταγωγής
δεδομένων με το φορέα εκτύπωσης των αδειών διαμονής και τη μέριμνα για τη
διασύνδεση της Γενικής Γραμματείας Μεταναστευτικής Πολιτικής με άλλες υπηρεσίες
για την ανταλλαγή δεδομένων.
η. Τη σχεδίαση, λειτουργία και οργάνωση του
πληροφοριακού συστήματος για τη διαχείριση ελέγχων πρόσβασης και επιβεβαίωσης
αυτοτελούς εγγράφου της ηλεκτρονικής άδειας διαμονής πολιτών τρίτων χωρών. Την
επιβεβαίωση των ελέγχων πρόσβασης στο αυτοτελές έγγραφο της ηλεκτρονικής άδειας
διαμονής πολιτών τρίτων χωρών.
θ. Την επεξεργασία και διαχείριση στατιστικών δεδομένων
για τις ανάγκες των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Μεταναστευτικής
Πολιτικής.»
4. Στο άρθρο 35 του Π.δ. 105/2014 προστίθεται
παράγραφος 15 ως εξής: «15. Στο Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων Ιθαγένειας και
Μετανάστευσης προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ή ΤΕ
Πληροφορικής.»
5. Για τις ανάγκες λειτουργίας του Τμήματος
Πληροφορικών Συστημάτων Ιθαγένειας και Μετανάστευσης συνιστώνται στο Υπουργείο
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, όπως αυτό οριοθετείται από το Π.δ.
105/2014 (Α΄ 172), όπως ισχύει, οι παρακάτω οργανικές θέσεις:
α. Οκτώ (8) θέσεις του κλάδου ΠΕ πληροφορικής.
β. Μια (1) θέση ΤΕ πληροφορικής. γ. Οκτώ (8) θέσεις
του κλάδου ΔΕ Προσωπικού Ηλεκτρονικών Υπολογιστών.
Άρθρο 31
Σύσταση Διεύθυνσης Κοινωνικής Ένταξης
1. Στη Γενική Διεύθυνση Ιθαγένειας και Μεταναστευτικής
Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης συνιστάται
Διεύθυνση Κοινωνικής Ένταξης, η οποία έχει ως στόχο τη μελέτη, το σχεδιασμό και
την εφαρμογή της πολιτικής ένταξης των δικαιούχων διεθνούς προστασίας και
μεταναστών στην Ελληνική Επικράτεια.
2. Η Διεύθυνση Κοινωνικής Ένταξης συγκροτείται από τα
ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Σχεδιασμού και Υλοποίησης πολιτικών και
προγραμμάτων Κοινωνικής Ένταξης.
β. Τμήμα Ενημέρωσης, Ευαισθητοποίησης και Κοινωνικής
Συνοχής.
γ. Τμήμα Μητρώου μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και
Συνεργασίας με Φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών.
3. Στα προβλεπόμενα υπό την παράγραφο 2 τμήματα
κατανέμονται αρμοδιότητες ως εξής:
α. Τμήμα Σχεδιασμού και Υλοποίησης πολιτικών και
προγραμμάτων Κοινωνικής Ένταξης είναι αρμόδιο για:
αα. Την υποβολή εισηγήσεων, για τη διαμόρφωση της
στρατηγικής και των πολιτικών ένταξης δικαιούχων διεθνούς προστασίας,
δικαιούχων ανθρωπιστικού καθεστώτος, ασυνόδευτων ανηλίκων και μεταναστών και
ευάλωτων ομάδων μεταναστών και προσφύγων με την προοπτική ένταξής τους.
ββ. Την υποβολή προτάσεων για το θεσμικό πλαίσιο
συνεργασίας με τα Υπουργεία και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, καθώς και την
πραγματοποίηση διαλόγου με τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών και τους
συλλόγους δικαιούχων διεθνούς προστασίας και μεταναστών.
γγ. Την υποβολή προτάσεων για τη συμμετοχή σε
ευρωπαϊκά και διεθνή προγράμματα στους τομείς της ένταξης και της ενίσχυσης της
κοινωνικής συνοχής.
δδ. Το συντονισμό των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και
των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού και δεύτερου βαθμού για την
υποβολή προτάσεων και την κατάρτιση ολοκληρωμένων προγραμμάτων ένταξης των
δικαιούχων διεθνούς προστασίας και μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων και ευάλωτων
ομάδων πολιτών τρίτης χώρας, και την υλοποίησή τους σε συνεργασία με άλλους
δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και την κοινωνία των πολιτών.
εε. Την εκπροσώπηση του Υπουργείου σε ευρωπαϊκούς και
διεθνείς οργανισμούς που ασχολούνται με θέματα ένταξης δικαιούχων διεθνούς
προστασίας, μεταναστών, καθώς και τη διαμόρφωση σχετικών θέσεων επί των θεμάτων
αυτών.
στστ. Τη συνεργασία με άλλα κράτη για το σχεδιασμό και
την υλοποίηση δράσεων στον τομέα της ένταξης και της ενίσχυσης της κοινωνικής
συνοχής, καθώς και για ανταλλαγή καλών πρακτικών.
ζζ. Το σχεδιασμό, την εποπτεία και τον έλεγχο δομών
και υπηρεσιών ένταξης δικαιούχων διεθνούς προστασίας και μεταναστών και
ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής.
ηη. Τη μελέτη εφαρμογής, το σχεδιασμό, την
παρακολούθηση του φυσικού αντικειμένου ή/και την υλοποίηση του φυσικού
αντικειμένου προγραμμάτων κοινωνικής προστασίας και κοινωνικής ένταξης
αιτούντων διεθνούς προστασίας και ασυνόδευτων ανήλικων, καθώς και προγραμμάτων
κοινωνικής ένταξης των δικαιούχων των ανωτέρω μορφών προστασίας και μεταναστών,
υπό τη χρηματοδότηση εθνικών, ευρωπαϊκών ή άλλων πόρων και εκτός των
προγραμμάτων του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (TAME −AMIF) και του
Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (TEA − ISF) που υλοποιούνται από την αρμόδια
Διαχειριστική Αρχή και τις Εντεταλμένες Αρχές.
β. Το Τμήμα Ενημέρωσης, Ευαισθητοποίησης και
Κοινωνικής Συνοχής είναι αρμόδιο για: αα. Την οργάνωση δράσεων επικοινωνιακού
και επιμορφωτικού χαρακτήρα, με στόχο την πληροφόρηση και ευαισθητοποίηση της
κοινής γνώμης στους τομείς της ένταξης και της ενίσχυσης της κοινωνικής
συνοχής.
ββ. Την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των υπαλλήλων
των δημόσιων φορέων και των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού,
για θέματα ένταξης και τη διαπολιτισμική εκπαίδευσή τους στον τομέα αυτόν.
γγ. Την καταγραφή επιμορφωμένων διαπολιτισμικών
μεσολαβητών και την τήρηση, λειτουργία και συνεχή επικαιροποίηση σχετικού
Μητρώου Διαπολιτισμικών Μεσολαβητών.
δδ. Την προώθηση δράσεων διαπολιτισμικής μεσολάβησης.
εε. Την προώθηση μέτρων για την ενίσχυση της συμμετοχής
των πολιτών τρίτων χωρών που διαμένουν στη χώρα σε συλλογικές δράσεις, καθώς
και μέτρων για την εκπροσώπησή τους στο πλαίσιο συλλογικοτήτων.
στστ. Τη συνεργασία με συναρμόδια Υπουργεία, άλλους
κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς και φορείς της κοινωνίας πολιτών για το σχεδιασμό
και την υλοποίηση δράσεων Διαθρησκευτικού Διαλόγου.
ζζ. Τη δημιουργία και υποστήριξη λειτουργίας
ηλεκτρονικής πλατφόρμας Διαθρησκευτικού Διαλόγου με στόχο την πρόληψη της
ριζοσπαστικοποίησης και του φανατισμού.
ηη. Την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για θέματα
διαφορετικότητας, μέσω ανταλλαγών, σεμιναρίων, πολιτιστικών εκδηλώσεων, σε
συνεργασία με συλλόγους μεταναστών/προσφύγων, πρεσβείες, μουσεία και άλλα
πολιτιστικά ιδρύματα.
γ. Το Τμήμα Μητρώου Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και
Συνεργασίας με Φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών, είναι αρμόδιο για:
αα. Την καταγραφή και την επικαιροποίηση των στοιχείων
ελληνικών και ξένων μη κυβερνητικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στην
Ελληνική Επικράτεια στους τομείς της διεθνούς προστασίας, της μετανάστευσης και
της κοινωνικής ένταξης, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία, τις
Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και
δεύτερου βαθμού.
ββ. Την πιστοποίηση των ελληνικών μη κυβερνητικών οργανώσεων
σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία και φορείς.
γγ. Την καταγραφή των υφιστάμενων μεταναστευτικών
κοινοτήτων και συλλόγων πολιτών λοιπών ευπαθών ομάδων που εμπίπτουν στην
αρμοδιότητα του Υπουργείου.
4. Οι υπάλληλοι που έχουν τοποθετηθεί στο Τμήμα
Κοινωνικής Ένταξης της Διεύθυνσης Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης μετατάσσονται ή μεταφέρονται με
απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης κατά παρέκκλιση
κάθε άλλης διάταξης και με ταυτόχρονη μεταφορά των οργανικών τους θέσεων στη
Διεύθυνση Κοινωνικής Ένταξης.
5. Για τις ανάγκες λειτουργίας της Διεύθυνσης
Κοινωνικής Ένταξης συνιστώνται στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, όπως αυτό οριοθετείται από το Π.δ. 105/2014 (Α΄ 172), όπως
ισχύει, επιπλέον των υπαρχουσών, οι παρακάτω οργανικές θέσεις:
α. Πέντε (5) θέσεις του κλάδου ΠΕ Διοικητικού –
Οικονομικού.
β. Πέντε (5) θέσεις του κλάδου ΠΕ Κοινωνιολόγων.
γ. Πέντε (5) θέσεις του κλάδου ΠΕ Ψυχολόγων.
δ. Δύο (2) θέσεις του κλάδου ΤΕ Διοικητικού – Λογι−
στικού.
ε. Πέντε (5) θέσεις του κλάδου ΔΕ Διοικητικού –
Λογιστικού.
Άρθρο 32
Εξουσιοδοτική διάταξη
1. Με Προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται εντός έξι (6)
μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, δημιουργούνται, συγχωνεύονται ή
τροποποιούνται Διευθύνσεις και τμήματα των Γενικών Γραμματειών των άρθρων 25
και 26 του παρόντος, ορίζονται πρόσθετες οργανικές θέσεις καθώς και
ανακατανέμονται αυτές μεταξύ των υπηρεσιών των άνω Γραμματειών.
2. Με υπουργική απόφαση μπορούν να ρυθμισθούν θέματα
των αρμοδιοτήτων των Διευθύνσεων και Τμη−μάτων των Γενικών Γραμματειών των
άρθρων 25 και 26 του παρόντος.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΑΝΑΚΛΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/32/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ «ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ
ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ (ΑΝΑΔΙΑΤΥΠΩΣΗ)» (l 180/29.6.2013) ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 33
(Άρθρο 1 Οδηγίας)
Σκοπός
Σκοπός των διατάξεων του παρόντος Μέρους είναι η
προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τις κοινές διαδικασίες για τη
χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση)» (L
180/29.6.2013).
Άρθρο 34
(Άρθρα 2 και 4 Οδηγίας)
Ορισμοί Για την εφαρμογή του
παρόντος:
α. «Σύμβαση της Γενεύης» είναι η Σύμβαση περί της
Νομικής Καταστάσεως των Προσφύγων, η οποία υπεγράφη στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου
1951 και κυρώθηκε με το Ν.δ. 3989/1959 (Α΄ 201), όπως τροποποιήθηκε από το
συναφές Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, το οποίο κυρώθηκε
με τον Α.ν. 389/1968 (Α΄ 125).
β. «Αίτηση διεθνούς προστασίας» ή «αίτηση ασύλου» ή
«αίτηση» είναι η αίτηση παροχής προστασίας από το Ελληνικό Κράτος που υποβάλλει
αλλοδαπός ή ανιθαγενής, με την οποία ζητά την αναγνώριση στο πρόσωπό του της
ιδιότητας του πρόσφυγα ή τη χορήγηση καθεστώτος επικουρικής προστασίας, σύμφωνα
με τη Σύμβαση της Γενεύης και τις διατάξεις του άρθρου 2 (β) και (γ) Π.δ.
141/2013 (Α΄ 226). Αίτηση διεθνούς προστασίας μπορεί να υποβληθεί και εξ
ονόματος των μελών της οικογένειας αιτούντος που βρίσκονται στην Ελληνική
Επικράτεια.
γ. «Μέλη της οικογένειας» του αιτούντος διεθνή
προστασία, υπό την προϋπόθεση ότι η οικογένεια υπήρχε πριν την είσοδο στη χώρα,
θεωρούνται: αα. Ο σύζυγος ή ο εκτός γάμου σύντροφoς, με τον οποίο διατηρεί
σταθερή σχέση μακράς διαρκείας δεόντως αποδεδειγμένη, ββ. Τα ανήλικα, άγαμα και
εξαρτημένα τέκνα, ανεξαρτήτως αν γεννήθηκαν σε γάμο ή εκτός γάμου των γονέων
τους ή είναι υιοθετημένα. γγ. Τα ενήλικα τέκνα του αιτούντος που πάσχουν από
πνευματική ή σωματική αναπηρία και δεν δύνανται να υποβάλουν αυτοτελώς αίτηση.
δ. «αιτών διεθνή προστασία» ή «αιτών άσυλο» ή «αιτών»
είναι ο αλλοδαπός ή ανιθαγενής, ο οποίος δηλώνει προφορικώς ή εγγράφως ενώπιον
οποιασδήποτε ελληνικής αρχής, στα σημεία εισόδου στην Ελληνική Επικράτεια ή
εντός αυτής, ότι ζητά άσυλο ή επικουρική προστασία ή με οποιονδήποτε τρόπο ζητά
να μην απελαθεί σε κάποια χώρα εκ φόβου δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας,
εθνικότητας, πολιτικών πεποιθήσεων ή συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα,
σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης ή επειδή κινδυνεύει να υποστεί σοβαρή βλάβη
σύμφωνα με το άρθρο 15 του Π.δ. 141/2013 (Α΄ 226) και επί του αιτήματος του
οποίου δεν έχει ληφθεί ακόμη τελεσίδικη απόφαση. Επίσης, αιτών διεθνή προστασία
θεωρείται και ο αλλοδαπός, ο οποίος υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο
κράτος − μέλος της ΕΕ κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 604/2013 του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τη θέσπιση των κριτηρίων και
μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους−μέλους που είναι υπεύθυνο για την
εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος−μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας,
ή σε άλλο κράτος που δεσμεύεται από και εφαρμόζει τον ως άνω Κανονισμό, και
μεταφέρεται στην Ελλάδα βάσει των διατάξεών του.
ε. «Τελεσίδικη απόφαση» είναι η απόφαση που ορίζει εάν
αλλοδαπός ή ανιθαγενής αναγνωρίζεται ή όχι ως πρόσφυγας ή δικαιούχος
επικουρικής προστασίας, η οποία δεν υπόκειται πλέον σε άσκηση του ένδικου
βοηθήματος που προβλέπεται στο άρθρο 64. στ. «Πρόσφυγας» είναι ο αλλοδαπός ή ο
ανιθαγενής στο πρόσωπο του οποίου πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του
άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης και του άρθρου 2(ε) του Π.δ. 141/2013.
ζ. «Καθεστώς πρόσφυγα» είναι το καθεστώς που
χορηγείται κατόπιν της αναγνώρισης από την αρμόδια ελληνική αρχή ενός αλλοδαπού
ή ανιθαγενή ως πρόσφυγα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.δ. 141/2013.
η. «Δικαιούχος επικουρικής προστασίας» είναι ο αλλοδαπός
ή ο ανιθαγενής που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθ. 2 στοιχείο ζ΄ του Π.δ.
141/2013.
θ. «Καθεστώς επικουρικής προστασίας» είναι το καθεστώς
που χορηγείται κατόπιν της αναγνώρισης από την αρμόδια ελληνική αρχή ενός
αλλοδαπού ή ανιθαγενούς ως δικαιούχου επικουρικής προστασίας, σύμφωνα με τις
διατάξεις του Π.δ. 141/2013.
ι. «Διεθνής προστασία» είναι το καθεστώς πρόσφυγα και
το καθεστώς επικουρικής προστασίας, όπως ορίζονται στα στοιχεία ζ΄ και θ΄ του
παρόντος. ια. «Ασυνόδευτος ανήλικος» είναι το πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18 ετών,
το οποίο φθάνει στην Ελλάδα, χωρίς να συνοδεύεται από πρόσωπο που ασκεί τη
γονική του μέριμνα, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και για όσο χρόνο η
γονική του μέριμνα δεν έχει ανατεθεί σε κάποιο άλλο πρόσωπο σύμφωνα με το νόμο
και δεν ασκείται στην πράξη, ή ο ανήλικος που εγκαταλείπεται ασυνόδευτος μετά
την είσοδό του στην Ελλάδα. ιβ. «Εκπρόσωπος ασυνόδευτου ανηλίκου» είναι ο
προσωρινός ή οριστικός επίτροπος του ανηλίκου ή το πρόσωπο που ορίζεται από τον
αρμόδιο Εισαγγελέα Ανηλίκων ή, όπου δεν υπάρχει Εισαγγελέας Ανηλίκων, από τον
Εισαγγελέα Πρωτοδικών για την προάσπιση των συμφερόντων του ανηλίκου αυτού. Ως
εκπρόσωπος κατά το προηγούμενο εδάφιο, μπορεί να οριστεί και ο νόμιμος
εκπρόσωπος νομικού προσώπου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Στην τελευταία
περίπτωση, ο εκπρόσωπος του νομικού προσώπου μπορεί να εξουσιοδοτήσει άλλο
πρόσωπο για την εκπροσώπηση του ανηλίκου κατά τις διαδικασίες του παρόντος. ιγ.
«Κράτηση» είναι ο περιορισμός σε ειδικό χώρο, με αποτέλεσμα τη στέρηση της
ελευθερίας του προσώπου. ιδ. «Αρμόδιες Αρχές Παραλαβής», «Αρμόδιες Αρχές
Εξέτασης» ή «Αρμόδιες Αρχές Παραλαβής και Εξέτασης» είναι τα Περιφερειακά
Γραφεία Ασύλου, τα Αυτοτελή Κλιμάκια της Υπηρεσίας Ασύλου, καθώς και τα Κινητά
Κλιμάκια Ασύλου. ιε. «Κεντρική Αρχή» είναι η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου του
Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης. ιστ. «Χώρα καταγωγής»
είναι η χώρα της ιθαγένειας ή, για τους ανιθαγενείς, η χώρα της προηγούμενης
συνήθους διαμονής τους. ιζ. «Άδεια διαμονής» είναι κάθε άδεια, η οποία εκδίδε−
ται από τις ελληνικές Αρχές, σύμφωνα με τον τύπο που προβλέπει η ελληνική
νομοθεσία και η οποία επιτρέπει σε αλλοδαπό ή σε ανιθαγενή τη διαμονή του στην
Ελ−ληνική Επικράτεια. ιη. «Αποφαινόμενη Αρχή» είναι o υπάλληλος της αρμόδιας
Αρχής Παραλαβής, ο οποίος ορίζεται ως χειριστής για την εξέταση της αίτησης
διεθνούς προστασίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του
παρόντος. Στην περίπτωση του άρθρου 63 Αποφαινόμενη Αρχή είναι ο Προϊστάμενος
του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου ή Αυτοτελούς Κλιμακίου της Υπηρεσίας Ασύλου.
Στις περιπτώσεις του άρθρου 54 (β), η Αποφαινόμενη Αρχή εκδίδει και τη σχετική
πράξη μεταφοράς κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού 604/2013. ιθ. «Αρμόδιες Αρχές
Απόφασης» είναι η Αποφαινόμενη Αρχή και οι Επιτροπές Προσφυγών της Αρχής
Προσφυγών. κ. «Μεταγενέστερη αίτηση» είναι η αίτηση για παροχή διεθνούς
προστασίας που υποβάλλεται μετά από τελεσίδικη απορριπτική απόφαση ή απόφαση
διακοπής της εξέτασης της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος
2. Ως μεταγενέστερη αίτηση λογίζεται και κάθε νέα
αίτηση διεθνούς προστασίας μετά από παραίτηση κατά τις διατάξεις του άρθρου 47.
κα. «Ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας» είναι η απόφαση της
Αποφαινόμενης Αρχής να ανακαλέσει καθεστώς πρόσφυγα ή επικουρικής προστασίας,
σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.δ. 141/2013. Σε περίπτωση άρνησης ανανέωσης
άδειας διαμονής πρόσφυγα ή δικαιούχου επικουρικής προστασίας, εφαρμόζονται οι
διατάξεις και εγγυήσεις περί ανάκλησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας. κβ.
«Παραμονή στη χώρα» είναι η παραμονή στο έδαφος της Ελληνικής Επικράτειας,
περιλαμβανομένων των συνόρων και των ζωνών διέλευσης. κγ. «Σύμβουλος του
αιτούντος» είναι ο νομικός, ιατρός, ψυχολόγος ή κοινωνικός λειτουργός, ο οποίος
τον υποστηρίζει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης της αίτησής του. κδ.
«Δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία» ή «δελτίο» είναι το ειδικό ατομικό δελτίο
που εκδίδεται για τον αιτούντα κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας
εξέτασης της αίτησής του από τις αρμόδιες αρχές και του επιτρέπει την παραμονή
στην Ελληνική Επικράτεια μέχρι την ολοκλήρωσή της. κε. «Αιτούντες που χρήζουν
ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων» είναι οι αιτούντες, των οποίων η ικανότητα να
απολαύουν των δικαιωμάτων και να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που
προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Μέρους περιορίζεται λόγω ιδιαίτερων
περι− στάσεων που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση και ιδίως την κατάσταση
της υγείας τους.
Άρθρο 35
(Άρθρο 3 Οδηγίας)
Πεδίο εφαρμογής
1. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται σε
όλες τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται στο έδαφος της Ελληνικής
Επικράτειας, περιλαμβανομένων των συνόρων, ή στις ζώνες διέλευσης της χώρας,
καθώς και στις διαδικασίες ανάκλησης χορηγηθέντος καθεστώτος διεθνούς
προστασίας.
2. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους δεν εφαρμόζονται
επί αιτήσεων διπλωματικού ή εδαφικού ασύλου που υποβάλλονται σε ελληνικές
διπλωματικές αρχές και μόνιμες αντιπροσωπείες στο εξωτερικό.
3. Η ερμηνεία και εφαρμογή του παρόντος Μέρους
γίνονται σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης και το διεθνές δίκαιο για την
προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τη σχετική διεθνή, ευρωπαϊκή και
εθνική νομοθεσία και νομολογία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ
ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΚΑΘ’ ΟΛΗ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Άρθρο 36
(Άρθρο 6 και 7 Οδηγίας)
Πρόσβαση στη διαδικασία
1.α. Κάθε αλλοδαπός ή ανιθαγενής έχει δικαίωμα υποβολής
αίτησης διεθνούς προστασίας. Η αίτηση υποβάλλεται ενώπιον των Αρχών Παραλαβής,
οι οποίες διενεργούν αμέσως πλήρη καταγραφή της. Η πλήρης καταγραφή
περιλαμβάνει τουλάχιστον τα στοιχεία ταυτότητας, τη χώρα καταγωγής του
αιτούντος, το όνομα του πατέρα, της μητέρας, του/της συζύγου και των τέκνων
του, βιομετρικά στοιχεία αναγνώρισης, καθώς και σύντομη αναφορά των λόγων για
τους οποίους ο αιτών ζητά διεθνή προστασία.
β. Σε περίπτωση που, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι
δυνατή η πλήρης καταγραφή, σύμφωνα με το στοιχείο α΄, μετά από απόφαση του
Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, οι Αρχές Παραλαβής μπορούν να προβαίνουν, το
αργότερο εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης, σε απλή
καταγραφή των ελάχιστων απαραίτητων στοιχείων και στη συνέχεια να προβαίνουν
στην πλήρη καταγραφή του στοιχείου α΄ μόλις αυτό καταστεί δυνατό και κατά
προτεραιότητα.
γ. Η αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρείται
κατατεθειμένη από την ημερομηνία της πλήρους καταγραφής, σύμφωνα με το στοιχείο
α΄, από την οποία αρχίζουν οι σχετικές προθεσμίες για την εξέτασή της σύμφωνα
με το άρθρο 51 του παρόντος. Σε περίπτωση που αλλοδαπός ή ανιθαγενής, ο οποίος
έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, δεν εμφανιστεί για την καταγραφή της,
κατά την ορισθείσα ημερομηνία ή παρότι έχει κληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος, η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με απόφαση του Προϊσταμένου του αρμόδιου
Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου.
2. Οι αρμόδιες Αρχές Παραλαβής διασφαλίζουν την άσκηση
του δικαιώματος κατάθεσης αίτησης διεθνούς προστασίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο
αιτών θα παρουσιασθεί αυτοπροσώπως ενώπιόν τους, με την επιφύλαξη των διατάξεων
του άρθρου 42 παράγραφος 1 (α).
3. Σε περίπτωση που αλλοδαπός ή ανιθαγενής, ο οποίος
είτε βρίσκεται υπό κράτηση είτε σε διαδικασίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης κατά
την κείμενη νομοθεσία, δηλώσει ότι επιθυμεί να καταθέσει αίτηση διεθνούς
προστασίας, οι κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές μεριμνούν για την άμεση σύνταξη
και υποβολή έγγραφης σχετικής δήλωσης. Στη συνέχεια η αίτηση διεθνούς προστασίας
καταγράφεται από την υπηρεσία κράτησης ή την Υπηρεσία Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εδάφιο β΄ της παραγράφου 1 (απλή
καταγραφή), σε διασυνδεδεμένο με την Αρχή Παραλαβής ηλεκτρονικό σύστημα εντός
έξι (6) εργάσιμων ημερών. Οι αρχές κράτησης ή οι περιφερειακές υπηρεσίες
Υποδοχής και Ταυτοποίησης, σε συνεργασία με την Αρχή Παραλαβής, μεριμνούν για
τη μεταγωγή του κρατουμένου ενώπιον της αρχής αυτής, το συντομότερο δυνατό,
προκειμένου πραγματοποιηθεί η πλήρης καταγραφή της αίτησης διεθνούς προστασίας
σύμφωνα με το στοιχείο α΄της παραγράφου 1. Σε περίπτωση που ο αιτών αφεθεί
ελεύθερος πριν την πραγματοποίηση πλήρους καταγραφής, οφείλει να προσέλθει
εντός δέκα (10) ημερών στην αρμόδια Αρχή Παραλαβής, ώστε να προγραμματιστεί η
πλήρης καταγραφή της αίτησης διεθνούς προστασίας. Σε περίπτωση που δεν εμφανιστεί,
η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με απόφαση του Προϊσταμένου του αρμόδιου
Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου. Το πρόσωπο που εκφράζει επιθυμία κατάθεσης
αίτησης διεθνούς προστασίας είναι αιτών άσυλο σύμφωνα με τις διατάξεις του
άρθρου 34(δ) του παρόντος.
4. Αν η αίτηση διεθνούς προστασίας υποβληθεί σε μη
αρμόδια αρχή, αυτή υποχρεούται να ειδοποιήσει αμέσως την αρμόδια Αρχή Παραλαβής
με τον προσφορότερο τρόπο και να παραπέμψει σε αυτήν τον αιτούντα. Η Κεντρική
Υπηρεσία Ασύλου μεριμνά για την ενημέρωση και κατάρτιση των αρχών στις οποίες
είναι πιθανόν να απευθυνθεί όποιος επιθυμεί να υποβάλει αίτηση διεθνούς
προστασίας (ιδίως την Ελληνική Αστυνομία, το Λιμενικό Σώμα και την Υπηρεσία
Υποδοχής και Ταυτοποίησης Υποδοχής και Ταυτοποίησης), σχετικά με τις αρμόδιες
υπηρεσίες και τη διαδικασία κατάθεσης της αίτησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην
παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ώστε να ενημερώνονται οι ενδιαφερόμενοι
σχετικά με τον τόπο και τρόπο κατάθεσης αίτησης διεθνούς προστασίας.
5. Όταν μεγάλος αριθμός ταυτόχρονων αιτήσεων διεθνούς
προστασίας καθιστά πολύ δύσκολη στην πράξη την καταγραφή που προβλέπεται στην
παράγραφο 1 ή την παράγραφο 3, η καταγραφή της αίτησης μπορεί να
πραγματοποιηθεί εντός προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών.
6. Ο αιτών μπορεί να υποβάλει αίτηση εξ ονόματος και
των μελών της οικογένειάς του. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα ενήλικα μέλη με
δικαιοπρακτική ικανότητα πρέπει να συναινούν εγγράφως στην κατάθεση της αίτησης
εξ ονόματός τους ή σε αντίθετη περίπτωση να έχουν την ευκαιρία να υποβάλουν οι
ίδιοι την αίτησή τους. Πριν ζητηθεί η συναίνεση, κάθε εξαρτώμενος ενήλικος
ενημερώνεται κατ’ ιδίαν σχετικά με τις συναφείς διαδικαστικές συνέπειες της
αυτοπρόσωπης κατάθεσης αίτησης και σχετικά με το δικαίωμά του να υποβάλει
αυτοτελή αίτηση διεθνούς προστασίας. Η συναίνεση ζητείται κατά το χρόνο
κατάθεσης της αίτησης ή το αργότερο κατά την προσωπική συνέντευξη με το εν λόγω
μέλος της οικογένειας.
7. Αιτών που αποκτά τέκνο μετά την είσοδό του στη χώρα
δύναται να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας εξ ονόματος του τέκνου, η
κατάθεση της οποίας συνοδεύεται από τη ληξιαρχική πράξη γέννησης του τέκνου. Η
αίτηση αυτή συνενώνεται με την αίτηση διεθνούς προστασίας του αιτούντος γονέα
σε όποιο στάδιο και βαθμό της διαδικασίας βρίσκεται αυτή.
8. Ο ανήλικος άνω των δεκαπέντε (15) ετών, δύναται να
υποβάλει αυτοπροσώπως και αυτοτελώς αίτηση διεθνούς προστασίας. Σε περίπτωση
που είναι ασυνό− δευτος, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 45 του παρόντος.
9. Ο ασυνόδευτος ανήλικος, κάτω των δεκαπέντε (15)
ετών, υποβάλλει αίτηση διά εκπροσώπου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 45. 10. Ο
εκπρόσωπος του ανηλίκου, καθώς και ο εκπρόσωπος του ξενώνα στον οποίο
φιλοξενείται ο ανήλικος, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Π.δ. 220/2007, μπορούν να
καταθέτουν αίτηση διεθνούς προστασίας εξ ονόματος του ανηλίκου εφόσον, με βάση
εξατομικευμένη εκτίμηση της προσωπικής κατάστασής του, θεωρούν ότι ο ανήλικος
έχει ενδεχομένως ανάγκη διεθνούς προστασίας. Ο ανήλικος πρέπει να είναι παρών
κατά την κατάθεση της αίτησης, εκτός αν αυτό είναι αδύνατο για λόγους ανωτέρας
βίας.
Άρθρο 37
(Άρθρο 9 της Οδηγίας)
Δικαίωμα παραμονής αιτούντων −
Εξαιρέσεις
1. Οι αιτούντες επιτρέπεται να παραμένουν στη χώρα μέχρι
την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς
προστασίας και απαγορεύεται η απομάκρυνσή τους με οποιονδήποτε τρόπο.
2. Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις
περιπτώσεις όπου οι αρμόδιες αρχές είτε παραδίδουν τον αιτούντα σε άλλο
κράτος−μέλος της Ε.Ε. βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, σύμφωνα με τις
διατάξεις του ν. 3251/2004 (Α΄ 127), είτε εκδίδουν αυτόν σε τρίτη χώρα, με την
εξαίρεση της χώρας καταγωγής του αιτούντος, ή σε διεθνή ποινικά δικαστήρια, με
βάση τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Η παράδοση ή η έκδοση δεν πρέπει να
οδηγεί σε έμμεση ή άμεση επαναπροώθηση του ενδιαφερόμενου κατά παράβαση του
άρθρου 33 παράγραφος 1 της Σύμβασης της Γενεύης ή σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής
βλάβης, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Π.δ. 141/2013, του άρθρου 7 του
Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, του άρθρου 3 της
Διεθνούς Σύμβασης της Νέας Υόρκης κατά των Βασανιστηρίων, του άρθρου 3 της
Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, των άρθρων 4 και 19 του
Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και του άρθρου 5
του Συντάγματος. Κανένας δεν εκδίδεται πριν εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της
αίτησής του, εφόσον επικαλείται φόβο δίωξης στο εκζητούν κράτος.
3. Το δικαίωμα παραμονής του αιτούντος στη χώρα,
σύμφωνα με την παράγραφο 1, δεν θεμελιώνει δικαίωμα για χορήγηση άδειας
διαμονής.
Άρθρο 38 (Άρθρο 8 Οδηγίας) Ενημέρωση και παροχή
συμβουλών σε κέντρα κράτησης και σημεία εισόδου στην Ελληνική Επικράτεια
1. Αλλοδαποί ή ανιθαγενείς, οι οποίοι βρίσκονται σε
κέντρα κράτησης ή σημεία διέλευσης συνόρων, συμπεριλαμβανομένων των ζωνών
διέλευσης, στα εξωτερικά σύνορα, λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα
υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας. Η Υπηρεσία Ασύλου σε συνεργασία με τις
αρχές που δραστηριοποιούνται στα σημεία αυτά ή/και με φορείς της κοινωνίας των
πολιτών, μεριμνά για την παροχή της πληροφόρησης σχετικά με τη δυνατότητα
υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας. Στα εν λόγω κέντρα κράτησης και σημεία
διέλευσης, παρέχεται δυνατότητα διερμηνείας στο μέτρο που είναι αναγκαίο για τη
διευκόλυνση της πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου.
2. Οι οργανώσεις και τα πρόσωπα που ενημερώνουν και
συμβουλεύουν τους αλλοδαπούς ή ανιθαγενείς, σύμφωνα με την παράγραφο 1, έχουν
πρόσβαση στα σημεία διέλευσης των συνόρων, περιλαμβανομένων των ζωνών
διέλευσης, στα εξωτερικά σύνορα, εκτός αν συντρέχουν λόγοι εθνικής ασφάλειας ή
δημόσιας τάξης ή λόγοι που υπαγορεύονται από τη διοικητική διαχείριση του
συγκεκριμένου σημείου διέλευσης των συνόρων και επιβάλλουν τον περιορισμό του
δικαιώματος αυτού. Οι περιορισμοί αυτοί δεν θα πρέπει να οδηγούν σε αδυναμία
πρόσβασης στα συγκεκριμένα σημεία για τις ανωτέρω οργανώσεις ή πρόσωπα.
Άρθρο 39
(Άρθρο 10 Οδηγίας)
Προϋποθέσεις για την εξέταση της
αίτησης
1. Οι αιτήσεις δεν απορρίπτονται, αποκλειστικά και
μόνο για το λόγο ότι δεν υποβλήθηκαν το ταχύτερο δυνατόν. 2. Όλες οι αιτήσεις
διεθνούς προστασίας εξετάζονται αρχικά ως προς την υπαγωγή στο καθεστώς του
πρόσφυγα και, εφόσον δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις, εξετάζονται ως
προς την υπαγωγή σε καθεστώς επικουρικής προστασίας.
3. Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων λαμβάνονται σε
ατομική βάση, μετά από εμπεριστατωμένη, αντικειμενική και αμερόληπτη εξέταση.
Για το σκοπό αυτόν η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου:
α. Αναζητεί, συλλέγει, αξιολογεί και τηρεί
συγκεκριμένες και ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την πολιτική, κοινωνική,
οικονομική, καθώς και τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες προέλευσης
των αιτούντων (χώρες καταγωγής, χώρες προηγούμενης συνήθους διαμονής, χώρες
μέσω των οποίων διήλθαν κ.λπ.) σε συνεργασία με άλλες συναρμόδιες αρχές ή
αντίστοιχες αρχές κρατών−μελών Ε.Ε., στο πλαίσιο σχετικών συμφωνιών ή από
αξιόπιστες πηγές, όπως η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και η
Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες. Οι πληροφορίες αυτές
κοινοποιούνται στις Αρμόδιες Αρχές Απόφασης.
β. Μεριμνά, ώστε το προσωπικό που εξετάζει και
αποφασίζει για τις αιτήσεις ή εισηγείται για τη λήψη αποφάσεων, να γνωρίζει την
εθνική και διεθνή νομοθεσία και τη νομολογία περί διεθνούς προστασίας. Προς
τούτο, οργανώνει την εκπαίδευση και φροντίζει για τη συνεχή επιμόρφωση του
προσωπικού. Επίσης μεριμνά, ώστε το προσωπικό να μπορεί να συμβουλεύεται, όταν
είναι αναγκαίο, εμπειρογνώμονες επί ειδικών ζητημάτων όπως ιατρικών,
πολιτισμικών, θρησκευτικών, γλωσσολογικών ή ζητημάτων που άπτονται ιδίως των
ανηλίκων ή του φύλου. Περαιτέρω η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου διοργανώνει
σεμινάρια εκπαίδευσης αυτοτελώς ή/και σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του
ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Στήριξης για το Άσυλο, ενώ
μπορεί να διοργανώνει σεμινάρια κατάρτισης σε συνεργασία με φορείς της
κοινωνίας των πολιτών. Κοινοποιεί στις Αρμόδιες Αρχές Απόφασης τις διαθέσιμες
από την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες οδηγίες και ενημερωτικά
δελτία σε θέματα διεθνούς προστασίας.
Άρθρο 40
(Άρθρο 11 Οδηγίας)
Αιτιολόγηση και επίδοση αποφάσεων
και άλλων διαδικαστικών εγγράφων
1. Οι αποφάσεις επί της αίτησης διεθνούς προστασίας,
συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων μεταφοράς βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) 604/2013,
επιδίδονται στον αιτούντα με μέριμνα της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής.
2. Η επίδοση πραγματοποιείται το ταχύτερο δυνατόν μετά
την έκδοση της απόφασης και αφού ειδοποιηθεί ο αιτών προκειμένου να προσέλθει
για την παραλαβή της απόφασης σε συγκεκριμένη ημερομηνία.
3. Η ειδοποίηση πραγματοποιείται, με βάση τα δηλωθέντα
υπευθύνως από τον αιτούντα, πλέον πρόσφατα στοιχεία επικοινωνίας, με επιστολή,
τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή τηλεφωνική κλήση. Για την πράξη αυτή
γίνεται από τον αρμόδιο υπάλληλο σχετική μνεία στο φάκελο του αιτούντος ή σε
ειδικό βιβλίο, η οποία πρέπει να φέρει χρονολογία και ώρα διενέργειας της
πράξης, το όνομα και την υπογραφή του υπαλλήλου που προέβη στην ειδοποίηση και
το είδος της πράξης στην οποία προέβη. Κάθε πρόσκληση ή κοινοποίηση
πραγματοποιείται στον πιο πρόσφατο τόπο διαμονής ή κατοικίας που έχει δηλώσει ο
αιτών διεθνή προστασία.
4. Εάν ο αιτών είναι κρατούμενος ή παραμένει σε
Περιφερειακές Υπηρεσίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης, εφόσον η μεταγωγή του
ενώπιον των Αρχών Παραλαβής για την πραγματοποίηση της επίδοσης είναι αδύνατη
για αντικειμενικούς λόγους, οι οποίοι γνωστοποιούνται εγγράφως στην αρμόδια
Αρχή Παραλαβής, η απόφαση παραδίδεται στον προϊστάμενο του οικείου καταστήματος
ή εγκατάστασης, ο οποίος μεριμνά για την άμεση επίδοση της απόφασης, σύμφωνα με
τις κείμενες διατάξεις, με τη συνδρομή διερμηνέα, σε γλώσσα που ο κρατούμενος
κατανοεί, μνεία δε του γεγονότος αυτού γίνεται στη σχετική έκθεση επίδοσης. Στη
συνέχεια, ο προϊστάμενος του οικείου καταστήματος, χώρου κράτησης ή
Περιφερειακής Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, ενημερώνει σχετικά την
αρμόδια Αρχή Παραλαβής, στην οποία αποστέλλει την έκθεση επίδοσης.
5. Εάν ο αιτών δεν ανταποκριθεί ή δεν καταστεί δυνατόν
να ανευρεθεί με τα μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 3, η επίδοση
διενεργείται το αργότερο κατά την επόμενη προσέλευσή του για ανανέωση του
δελτίου αιτούντος από τις αρμόδιες αρχές.
6. Κατά την επίδοση, ο αιτών ενημερώνεται από
διερμηνέα σε γλώσσα που κατανοεί, μνεία δε του γεγονότος αυτού γίνεται στη
σχετική έκθεση επίδοσης. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 4 επισυνάπτεται και
έντυπο σε γλώσσα που κατανοεί ο αιτών που εξηγεί το περιεχόμενο του εγγράφου
που επιδόθηκε, τις συνέπειές του για τον ίδιο και τις ενέργειες στις οποίες δύναται
να προβεί.
7. Η απόφαση που απορρίπτει αίτηση διεθνούς προστασίας
αναφέρει τους πραγματικούς και νομικούς λόγους της απόρριψης. Στην απορριπτική
απόφαση γίνεται μνεία για την προθεσμία προς άσκηση προσφυγής, για το όργανο
ενώπιον του οποίου ασκείται, για τις συνέπειες παρόδου άπρακτης της προθεσμίας
αυτής, καθώς και για τη δυνατότητα και τους όρους παροχής δωρεάν νομικής
συνδρομής στις διαδικασίες ενώπιον της Αρχής Προσφυγών σύμφωνα με τις ρυθμίσεις
της υπουργικής απόφασης της παρ. 8 του άρθρου 7 του παρόντος.
8. Προσκλήσεις του αιτούντος από την αρμόδια Αρχή
Παραλαβής στη συνέντευξη που αναφέρεται στο άρθρο 52 και από την Αρχή Προσφυγών
σε ακρόαση κατά το άρθρο 62, πραγματοποιούνται με κάθε πρόσφορο μέσο, μεταξύ
των οποίων όσα αναφέρονται στην παράγραφο 3, που εξασφαλίζει ότι ο αιτών έλαβε
γνώση της πρόσκλησης. Δεν απαιτείται πρόσκληση, εφόσον για τον αιτούντα έχει
οριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία ολοκλήρωσης της καταγραφής της αίτησης,
συνέντευξης ή προφορικής ακρόασης σε προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας και
του έχει εξηγηθεί η σημασία και το περιεχόμενο των διαδικασιών αυτών. Κάθε άλλη
πρόσκληση ή κλήση του αιτούντος πραγματοποιείται με τα μέσα που αναφέρονται
στην παράγραφο 3.
9. Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας,
οι αποφάσεις διακοπής της εξέτασης της αίτησης και οι αποφάσεις ανάκλησης
καθεστώτος διεθνούς προστασίας κοινοποιούνται στον Κλάδο Αλλοδαπών και
Προστασίας Συνόρων της Διεύθυνσης Αλλοδαπών του Αρχηγείου της Ελληνικής
Αστυνομίας. Οι αποφάσεις των Επιτροπών Προσφυγών κοινοποιούνται στον Υπουργό
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
10. Όταν έχει υποβληθεί αίτηση εξ ονόματος των μελών
της οικογένειας του αιτούντος, που επικαλούνται τους ίδιους λόγους, η αρμόδια
Αρχή Απόφασης μπορεί να εκδίδει μία απόφαση που αφορά όλα τα μέλη της
οικογένειας, εκτός εάν αυτό θα οδηγούσε σε γνωστοποίηση της ιδιαίτερης
κατάστασης αιτούντος που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντά του,
ιδίως σε περιπτώσεις διώξεων με βάση το φύλο, το σεξουαλικό προσανατολισμό ή
την ταυτότητα φύλου και /ή την ηλικία. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται χωριστή
απόφαση για το συγκεκριμένο πρόσωπο.
Άρθρο 41
(Άρθρο 12 Οδηγίας)
Εγγυήσεις για τους αιτούντες
1. Οι αιτούντες, κατά την εφαρμογή των διατάξεων των
Κεφαλαίων Γ΄ και Δ΄ έχουν τα ακόλουθα δικαιώματα:
α. Ενημερώνονται, σε γλώσσα την οποία κατανοούν, για
τη διαδικασία που ακολουθείται, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, για το
καθήκον εχεμύθειας των αρχών και το γεγονός ότι οι πληροφορίες που παρέχουν
στις αρχές κατά τη διάρκεια της εξέτασης της αίτησής τους δεν θα αποκαλυφθούν
στους φερόμενους ως φορείς δίωξης ή σοβαρής βλάβης, για τις συνέπειες της μη
συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις τους και της μη συνεργασίας με τις αρχές,
καθώς και για τις συνέπειες της ρητής ή σιωπηρής ανάκλησης της αίτησής τους. Επίσης,
ενημερώνονται για τις προθεσμίες και τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, ώστε
να συμμορφωθούν με την υποχρέωση υποβολής των στοιχείων που απαιτούνται για την
τεκμηρίωση της αίτησής τους. Οι πληροφορίες τους παρέχονται εγκαίρως ώστε να
ασκήσουν τα δικαιώματά τους και να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που
περιγράφονται στο άρθρο 42. Οι πληροφορίες αυτές δύναται να παρέχονται και
τηλεφωνικά ή με αυτοματοποιημένο τρόπο.
β. Τους παρέχονται υπηρεσίες διερμηνέα για να
υποβάλουν την αίτησή τους και να εκθέσουν την υπόθεσή τους στις αρμόδιες Αρχές
Παραλαβής, για τη διεξαγωγή συνέντευξης ή προφορικής ακρόασης, καθώς και σε όλα
τα στάδια της διαδικασίας σε Α΄ και Β΄ βαθμό, εφόσον δεν μπορεί να εξασφαλισθεί
η αναγκαία επικοινωνία χωρίς αυτόν. Η δαπάνη της διερμηνείας βαρύνει το
Δημόσιο. Η παροχή υπηρεσιών διερμηνείας, όπου αυτή απαιτείται κατά τη διάρκεια
της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας δύναται να παρέχεται
και εξ αποστάσεως με τη χρήση κατάλληλων τεχνικών μέσων επικοινωνίας, σε περίπτωση
που η φυσική παρουσία διερμηνέα δεν είναι πρόσφορη. Οι αρμόδιες αρχές απόφασης
μεριμνούν ώστε να λαμβάνουν γνώση του περιεχομένου ξενόγλωσσων εγγράφων που
τυχόν κατατίθενται ενώπιόν τους, ακόμη και αν αυτά δεν προσκομίζονται σε
επίσημη μετάφραση.
γ. Μπορούν να επικοινωνούν με την Ύπατη Αρμοστεία του
Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες ή με κάθε άλλη οργάνωση που παρέχει νομική, ιατρική
και ψυχολογική συνδρομή.
δ. αα) Εφοδιάζονται ατελώς από την αρμόδια Αρχή
Παραλαβής, αμέσως μετά την καταγραφή της αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 1
με το δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία, το οποίο φέρει τη φωτογραφία τους.
ββ) Το δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία αποτελεί
προσωρινό τίτλο, δεν θεμελιώνει δικαίωμα για έκδοση άδειας διαμονής,
διασφαλίζει την απόλαυση των δικαιωμάτων των αιτούντων όπου αυτά προβλέπονται
από τις κείμενες διατάξεις, εξασφαλίζει τις απαραίτητες αναγκαίες συναλλαγές
κατά το χρόνο ισχύος του και τους επιτρέπει την παραμονή στην Ελληνική
Επικράτεια.
γγ) Στο δελτίο μπορεί να αναφέρεται περιορισμός της κυκλοφορίας
των αιτούντων σε τμήμα της Ελληνικής Επικράτειας, μετά από απόφαση του
Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου.
δδ) Το δελτίο έχει διάρκεια ισχύος μέχρι ένα έτος και
ανανεώνεται έως την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης
διεθνούς προστασίας. Στην περίπτωση που έχει χορηγηθεί δελτίο μετά την απλή
καταγραφή της αίτησης, σύμφωνα με την παρ. 1 (β) του άρθρου 36, το δελτίο
ισχύει μέχρι την ορισθείσα ημερομηνία πλήρους καταγραφής κατά την παράγραφο 1
(α) του ίδιου άρθρου.
εε) Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου
μπορεί να μειώνεται η διάρκεια ισχύος των δελτίων αιτούντων από συγκεκριμένη
χώρα καταγωγής, λαμβανομένης υπόψη της αναμενόμενης διάρκειας έκδοσης απόφασης
σε Α΄ βαθμό και εφόσον από τα επίσημα στατιστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης
προκύπτει ότι το ποσοστό χορήγησης διεθνούς προστασίας σε αιτούντες από τη
συγκεκριμένη χώρα, κατά τα δύο προηγούμενα τρίμηνα, είναι χαμηλότερο του είκοσι
πέντε τοις εκατό (25%). στστ) Με απόφαση Προϊσταμένου της αρμόδιας αρχής
παραλαβής δύναται να περιορίζεται η διάρκεια ισχύος του δελτίου συγκεκριμένου
αιτούντος, ιδίως σε περίπτωση αναβολής της προγραμματισμένης προσωπικής
συνέντευξης, απώλειας δελτίου, όταν επίκειται άμεσα η επίδοση απόφασης ή όταν
εκκρεμεί μεταφορά στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 604/2013 του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
ζζ) Το δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία παραδίδεται
υποχρεωτικά από τον αιτούντα στην αρμόδια Αρχή Παραλαβής κατά την επίδοση σε
αυτόν απορριπτικής απόφασης επί της αίτησής του και παύει αυτοδικαίως να
ισχύει. Στην περίπτωση που ο αιτών κρατείται ή βρίσκεται σε Κέντρο Υποδοχής και
Ταυτοποίησης ή εφόσον η αίτηση διεθνούς προστασίας έχει υποβληθεί σύμφωνα με το
άρθρο 60, το δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία χορηγείται μετά την άρση της
κράτησης, ή το πέρας των διαδικασιών Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή αφού επιτραπεί
η είσοδος στο έδαφος της χώρας σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2. Αν κατά την
της άρση της κράτησης ο αιτών δεν εφοδιαστεί με δελτίο, παραπέμπεται εγγράφως
στην αρμόδια Αρχή Παραλαβής, ενώπιον της οποίας οφείλει να παρουσιασθεί εντός
δέκα (10) ημερών για να δηλώσει τα στοιχεία επικοινωνίας του και να του
χορηγηθεί δελτίο. Το έγγραφο παραπομπής φέρει τα στοιχεία του αιτούντος και
φωτογραφία του. Οι αρμόδιες αρχές για την κράτηση του αιτούντος ή οι αρμόδιες
υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης επιδίδουν στον αιτούντα το
έγγραφο παραπομπής του. Η επίδοση διενεργείται από διερμηνέα, σε γλώσσα που ο
αιτών κατανοεί, μνεία δε του γεγονότος αυτού γίνεται στη σχετική έκθεση
επίδοσης.
ε. Ενημερώνονται σχετικά με το αποτέλεσμα της απόφασης
επί της αίτησης διεθνούς προστασίας σε γλώσσα που κατανοούν, καθώς και για τη
δυνατότητα προσβολής της απορριπτικής απόφασης και της σχετικής προθεσμίας. Η
απόφαση επί της αίτησης διεθνούς προστασίας εκδίδεται και επιδίδεται στον
αιτούντα το ταχύτερο δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 40. Σε
περίπτωση που ο αιτών αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας, γνωστοποιούνται στοιχεία από
το διοικητικό φάκελο και χορηγούνται αντίγραφα μόνο εφόσον ο αιτών αποδείξει
ειδικό έννομο συμφέρον.
στ. Έχουν πρόσβαση, οι ίδιοι ή διά των συμβούλων τους,
σε πληροφορίες που παρέχουν εμπειρογνώμονες επί ειδικών ζητημάτων, όπως
ιατρικών, πολιτισμικών, θρησκευτικών, γλωσσολογικών ή ζητημάτων που άπτονται
ιδίως των ανηλίκων ή του φύλου.
2. Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης της
αίτησης διεθνούς προστασίας, οι αρμόδιες κατά το νόμο αρχές αναγνωρίζουν και
θεωρούν το γνήσιο της υπογραφής αιτούντων με την επίδειξη του δελτίου. Στις
περιπτώσεις κράτησης, παραμονής σε εγκαταστάσεις της Υπηρεσίας Υποδοχής και
Ταυτοποίησης ή κατά τη διαδικασία του άρθρου 60, οι αρμόδιες κατά τον νόμο
αρχές αναγνωρίζουν και βεβαιώνουν την υπογραφή των αιτούντων βάσει των
στοιχείων που έχουν δηλώσει.
Άρθρο 42
(Άρθρο 13 Οδηγίας)
Υποχρεώσεις των αιτούντων
1. Οι αιτούντες υποχρεούνται να συνεργάζονται με τις
αρμόδιες αρχές στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για τη διεκπεραίωση της
αίτησής τους, συμπεριλαμβανομένης και της διαπίστωσης των στοιχείων της
ταυτότητάς τους. Ειδικότερα, σε κάθε περίπτωση, οι αιτούντες υποχρεούνται να:
α. Παρουσιάζονται ενώπιον των Αρχών Παραλαβής
αυτοπροσώπως, χωρίς καθυστέρηση προκειμένου να υποβάλουν αίτηση διεθνούς
προστασίας, καθώς και όποτε κληθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος
Μέρους, ενώπιον των αρμοδίων αρχών. Αίτηση διεθνούς προστασίας, παραίτηση από
αυτήν, προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης, μεταγενέστερη αίτηση και αίτηση για
ανανέωση του δελτίου αιτούντος διεθνή προστασία υποβάλλονται αυτοπροσώπως,
εκτός αν συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας, όπως σοβαρή ασθένεια ή σοβαρή σωματική
αναπηρία, οι οποίοι θα πρέπει να αποδεικνύονται με ανάλογο πιστοποιητικό ή
βεβαίωση δημόσιας υπηρεσίας. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις ανωτέρας βίας η
αίτηση περιλαμβάνει δήλωση του αιτούντος, του επιτρόπου του, εκπροσώπου του ή
του δικαστικού του συμπαραστάτη ότι γνωρίζει τις προϋποθέσεις της παρούσας
παραγράφου. Σε κάθε περίπτωση, η συνέχιση της διαδικασίας εξέτασης μιας αίτησης
διεθνούς προστασίας τελεί υπό την προϋπόθεση της διαπίστωσης της συνδρομής των
ως άνω λόγων ανωτέρας βίας, καθώς και της αυτοπρόσωπης εμφάνισης του αιτούντος
ενώπιον των αρμοδίων Αρχών Παραλαβής, εφόσον διαπιστώνεται ότι οι λόγοι
ανωτέρας βίας είναι παροδικού χαρακτήρα.
β. Παραδίδουν το ταξιδιωτικό έγγραφο και προσκομίζουν
οποιοδήποτε άλλο έγγραφο έχουν στην κατοχή τους και σχετίζεται με την εξέταση
της αίτησης και των στοιχείων που πιστοποιούν την ταυτότητα των ιδίων και των
μελών της οικογένειάς τους, τη χώρα προέλευσης και τον τόπο καταγωγής τους,
καθώς και την οικογενειακή τους κατάσταση. Στις περιπτώσεις που παραδοθούν τα ανωτέρω
έγγραφα συντάσσεται πρακτικό παράδοσης−παραλαβής, αντίγραφο του οποίου
χορηγείται στον αιτούντα. Η υποβολή και η εξέταση της αίτησης χορήγησης
διεθνούς προστασίας, καθώς και η χορήγηση καθεστώτος δεν προϋποθέτουν απαραιτήτως
την υποβολή αποδεικτικών στοιχείων.
γ. Ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες Αρχές Παραλαβής για
τη διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής τους και τα άλλα στοιχεία επικοινωνίας τους
καθώς και για κάθε μεταβολή των ως άνω στοιχείων.
δ. Συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές για τη
διενέργεια κάθε νόμιμης έρευνας σχετικά με την αίτησή τους.
ε. Δέχονται σωματική έρευνα και έρευνα των
αντικειμένων που φέρουν και φωτογραφίζονται, ενώ, εφόσον είναι άνω των 14 ετών,
δακτυλοσκοπούνται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η σωματική έρευνα
διεξάγεται από πρόσωπο του ιδίου φύλου με τον αιτούντα, τηρουμένων πλήρως των
αρχών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της σωματικής και ψυχολογικής
ακεραιότητας.
2. Για τις υποχρεώσεις αυτές και τα δικαιώματα τους
σύμφωνα με το άρθρο 41, ενημερώνονται ειδικά οι αιτούντες σε γλώσσα που
κατανοούν και συντάσσεται προς τούτο σχετικό αποδεικτικό, στο οποίο αναφέρεται
η γλώσσα επικοινωνίας.
Άρθρο 43
Στοιχεία Ταυτότητας των Αιτούντων
1. Τα στοιχεία ταυτότητας των αιτούντων προκύπτουν από
το διαβατήριό τους, το δελτίο ταυτότητάς τους, ή τη ληξιαρχική πράξη γέννησής
τους, εφόσον έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα. Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας
Ασύλου μπορεί να γίνεται δεκτή και άλλη κατηγορία εγγράφων.
2. Σε περίπτωση έλλειψης των εγγράφων αυτών, τα
στοιχεία ταυτότητας καταγράφονται με βάση τη σχετική δήλωση του αιτούντος, κατά
την καταγραφή της αίτησης διεθνούς προστασίας.
3. Τα στοιχεία ταυτότητας δύναται να τροποποιηθούν με
απόφαση Προϊσταμένου της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής μετά από σχετική αίτηση του
αιτούντος διεθνή προστασία, η οποία συνοδεύεται από πρωτότυπα έγγραφα της
παραγράφου 1, εκτός αν η τροποποίηση αφορά προφανείς γραφικές παραδρομές ή
παραδρομές προφανώς οφειλόμενες στη μεταφορά άλλων αλφαβήτων στο λατινικό
αλφάβητο, οπότε αρκεί απλή αίτηση του ενδιαφερόμενου.
4. Κατ’ εξαίρεση το στοιχείο της ιθαγένειας και του
τόπου γέννησης, μπορούν να τροποποιηθούν με απόφαση του Προϊσταμένου της Αρχής
Παραλαβής, μετά από γνώμη του αρμόδιου χειριστή, εφόσον κατά τη συνέντευξη του
άρθρου 52 ο αιτών προβεί σε σχετική δήλωση και θεμελιωθεί ότι τα στοιχεία αυτά
έχουν καταγραφεί εσφαλμένα. Ομοίως κατ’ εξαίρεση μπορεί να τροποποιηθούν τα
στοιχεία ταυτότητας εάν κατά τη συνέντευξη προβληθούν βάσιμοι και σοβαροί λόγοι
για τους οποίους ο αιτών αρχικά δεν είχε δηλώσει τα πραγματικά του στοιχεία. Η
ημερομηνία γέννησης τροποποιείται μετά από διενέργεια διαδικασίας προσδιορισμού
ηλικίας σύμφωνα με το άρθρο 45, εκτός αν κατά τη συνέντευξη προκύψει ότι ο
αιτών που έχει καταγραφεί ως ενήλικος είναι προφανώς ανήλικος, οπότε αρκεί
απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής μετά από γνώμη του
αρμόδιου χειριστή.
5. Σε περίπτωση που η ανάγκη τροποποίησης των
στοιχείων της παραγράφου 4, και σύμφωνα με τα ανωτέρω, διαπιστωθεί κατά το
στάδιο εξέτασης της προ− σφυγής, σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 62, η τροποποίηση
πραγματοποιείται με επιμέλεια του Προϊσταμένου του Τμήματος Συντονισμού της
Υπηρεσίας Ασύλου, μετά από απόφαση της Επιτροπής Προσφυγών ενώπιον της οποίας
εκκρεμεί η υπόθεση.
Άρθρο 44
(Άρθρα 19 έως 23 Οδηγίας)
Παροχή πληροφοριών − Νομική εκπροσώπηση και συνδρομή
1. Οι αιτούντες έχουν δικαίωμα να συμβουλεύονται με
δαπάνη τους δικηγόρο ή άλλο σύμβουλο σε θέματα σχετικά με την αίτησή τους.
Εφόσον ειδικές διατάξεις δεν ορίζουν διαφορετικά για συγκεκριμένες πράξεις, η
εξουσιοδότηση αιτούντων προς δικηγόρο για την εκπροσώπησή τους ενώπιον των
αρχών του παρόντος Μέρους μπορεί να πραγματοποιηθεί και με απλό ιδιωτικό
έγγραφο, χωρίς να απαιτείται θεώρηση του γνησίου της υπογραφής. Η εξουσιοδότηση
αιτούντων προς άλλα πρόσωπα απαιτεί θεώρηση του γνησίου της υπογραφής.
2. Στους αιτούντες παρέχονται, στο πλαίσιο των
διαδικασιών του Κεφαλαίου Γ΄, δωρεάν νομικές πληροφορίες και πληροφορίες για τη
διαδικασία, σχετικά με την υπόθεσή τους. Πέραν της παροχής πληροφόρησης του προηγούμενου
εδαφίου, σε περίπτωση απόφασης με την οποία δεν χορηγείται προσφυγικό καθεστώς
σε πρώτο βαθμό, στους αιτούντες παρέχεται, κατόπιν αιτήματος, εξειδικευμένη
ενημέρωση σχετικά με το σκεπτικό της απόφασης και τη δυνατότητα άσκησης
προσφυγής κατ’ αυτής. Η πληροφόρηση και ενημέρωση των προηγούμενων εδαφίων
μπορεί να παρέχονται από φορείς της κοινωνίας των πολιτών.
3. Στους αιτούντες παρέχεται δωρεάν νομική συνδρομή
στις διαδικασίες ενώπιον της Αρχής Προσφυγών με τους όρους και τις προϋποθέσεις
της υπουργικής απόφασης του άρθρου 7 παράγραφος 8 του παρόντος. Σε περίπτωση
προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, οι αιτούντες είναι δυνατόν να λαμβάνουν δωρεάν
νομική βοήθεια, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων του ν.
3226/2004 (Α΄ 24), οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως.
4. Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν αιτούντες έχουν
πρόσβαση σε πληροφορίες του φακέλου τους, βάσει των οποίων λαμβάνεται ή θα
ληφθεί η απόφαση, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 41 παράγραφος 1(ε) εδάφιο τρίτο
του παρόντος. Άλλοι σύμβουλοι που παρέχουν συνδρομή σε αιτούντες έχουν πρόσβαση
σε στοιχεία του φακέλου τους εφόσον αυτά σχετίζονται με την παρεχόμενη
συνδρομή. Ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής, δύναται, μετά από
αιτιολογημένη πράξη του, να απαγορεύει τη γνωστοποίηση πληροφοριών ή της πηγής
αυτών, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη αυτών ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την
εθνική ασφάλεια, την ασφάλεια των οργανισμών που παρέχουν τις πληροφορίες
αυτές, την ασφάλεια των προσώπων που αυτές αφορούν ή τις διεθνείς σχέσεις της
χώρας. Η παραπάνω απαγόρευση δεν θα πρέπει να περιορίζει δυσανάλογα το δικαίωμα
του αιτούντος σε εκπροσώπηση, νομική συμπαράσταση και υπεράσπιση. Η πρόσβαση
στις εν λόγω απόρρητες πληροφορίες ή πηγές είναι δυνατή, σε κάθε περίπτωση, από
την Αρχή Προσφυγών, στο πλαίσιο εξέτασης προσφυγής και από το Δικαστήριο, το
οποίο είναι αρμόδιο για την εξέταση των προβλεπομένων στο άρθρο 64 αιτήσεων
ακυρώσεως.
5. Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν και οι σύμβουλοι που
παρέχουν συνδρομή σε αιτούντες, έχουν πρόσβαση σε Περιφερειακές Υπηρεσίες της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης υπό τους ειδικούς όρους του Γενικού
Κανονισμού λειτουργίας της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Επίσης έχουν
πρόσβαση σε χώρους κράτησης και ζώνες διέλευσης, για να επικοινωνούν με τους
αιτούντες, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο. Η δυνατότητα πρόσβασης των ως άνω
προσώπων στους χώρους αυτούς περιορίζεται όταν αυτό κρίνεται αντικειμενικά
απαραίτητο από τις εκάστοτε αρμόδιες αρχές για την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή
τη διοικητική διαχείριση του εν λόγω χώρου ή την ασφάλεια των αιτούντων, υπό
τον όρο ότι δεν περιορίζεται ούτε παρακωλύεται το δικαίωμα του αιτούντος σε
εκπροσώπηση και νομική συμπαράσταση, ιδίως όταν η πρόσβαση των δικηγόρων και
συμβούλων περιορίζεται υπερβολικά ή καθίσταται αδύνατη.
6. Δικηγόροι ή άλλοι σύμβουλοι δικαιούνται να παρέχουν
κάθε νόμιμη συνδρομή στον αιτούντα σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Οι
αιτούντες δικαιούνται να πα− ρίστανται στην προσωπική συνέντευξη με τον
δικηγόρο που τους εκπροσωπεί ή τον σύμβουλο που τους παρέχει συνδρομή. Η
συνέντευξη μπορεί να διεξαχθεί παρά την απουσία συνηγόρου, εφόσον κριθεί ότι η
απουσία αυτή δεν συνιστά σπουδαίο λόγο αναβολής.
Άρθρο 45
(Άρθρο 25 Οδηγίας)
Αιτήσεις ασυνόδευτων ανήλικων
1. Οι αρμόδιες αρχές, όταν υποβάλλεται αίτηση από
ασυνόδευτους ανήλικους, ενεργούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του
Π.δ. 220/2007, για το διορισμό επιτρόπου του ανηλίκου. Ο ανήλικος ενημερώνεται
αμέσως για το πρόσωπο του επιτρόπου. Ο επίτροπος εκπροσωπεί τον ανήλικο,
μεριμνά για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του στο πλαίσιο της διαδικασίας
ασύλου, καθώς και για την εξασφάλιση κατάλληλης νομικής συνδρομής και
εκπροσώπησής του, ενώπιον των αρμοδίων αρχών. Ο επίτροπος ή ασκών τη σχετική
πράξη επιτροπείας μεριμνά για την έγκαιρη και προσήκουσα ενημέρωση του
ασυνόδευτου ανηλίκου, ιδίως για τη σημασία και τις πιθανές συνέπειες της προσωπικής
συνέντευξης, καθώς και για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να προετοιμαστεί για
αυτή. Ο επίτροπος ή ο ασκών τη σχετική πράξη επιτροπείας καλείται και δύναται
να παρίσταται στην προσωπική συνέντευξη του ανηλίκου και να υποβάλλει ερωτήσεις
ή παρατηρήσεις προς διευκόλυνση της διαδικασίας. Κατά τη διενέργεια προσωπικής
συνέντευξης μπορεί να κριθεί απαραίτητη η παρουσία του ασυνόδευτου ανηλίκου,
παρά την παρουσία του επιτρόπου ή του ασκούντος σχετική πράξη επιτροπείας.
2. Οι χειριστές που διεξάγουν προσωπικές συνεντεύξεις
με ασυνόδευτο ανήλικο και λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις, πρέπει να διαθέτουν
τις αναγκαίες γνώσεις σχετικά με τις ειδικές ανάγκες των ανηλίκων και να
διενεργούν με τέτοιο τρόπο τη συνέντευξη, ώστε να είναι απόλυτα αντιληπτή από
τον αιτούντα, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ηλικία του.
3. Εφόσον ο επίτροπος ή ασκών τη σχετική πράξη
επιτροπείας είναι δικηγόρος, ο αιτών δεν μπορεί να επωφεληθεί δωρεάν νομικής
συνδρομής σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο.
4. Οι Αρμόδιες Αρχές Παραλαβής μπορούν, σε περίπτωση
αμφιβολίας, να παραπέμπουν τους ασυνόδευτους ανήλικους σε διαδικασίες
διαπίστωσης ανηλικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις της κοινής υπουργικής
απόφασης αριθμ. 1982/16.2.2016 (Β΄ 335). Στις περιπτώσεις που κρίνεται
απαραίτητη η παραπομπή στη διαδικασία για προσδιορισμό της ηλικίας και καθ’ όλη
τη διάρκειά της, λαμβάνεται μέριμνα για το σεβασμό τον ιδιαίτερων
χαρακτηριστικών που οφείλονται ιδίως στο φύλο και σε πολιτισμικές
ιδιαιτερότητες. Επίσης, λαμβάνεται μέριμνα ώστε:
α. Να έχει οριστεί επίτροπος του ανηλίκου, ο οποίος θα
προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την προστασία των δικαιωμάτων
και τη διασφάλιση του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου καθ’ όλη τη διάρκεια
της διαδικασίας προσδιορισμού της ηλικίας.
β. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι να ενημερώνονται, πριν από
την εξέταση της αίτησής τους και σε γλώσσα την οποία κατανοούν, για τη
δυνατότητα και τις διαδικασίες προσδιορισμού της ηλικίας τους, για τις μεθόδους
που εφαρμόζονται, τις ενδεχόμενες συνέπειες των αποτελεσμάτων της ως άνω
διαδικασίας στην εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, καθώς και τις
συνέπειες της άρνησής τους να υποβληθούν στη διαδικασία αυτή.
γ. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι ή οι επίτροποί τους να
συναινούν στη διενέργεια της διαδικασίας για τον προσδιορισμό της ηλικίας των
συγκεκριμένων ανηλίκων.
δ. Απόφαση απόρριψης της αίτησης ασυνόδευτου ανηλίκου
που αρνήθηκε να υποβληθεί σε διαδικασία προσδιορισμού της ηλικίας να μη
βασίζεται μόνο στην άρνηση αυτή και ε. μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας
προσδιορισμού της ηλικίας, το πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι είναι ανήλικο να έχει
ανάλογη μεταχείριση ως ανήλικο.
5. Εφόσον από τη διαδικασία για τον προσδιορισμό της
ηλικίας δεν προκύψει με ασφάλεια ότι ο αιτών είναι ενήλικος, αυτός
αντιμετωπίζεται ως ανήλικος.
6. Το γεγονός ότι ένας ασυνόδευτος ανήλικος έχει
αρνηθεί να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση δεν εμποδίζει τις Αρχές Απόφασης να
λαμβάνουν απόφαση επί της αίτησης.
7. Αιτήσεις διεθνούς προστασίας ασυνόδευτων ανηλίκων
εξετάζονται πάντοτε με την κανονική διαδικασία.
8. Η διασφάλιση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού
αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος
άρθρου.
Άρθρο 46
(Άρθρο 26 της Οδηγίας 2013/32/EE και
8 έως 11 της Οδηγίας 2013/33/EE) Κράτηση των αιτούντων
1. Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που αιτείται διεθνή
προστασία, δεν κρατείται για μόνο το λόγο ότι έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς
προστασίας, καθώς και ότι εισήλθε παράτυπα ή/και παραμένει στη χώρα χωρίς
νόμιμο τίτλο διαμονής.
2. Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που υποβάλλει αίτηση
διεθνούς προστασίας ενόσω κρατείται βάσει των σχετικών διατάξεων των νόμων
3386/2005 (Α΄ 212) και 3907/2011 (Α΄ 7), όπως ισχύουν, παραμένει υπό κράτηση
κατ’ εξαίρεση, εφόσον αυτή είναι αναγκαία, κατόπιν ατομικής αξιολόγησης και υπό
την προϋπόθεση ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν εναλλακτικά μέτρα, όπως αυτά που
αναφέρονται στο άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 3907/2011, για έναν από τους παρακάτω
λόγους:
α. για τη διαπίστωση των στοιχείων της ταυτότητας ή
της καταγωγής του ή
β. προκειμένου να προσδιοριστούν τα στοιχεία εκείνα
στα οποία βασίζεται η αίτηση διεθνούς προστασίας, η απόκτηση των οποίων θα ήταν
σε άλλη περίπτωση αδύνατη, ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής του αιτούντος,
όπως ο κίνδυνος αυτός ορίζεται στο άρθρο 18 (ζ) του ν. 3907/2011, ή
γ. όταν τεκμηριώνεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων,
συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι το πρόσωπο είχε ήδη την ευκαιρία
πρόσβασης στη διαδικασία χορήγησης ασύλου, ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να
θεωρείται ότι ο αιτών υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, προκειμένου να
καθυστερήσει απλώς ή να εμποδίσει την εκτέλεση απόφασης επιστροφής, εφόσον
πιθανολογείται ότι η εκτέλεση της απόφασης αυτής μπορεί να υλοποιηθεί ή δ.
εφόσον συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, κατά την
αιτιολογημένη κρίση της αρμόδιας αρχής της παραγράφου 3, ή
ε. όταν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος διαφυγής, κατά τη
έννοια του άρθρου 2 (ιδ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σύμφωνα με τα
κριτήρια του άρθρου 18 στοιχείο ζ΄ του ν. 3907/2011, τα οποία εφαρμόζονται
αναλόγως, και προκειμένου να διασφαλιστεί η υλοποίηση της διαδικασίας μεταφοράς
σύμφωνα με τον ως άνω Κανονισμό.
3. Η απόφαση κράτησης λαμβάνεται από τον οικείο
Αστυνομικό Διευθυντή και, προκειμένου περί των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων
Αττικής και Θεσσαλονίκης, τον αρμόδιο για θέματα αλλοδαπών Αστυνομικό
Διευθυντή, και περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Στις περιπτώσεις
α΄, β΄, γ΄και ε΄της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η απόφαση κράτησης
λαμβάνεται κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής.
4. α. Η κράτηση των αιτούντων διεθνή προστασία
επιβάλλεται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα. Καθυστερήσεις των
διοικητικών διαδικασιών που δεν μπορούν να αποδοθούν στον αιτούντα δεν
δικαιολογούν συνέχιση της κράτησης.
β. Η κράτηση αιτούντος διεθνή προστασία για τους
λόγους των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ καταρχήν επιβάλλεται για διάστημα μέχρι 45
ημερών και παρατείνεται για άλλες 45 ημέρες εφόσον δεν ανακληθεί η εισήγηση της
παραγράφου
3. γ. Η κράτηση αιτούντος διεθνή προστασία για τους
λόγους των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 2, δεν δύναται να υπερβαίνει
τους τρεις (3) μήνες.
δ. Ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση ή μη των ανωτέρω ορίων
των στοιχείων β΄ και γ΄, ο συνολικός χρόνος κράτησης δεν μπορεί σε καμία
περίπτωση να υπερβαίνει τα ανώτατα όρια κράτησης, όπως αυτά προβλέπονται στο
άρθρο 30 του ν. 3907/2011.
5. H αρχική απόφαση κράτησης και η απόφαση παράτασης
της κράτησης διαβιβάζεται στον πρόεδρο ή τον υπ’ αυτού οριζόμενο πρωτοδίκη του
διοικητικού πρωτοδικείου στην Περιφέρεια του οποίου κρατείται ο αιτών, ο οποίος
κρίνει για τη νομιμότητα της επιβολής του μέτρου της κράτησης και εκδίδει
παραχρήμα την απόφαση του, την οποία διατυπώνει συνοπτικά σε τηρούμενο
πρακτικό, αντίγραφο του οποίου διαβιβάζει αμέσως στην αρμόδια αστυνομική αρχή.
Εφόσον ζητηθεί, ο αιτών διεθνή προστασία ή ο δικαστικός του πληρεξούσιος
ακούγεται υποχρεωτικά από τον δικαστή, τούτο δε μπορεί να διατάξει σε κάθε
περίπτωση και ο δικαστής. Σε αυτήν την περίπτωση εφαρμόζονται αναλόγως οι
διατάξεις της παραγράφου 3 και επόμενες του άρθρου 76 του ν. 3386/2005. Η
ανωτέρω διαδικασία δεν περιορίζει τη δυνατότητα του αιτούντος να προβάλλει
αντιρρήσεις κατά της απόφασης κράτησης ή παράτασης της κράτησης σύμφωνα με τα
οριζόμενα στο επόμενο άρθρο. 6. Οι αιτούντες που κρατούνται, σύμφωνα με τις προηγούμενες
παραγράφους, έχουν τα δικαιώματα προσφυγής και υποβολής αντιρρήσεων που
προβλέπονται στις παραγράφους 3 και επόμενες του άρθρου 76 του ν. 3386/2005,
όπως ισχύει.
7. Οι κρατούμενοι αιτούντες διεθνή προστασία, σε
περίπτωση αμφισβήτησης της απόφασης κράτησης, δικαιούνται δωρεάν νομική
συνδρομή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του ν.
3226/2004 (Α΄ 24), οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως.
8. Η κράτηση του αιτούντος διεθνή προστασία συνιστά
λόγο επιτάχυνσης της διαδικασίας ασύλου, λαμβανομένης υπόψη της, τυχόν,
έλλειψης κατάλληλων χώρων και των δυσχερειών εξασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών
διαβίωσης των τελούντων σε κράτηση. Οι δυσχέρειες αυτές καθώς και η ευαλωτότητα
των αιτούντων κατά το άρθρο 14 παράγραφος 8 του παρόντος συνεκτιμώνται για την
επιβολή ή την παράταση της κράτησης. Σε περίπτωση κράτησης αλλοδαπού ή
ανιθαγενή ο οποίος υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας υπό κράτηση,
ενημερώνεται αμέσως ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής ή/και ο
Διοικητικός Διευθυντής της Αρχής Προσφυγών, ο οποίος μεριμνά για την κατά
προτεραιότητα εξέταση της αίτησης ή της προσφυγής.
9. Οι αιτούντες κρατούνται στους χώρους κράτησης που
προβλέπονται στο άρθρο 31 του ν. 3907/2011. 10. Στις περιπτώσεις κράτησης
αιτούντων, οι αρμόδιες αρχές, με την επιφύλαξη των διεθνών και εθνικών κανόνων
δικαίου που διέπουν την κράτηση, εφαρμόζουν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα:
α. Μεριμνούν ώστε οι γυναίκες να κρατούνται σε χώρο
χωριστά από τους άντρες και για τον επαρκή σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των
οικογενειών που κρατούνται.
β. Αποφεύγουν την κράτηση των ανήλικων. Ανήλικοι που
έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κατά κανόνα
δεν κρατούνται. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ασυνόδευτοι ανήλικοι οι οποίοι
υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας ενόσω κρατούνται βάσει των σχετικών
διατάξεων των ν. 3386/2005 και 3907/2011, παραμένουν υπό κράτηση ως έσχατη λύση
και για μόνο λόγο την ασφαλή παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας ανηλίκων.
Η κράτηση επιβάλλεται αποκλειστικά για τον αναγκαίο χρόνο μέχρι την ασφαλή
παραπομπή τους και δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 25 μέρες. Σε περίπτωση που,
λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, όπως η σημαντική αύξηση της εισόδου ασυνόδευτων
ανηλίκων, και που, παρά τις εύλογες προσπάθειες των αρμόδιων αρχών δεν έχει
καταστεί εφικτή η ασφαλής παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας, η
κράτηση μπορεί να παραταθεί για διάστημα 20 ημερών. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί
από την οικογένεια τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται χωριστά από
ενήλικους κρατουμένους. Σε περίπτωση κράτησης ανηλίκων, αυτοί έχουν τη
δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου,
συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών και των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων που
αρμόζουν στην ηλικία τους και απρόσκοπτη πρόσβαση στην εκπαίδευση.
γ. Αποφεύγουν την κράτηση γυναικών κατά τη διάρκεια
της κύησης και για τρεις μήνες μετά τον τοκετό.
δ. Παρέχουν στους κρατούμενους την προσήκουσα ιατρική
φροντίδα.
ε. Διασφαλίζουν το δικαίωμα για νομική εκπροσώπηση των
κρατούμενων. στ. Μεριμνούν ώστε οι κρατούμενοι να ενημερώνονται σε γλώσσα που
κατανοούν για τους λόγους και τη διάρκεια της κράτησης, για το δικαίωμά τους
και τους τρόπους αμφισβήτησης της απόφασης κράτησης, καθώς και το δικαίωμά τους
για παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής.
11. Όταν εκλείψουν οι λόγοι που δικαιολογούν την
κράτηση ενός αιτούντος σύμφωνα με την παράγραφο 2, οι αρχές που διέταξαν την
κράτηση, με αιτιολογημένη απόφασή τους, αφήνουν ελεύθερο τον αιτούντα και
ενημερώνουν αμελλητί τις Αρχές Παραλαβής ή την Αρχή Προσφυγών, εφόσον η αίτηση
εκκρεμεί σε β΄ βαθμό. 27 και 28 της Οδηγίας) Παραίτηση από την αίτηση
1. Ο αιτών δύναται να παραιτηθεί από την αίτησή του
καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, με την υποβολή σχετικής έγγραφης δήλωσης,
ενώπιον των αρμόδιων Αρχών Παραλαβής και εφόσον παραδώσει το δελτίο αιτούντος
διεθνή προστασία. Για τη βεβαίωση της παραίτησης συντάσσεται σχετικό πρακτικό
παραίτησης το οποίο αναφέρει τις συνέπειες της πράξης αυτής. Η παραίτηση
γίνεται παρουσία διερμηνέα, ο οποίος επιβεβαιώνει το ακριβές περιεχόμενο του
πρακτικού, ενώ ο αιτών ενημερώνεται για τις συνέπειες της παραίτησης και για το
γεγονός ότι οφείλει να εγκαταλείψει τη χώρα, εφόσον δεν είναι κάτοχος τίτλου
διαμονής, παραλαμβάνει αντίγραφο του πρακτικού παραίτησης και η υπόθεση τίθεται
στο αρχείο από την αρμόδια Αρχή Παραλαβής. Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται και
εφόσον αιτών για τον οποίο έχει διενεργηθεί απλή καταγραφή σύμφωνα με το άρθρο
36 παρ. 1 (β), δηλώσει ότι δεν επιθυμεί τη διενέργεια πλήρους καταγραφής της αίτησής
του για διεθνή προστασία.
2. Όταν υπάρχει εύλογη αιτία να θεωρείται ότι ο αιτών
έχει σιωπηρά ανακαλέσει την αίτησή του, οι Αρχές Απόφασης διακόπτουν την
εξέταση της αίτησης με σχετική πράξη τους και θέτουν την υπόθεση στο αρχείο. Οι
ως άνω πράξεις κοινοποιούνται με επιστολή στον αιτούντα, στην τελευταία
δηλωθείσα διεύθυνσή του. Εφόσον δεν έχει δηλωθεί διεύθυνση, οι πράξεις αυτές
δεν κοινοποιούνται.
3. Σιωπηρή ανάκληση θεωρείται ότι υπάρχει όταν διαπιστώνεται
ότι ο αιτών, χωρίς να θεμελιώνει ότι αυτό οφείλεται σε συνθήκες ανεξάρτητες από
τη θέλησή του:
α. δεν ανταποκρίθηκε σε αιτήματα για παροχή πληροφοριών
με ουσιώδη σημασία για την αίτησή του κατά το άρθρο 4 του Π.δ. 141/2013 (Α΄
226) ή β. δεν παρέστη στην προσωπική συνέντευξη ή σε ακρόαση ενώπιον της
Επιτροπής Προσφυγών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 52 και 62, παρότι κλήθηκε
νόμιμα και χωρίς να προβάλει βάσιμους λόγους για τη μη παρουσία του, ή
γ. διέφυγε από το χώρο όπου βρισκόταν υπό κράτηση ή
δεν συμμορφώθηκε με τα επιβληθέντα εναλλακτικά μέτρα ή
δ. αναχώρησε από το χώρο όπου διέμενε, χωρίς να
ζητήσει άδεια ή να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές εφόσον είχε προς τούτο
υποχρέωση ή εγκατέλειψε τη χώρα χωρίς να λάβει άδεια από τις αρμόδιες Αρχές
Παραλαβής ή ε. δεν συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις του άρθρου 42 παράγραφος 1
στοιχεία β΄ και γ΄, ή άλλη υποχρέωση επικοινωνίας ή υποχρέωση να προσκομίσει
έγγραφο το οποίο αποδεδειγμένα έχει ή οφείλει να έχει στην κατοχή του και
δύναται να προσκομίσει ή στ. δεν εμφανίστηκε για να ανανεώσει το δελτίο το
αργότερο κατά την επομένη εργάσιμη ημέρα μετά τη λήξη του.
4. Στις περιπτώσεις που έχει εκδοθεί πράξη διακοπής ή
που η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο μετά από παραίτηση, ο αιτών έχει δικαίωμα με
αίτησή του, εντός εννέα (9) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της πράξης διακοπής
ή της υποβολής της παραίτησης, να ζητήσει από την αρχή που έλαβε την απόφαση,
τη συνέχιση της διαδικασίας εξέτασης της υπόθεσής του. Μέχρι την τελεσίδικη
κρίση της ως άνω αίτησης, ο αιτών δεν απελαύνεται από τη χώρα ούτε εκτελείται
απόφαση επιστροφής. Ο αιτών μπορεί να ζητήσει τη συνέχιση της εξέτασης της
υπόθεσής του μόνο μία φορά.
5. Αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται μετά την
πάροδο εννέα (9) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της πράξης διακοπής ή της
παραίτησης εξετάζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις περί μεταγενέστερων αιτήσεων
κατά το άρθρο 59.
6. Στις περιπτώσεις μεταφοράς αιτούντων στη χώρα, στο
πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού 604/2013 (ΕΕ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και
του Συμβουλίου, οι εκδοθείσες πράξεις διακοπής βάσει της παραγράφου 2 ανακαλούνται
αυτοδικαίως και η διαδικασία εξέτασης της αίτησης συνεχίζεται. Άρθρο 48 (Άρθρο
29 της Οδηγίας) Ο ρόλος της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες 1.
Οι αποφάσεις που λαμβάνονται επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας σε πρώτο και
δεύτερο βαθμό, καθώς και οι αποφάσεις με τις οποίες ανακαλείται το καθεστώς του
πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας, κοινοποιούνται στο Γραφείο
της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, εφόσον ο αιτών
διεθνή προστασία ή δικαιούχος συναινεί στην κοινοποίηση.
2. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες: α.
Δύναται να εκθέτει τις απόψεις της ή να παρέχει συμπληρωματικές πληροφορίες
στις αρμόδιες Αρχές Παραλαβής. β. Έχει πρόσβαση στις πληροφορίες για τις
ατομικές αιτήσεις διεθνούς προστασίας, για την πρόοδο της διαδικασίας και τις
αποφάσεις που λαμβάνονται, υπό την προϋπόθεση ότι ο αιτών συμφωνεί σχετικά. γ.
Έχει πρόσβαση, δια των εκπροσώπων της, στις περιφερειακές υπηρεσίες της
Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, σε χώρους κράτησης και σωφρονιστικά
ιδρύματα, καθώς επίσης και σε ζώνες διέλευσης αερολιμένων ή λιμένων, όπου
κρατούνται ή διαμένουν αιτούντες ή χρήζοντες διεθνούς προστασίας. Για τη
διασφάλιση του απορρήτου της επικοινωνίας των αιτούντων με τους ανωτέρω
εκπροσώπους, διατίθεται κατάλληλος χώρος από την αρμόδια αρχή που δέχεται την
αίτηση ή στην οποία κρατούνται οι αιτούντες. Την ανωτέρω δυνατότητα πρόσβασης
έχουν και οργανώσεις οι οποίες, με βάση ειδική συμφωνία, ενεργούν για
λογαριασμό της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα. δ.
Παρουσιάζει τις απόψεις της κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της, βάσει του
άρθρου 35 της Σύμβασης της Γενεύης, ενώπιον των αρμοδίων αρχών, σχετικά με τις
αιτήσεις διεθνούς προστασίας σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. 3. Στην
Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες παρέχονται τα στατιστικά δεδομένα
που επιτρέπουν την αποτελεσματική εκπλήρωση του έργου της, κατά τα οριζόμενα
στην παράγραφο 2 του άρθρου 35 της Σύμβασης της Γενεύης.
4. Στο πλαίσιο της λειτουργίας της Υπηρεσίας Ασύλου η
Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες δύναται να παρακολουθεί συνεντεύξεις
αιτούντων διεθνή προστασία, να υποβάλλει γνωμοδοτήσεις προκειμένου να συνδράμει
την Υπηρεσία Ασύλου στην άσκηση της αρμοδιότητάς της και να παρακολουθεί την ποιότητα
της διαδικασίας ασύλου σε πρώτο και δεύτερο διοικητικό βαθμό εξέτασης.
Λεπτομέρειες της ως άνω συνεργασίας και συνδρομής ρυθμίζονται με Μνημόνια
Συνεργασίας που συνάπτει ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Ασύλου με την Ύπατη
Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Άρθρο 49
(Άρθρο 30 της Οδηγίας)
Τήρηση εμπιστευτικότητας
Για το σκοπό της εξέτασης αιτήσεων διεθνούς
προστασίας, όλες οι αρμόδιες αρχές οφείλουν:
α. Να μην αποκαλύπτουν τις πληροφορίες που αφορούν
ατομικές αιτήσεις ή το γεγονός ότι έχει υποβληθεί αίτηση στους φερόμενους ως
φορείς της δίωξης ή της πρόκλησης σοβαρής βλάβης.
β. Να μην ζητούν πληροφορίες από τους φερόμενους ως
φορείς της δίωξης ή της πρόκλησης σοβαρής βλάβης κατά τρόπο που θα είχε ως
αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί άμεσα ή έμμεσα το γεγονός ότι ο αιτών έχει υποβάλει
αίτηση και θα έθετε σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητά του και των εξαρτώμενων
από αυτόν προσώπων ή την ελευθερία και την ασφάλεια των μελών της οικογένειάς
του που εξακολουθούν να ζουν στη χώρα καταγωγής.
Άρθρο 50
(Άρθρο 24 της Οδηγίας)
Αιτούντες που χρήζουν ειδικών
διαδικαστικών εγγυήσεων
1. Οι Αρχές Παραλαβής εκτιμούν, μέσα σε εύλογο χρονικό
διάστημα από την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, ή σε όποιο σημείο της
διαδικασίας ανακύψουν οι σχετικές ανάγκες, αν ο αιτών χρήζει ειδικών
διαδικαστικών εγγυήσεων, ιδίως λόγω ενδείξεων ή ισχυρισμών ότι είναι θύμα
βασανισμού, βιασμού ή άλλων σοβαρών μορφών ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής
βίας.
2. Εφόσον κριθεί ότι αιτούντες χρήζουν ειδικών
διαδικαστικών εγγυήσεων, τους εξασφαλίζεται επαρκής υποστήριξη, ώστε να μπορούν
να απολαύουν των δικαιωμάτων και να συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις του
παρόντος Μέρους καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Αιτήσεις διεθνούς
προστασίας προσώπων που χρήζουν ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων εξετάζονται
πάντα με την κανονική διαδικασία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΕ ΠΡΩΤΟ
ΒΑΘΜΟ
Άρθρο 51
(Άρθρο 31 της Οδηγίας)
Διαδικασία της εξέτασης
1. Η Αποφαινόμενη Αρχή εξετάζει τις αιτήσεις διεθνούς
προστασίας, σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις του Κεφαλαίου Β’ με την
κανονική ή με την ταχύρρυθμη διαδικασία. Η υπαγωγή μίας αίτησης στην ταχύρρυθμη
διαδικασία αιτιολογείται από το χειριστή ειδικά βάσει των διατάξεων της
παραγράφου 7 και δεν ασκεί επιρροή στην κρίση επί της ουσίας της αίτησης
διεθνούς προστασίας. Η υπαγωγή σε ταχύρρυθμη διαδικασία έχει ως μόνο αποτέλεσμα
τη σύντμηση των προθεσμιών, σύμφωνα με όσα προβλέπονται ειδικά στις επιμέρους
διατάξεις του παρόντος Μέρους.
2. Η εξέταση των αιτήσεων ολοκληρώνεται το ταχύτερο
δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός έξι (6) μηνών στις περιπτώσεις εφαρμογής της
κανονικής διαδικασίας ή τριών (3) στις περιπτώσεις εφαρμογής της ταχύρρυθμης.
Όταν η αίτηση υπόκειται στη διαδικασία του Κανονισμού (ΕΕ) 604/2013, η
προθεσμία αρχίζει από τη στιγμή κατά την οποία ορίζεται η Ελλάδα ως υπεύθυνη
για την εξέταση της αίτησης, σύμφωνα με τον εν λόγω Κανονισμό, ο αιτών
βρίσκεται στο έδαφος της χώρας και η Υπηρεσία Ασύλου έχει αναλάβει την εξέταση
της αίτησης διεθνούς προστασίας.
3. Οι ανωτέρω προθεσμίες δύναται να παρατείνονται για
χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των εννέα (9) επιπλέον μηνών σε περιπτώσεις
στις οποίες:
α. ανακύπτουν περίπλοκα ουσιαστικά και/ή νομικά
ζητήματα,
β. μεγάλος αριθμός αλλοδαπών ή ανιθαγενών αιτείται
ταυτόχρονα διεθνή προστασία, γεγονός που καθιστά στην πράξη πολύ δύσκολη την
ολοκλήρωση της διαδικασίας εντός της προθεσμίας των 6 μηνών.
γ. η καθυστέρηση μπορεί να αποδοθεί σαφώς στην μη
συμμόρφωση του αιτούντος δυνάμει του άρθρου 42 του παρόντος.
4. Κατ’ εξαίρεση οι ανωτέρω προθεσμίες μπορεί να
παραταθούν κατά τρεις (3) επιπλέον μήνες, όταν αυτό επιβάλλεται λόγω
εξαιρετικών περιστάσεων και είναι απαραίτητο για την κατάλληλη και πλήρη
εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας.
5. Στις περιπτώσεις που η εξέταση διαρκεί πέραν του
ανώτατου κατά περίπτωση χρονικού ορίου, ο αιτών έχει δικαίωμα να ζητά
πληροφορίες από τις Αρμόδιες Αρχές Παραλαβής για το χρόνο κατά τον οποίο
αναμένεται η απόφαση επί της αίτησης. Η ενημέρωση αυτή δεν θεμελιώνει υποχρέωση
των ανωτέρω αρχών να λάβουν απόφαση εντός συγκεκριμένης προθεσμίας.
6. Οι αρμόδιες Αρχές Παραλαβής δύνανται να καταγράφουν
και να εξετάζουν κατά προτεραιότητα αιτήσεις διεθνούς προστασίας οι οποίες
αφορούν:
α. άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες κατά την
έννοια της διάταξης της παραγράφου 8 του άρθρου 14 του παρόντος ή χρήζουν
ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων,
β. άτομα που υποβάλλουν αίτηση ενόσω κρατούνται,
υποβάλλουν αίτηση βάσει του άρθρου 60 ευρισκόμενα σε ζώνες διέλευσης λιμένων ή
αερολιμένων της χώρας ή παραμένουν εντός περιφερειακών υπηρεσιών της Υπηρεσίας
Υποδοχής και Ταυτοποίησης, γ. άτομα που ενδέχεται να υπαχθούν στις διαδικασίες
του Κανονισμού (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου,
δ. άτομα των οποίων οι αιτήσεις εύλογα πιθανολογείται
ότι είναι βάσιμες,
ε. άτομα των οποίων οι αιτήσεις μπορούν να θεωρηθούν
ως προδήλως αβάσιμες,
στ. άτομα για τα οποία η Ελληνική Αστυνομία με
αιτιολογημένο έγγραφό της αναφέρει ότι συνιστούν κίνδυνο για την εθνική
ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της χώρας,
ζ. άτομα τα οποία υποβάλλουν μεταγενέστερες αιτήσεις
διεθνούς προστασίας κατά το στάδιο του παραδεκτού.
7. Η Αποφαινόμενη Αρχή εξετάζει μία αίτηση με την
ταχύρρυθμη διαδικασία, όταν:
α. ο αιτών προέρχεται από ασφαλή χώρα καταγωγής
σύμφωνα με το άρθρο 57,
β. η αίτηση είναι προδήλως αβάσιμη. Ως προδήλως
αβάσιμη χαρακτηρίζεται μία αίτηση όταν ο αιτών, κατά την υποβολή της αίτησης
και τη διεξαγωγή της συνέντευξης, κάνει επίκληση λόγων που προδήλως δεν
συνάδουν με την ιδιότητα του πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας ή
όταν ο αιτών έχει παρουσιάσει προδήλως ασυνεπείς και αντιφατικές πληροφορίες ή
σαφώς ψευδείς ή προφανώς απίθανες πληροφορίες, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση
με επαρκώς τεκμηριωμένες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής, καθιστώντας έτσι
σαφώς μη πειστική τη δήλωσή του ως προς το εάν πληροί τις προϋποθέσεις που
απαιτούνται για το χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας δυνάμει
του Π.δ. 141/2013,
γ. ο αιτών παραπλάνησε τις Αρχές με την παρουσίαση
ψευδών πληροφοριών ή εγγράφων ή με την απόκρυψη σχετικών πληροφοριών ή εγγράφων
όσον αφορά την ταυτότητα ή/και την εθνικότητά του, που μπορούσαν να επηρεάσουν
αρνητικά την απόφαση, δ. είναι πιθανόν ότι ο αιτών έχει καταστρέψει ή πετάξει
κακόπιστα έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο που θα βοηθούσε στον
προσδιορισμό της ταυτότητας ή της ιθαγένειάς του,
ε. ο αιτών έχει υποβάλει την αίτηση μόνο για να
καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης
απέλασης ή με άλλο τρόπο απομάκρυνσής του, στ. ο αιτών αρνείται να συμμορφωθεί
με την υποχρέωση να υποβληθεί σε λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με την
κείμενη νομοθεσία.
Άρθρο 52
(Άρθρα 14 έως 17 και 34 της Οδηγίας)
Προσωπική συνέντευξη
1. Πριν τη λήψη απόφασης, η Αποφαινόμενη Αρχή
διενεργεί προσωπική συνέντευξη του αιτούντος, ο οποίος καλείται σε αυτήν κατά
τα οριζόμενα στο άρθρο 40. Με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του Κανονισμού
(ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του άρθρου 59
του παρόντος, σε περίπτωση που από το διοικητικό φάκελο της αίτησης διεθνούς
προστασίας προκύπτουν ενδείξεις ότι η αίτηση εμπίπτει στις περιπτώσεις
απαράδεκτων αιτήσεων του άρθρου 54 του παρόντος, η συνέντευξη μπορεί να
περιοριστεί στη διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής της
διάταξης αυτής και να δοθεί η ευκαιρία στον αιτούντα να εκφραστεί σχετικά. Σε
περίπτωση που, μετά την πραγματοποίηση της συνέντευξης, η Αποφαινόμενη Αρχή
κρίνει απαραίτητη τη διερεύνηση της ουσίας της αίτησης διεθνούς προστασίας,
πραγματοποιείται σχετική συμπληρωματική συνέντευξη.
2. Η συνέντευξη διενεργείται από αρμόδιο υπάλληλο της
Αρχής Παραλαβής (χειριστή), ο οποίος διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα και ο
οποίος λαμβάνει και εκδίδει την απόφαση επί της αίτησης διεθνούς προστασίας Ο
εσωτερικός κανονισμός της Υπηρεσίας Ασύλου ορίζει τη διαδικασία ορισμού του
αρμόδιου υπαλλήλου (χειριστή) από τον Προϊστάμενο του κάθε Περιφερειακού
Γραφείου Ασύλου και Αυτοτελούς Κλιμακίου Ασύλου.
3. Η συνέντευξη διενεργείται με τη συνδρομή διερμηνέα,
σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 41 παράγραφος 1β, ικανού να εξασφαλίσει την
αναγκαία επικοινωνία, προκειμένου ο ενδιαφερόμενος να επιβεβαιώσει όσα αναφέρει
στην αίτησή του και να μπορέσει να εκθέσει με πληρότητα τους λόγους που τον
ανάγκασαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του ή προηγούμενης συνήθους
διαμονής του, όταν πρόκειται για ανιθαγενή, ζητώντας προστασία, καθώς και τους
λόγους για τους οποίους δεν μπορεί ή δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν και
προκειμένου να δώσει εξηγήσεις, ιδίως σε ό, τι αφορά, το προσωπικό του
ιστορικό, συμπεριλαμβανομένου του ιστορικού των οικείων συγγενών του, την
ταυτότητα, την ηλικία του, την ιθαγένεια, τη χώρα και τον τόπο προηγούμενης
διαμονής του, τυχόν προηγούμενες αιτήσεις διεθνούς προστασίας, τα δρομολόγια
που ακολούθησε για να εισέλθει στο ελληνικό έδαφος και τα ταξιδιωτικά του
έγγραφα.
4. Κατά τη διεξαγωγή της προσωπικής συνέντευξης η
Αποφαινόμενη Αρχή παραχωρεί στον αιτούντα κατάλληλη ευκαιρία για να παρουσιάσει
τα στοιχεία που απαιτούνται για την κατά το δυνατόν πλήρη τεκμηρίωση της
αίτησης διεθνούς προστασίας. Στον αιτούντα δίνεται η ευκαιρία να παράσχει
εξηγήσεις σχετικά με τα στοιχεία που ενδεχομένως λείπουν και/ή σχετικά με τυχόν
ασυνέπειες ή αντιφάσεις στο πλαίσιο των δηλώσεών του.
5. Πριν από τη συνέντευξη χορηγείται στον αιτούντα,
εφόσον το επιθυμεί, εύλογος χρόνος προκειμένου να προετοιμασθεί κατάλληλα και
να συμβουλευθεί νομικό ή άλλο σύμβουλο για να τον επικουρεί κατά τη διάρκεια
της διαδικασίας. Ο εύλογος χρόνος καθορίζεται από την αρμόδια Αρχή Παραλαβής
και δεν δύναται να υπερβεί τις επτά (7) ημέρες ή τις τρεις (3) ημέρες όταν
πραγματοποιείται συνέντευξη βάσει των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου 60 ή όταν
αφορά αιτούντα που βρίσκεται σε διαδικασία Υποδοχής και Ταυτοποίησης. 6. Όταν η
συνέντευξη αφορά γυναίκα, λαμβάνεται ειδική μέριμνα, ώστε να διεξάγεται από
γυναίκα χειρίστρια, παρουσία γυναίκας διερμηνέα, εφόσον αυτό ζητηθεί. Σε κάθε
περίπτωση, εφόσον ο αιτών έχει εκφράσει προτίμηση σχετικά με το φύλο του
χειριστή ή του διερμηνέα σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας, λαμβάνεται
ειδική προς τούτο μέριμνα. Σε περίπτωση που αυτό δεν καθίσταται δυνατό, γίνεται
μνεία των σχετικών λόγων στην έκθεση ή πρακτικό της συνέντευξης.
7. Για κάθε ενήλικο μέλος της οικογένειας διεξάγεται
ξεχωριστή προσωπική συνέντευξη. Για τους ανήλικους, διεξάγεται προσωπική
συνέντευξη λαμβανομένης υπόψη της ωριμότητάς τους και των ψυχολογικών συνεπειών
των τραυματικών βιωμάτων τους.
8. Η προσωπική συνέντευξη μπορεί να παραλειφθεί όταν η
Αποφαινόμενη Αρχή κρίνει ότι, με βάση τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία,
δύναται να αναγνωρίσει τον αιτούντα ως πρόσφυγα ή όταν δεν είναι αντικειμενικά
δυνατή, ιδίως όταν ο αιτών δεν είναι σε θέση λόγω της μικρής του ηλικίας ή για
λόγους που οφείλονται σε μόνιμες καταστάσεις ανεξάρτητες από τη θέλησή του, να
συμμετάσχει στη συνέντευξη. Η αδυναμία στην τελευταία περίπτωση πιστοποιείται
με σχετική βεβαίωση ιατρού ανάλογης ειδικότητας.
9. Όταν στον αιτούντα ή στο μέλος της οικογένειάς του
δεν παρέχεται η ευκαιρία προσωπικής συνέντευξης, η Αποφαινόμενη Αρχή καταβάλλει
εύλογες προσπάθειες, ώστε να τους δίνεται η δυνατότητα να υποβάλουν συμπληρωματικά
στοιχεία.
10. Η παράλειψη προσωπικής συνέντευξης κατά τις
προηγούμενες παραγράφους δεν επιδρά δυσμενώς στην απόφαση επί της αίτησης
διεθνούς προστασίας, ούτε εμποδίζει την Αποφαινόμενη Αρχή να λαμβάνει απόφαση
επί της αίτησης. Σε περίπτωση παράλειψης της συνέντευξης, στην απόφασή επί της
αίτησης διεθνούς προστασίας περιλαμβάνεται αιτιολογία αυτής της παράλειψης.
11. Η προσωπική συνέντευξη διεξάγεται χωρίς την
παρουσία των μελών της οικογένειας του αιτούντος, εκτός εάν ο χειριστής κρίνει
ότι η παρουσία τους είναι απαραίτητη.
12. Η προσωπική συνέντευξη διεξάγεται υπό συνθήκες που
εξασφαλίζουν την απαιτούμενη εμπιστευτικότητα.
13. Κατά την προσωπική συνέντευξη λαμβάνονται τα
κατάλληλα μέτρα που εξασφαλίζουν τη διεξαγωγή της σε συνθήκες που επιτρέπουν
στον αιτούντα να παρουσιάσει διεξοδικά τους λόγους της αίτησής του. Για το
σκοπό αυτό:
α. O κάθε χειριστής διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα για
να συνεκτιμήσει τις προσωπικές ή γενικές συνθήκες που αφορούν την αίτηση,
συμπεριλαμβανομένων των πολιτισμικών καταβολών του αιτούντος. Ειδικότερα, οι
χειριστές επιμορφώνονται, ιδίως για τις ειδικές ανάγκες των γυναικών, των
παιδιών και των θυμάτων βίας και βασανιστηρίων.
β. Ο διερμηνέας που επιλέγεται είναι ικανός να
εξασφαλίσει την αναγκαία επικοινωνία σε γλώσσα που κατανοεί ο αιτών.
14. Η συνέντευξη ηχογραφείται, ενώ για κάθε συνέντευξη
συντάσσεται έκθεση στην οποία περιλαμβάνονται οι βασικοί ισχυρισμοί του
αιτούντος διεθνή προστασία και όλα τα ουσιώδη στοιχεία της. Εάν δεν είναι
δυνατή η απομαγνητοφώνηση της συνέντευξης, τηρείται πλήρες πρακτικό. Ο αιτών
καλείται στο τέλος της συνέντευξης να επιβεβαιώσει ότι δεν επιθυμεί να
προσθέσει οτιδήποτε άλλο, ενώ δεν υπογράφει την έκθεση ή το πρακτικό. Η ηχητική
καταγραφή συνοδεύει την έκθεση ή το πρακτικό και αποθηκεύεται με μέριμνα της
Αποφαινόμενης Αρχής. Συνεντεύξεις που πραγματοποιούνται με τηλεδιάσκεψη
καταγράφονται ηχητικά υποχρεωτικά.
15. Εφόσον δεν είναι δυνατή η ηχητική καταγραφή,
τηρείται πλήρες πρακτικό της συνέντευξης. Ο αιτών καλείται να βεβαιώσει την
ακρίβεια του περιεχομένου του πρακτικού, υπογράφοντας με τη συνδρομή διερμηνέα,
εφόσον παρίσταται, που επίσης υπογράφει. Σε περίπτωση που ο αιτών αρνείται να
επιβεβαιώσει το περιεχόμενο του πρακτικού, οι λόγοι άρνησης καταχωρίζονται σε
αυτό. Η άρνηση του αιτούντος να βεβαιώσει το περιεχόμενο του πρακτικού δεν
εμποδίζει την Αποφαινόμενη Αρχή να λάβει απόφαση επί της αίτησής του.
16. Ο αιτών δικαιούται να λαμβάνει οποτεδήποτε αντίγραφο
του πρακτικού ή της έκθεσης και της ηχητικής καταγραφής.
17. Οι προαναφερόμενες εγγυήσεις τηρούνται και κατά τη
διαδικασία εξέτασης των προσφυγών, καθώς και σε κάθε συμπληρωματική συνέντευξη
ή ακρόαση. 18. Ο εσωτερικός κανονισμός της Υπηρεσίας Ασύλου δύναται να ορίζει
λεπτομερέστερα τις τεχνικές διαδικασίες της διεξαγωγής και της ηχητικής καταγραφής
της συνέντευξης και τηλεδιάσκεψης.
Άρθρο 53
(Άρθρο 18 της Οδηγίας)
Ιατρική Εξέταση
Με την επιφύλαξη της συγκατάθεσής του, οι Αρχές
Παραλαβής ή οι Αρχές Απόφασης μπορούν να παραπέμπουν τον αιτούντα σε ιατρική
εξέταση ή/και ψυχοκοινωνική διάγνωσή του, όταν ανακύπτουν ενδείξεις ή
ισχυρισμοί που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά
το παρελθόν. Οι εξετάσεις του προηγούμενου εδαφίου είναι δωρεάν,
πραγματοποιούνται από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό ανάλογης ειδικότητας
και τα αποτελέσματά τους υποβάλλονται στις αρμόδιες Αρχές το συντομότερο
δυνατό. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι αιτούντες ενημερώνονται ότι μπορούν με δική
τους πρωτοβουλία και δικά τους έξοδα να μεριμνήσουν για εξέταση και διάγνωση
όσον αφορά ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Τα
αποτελέσματα των ανωτέρω εξετάσεων και οι σχετικές διαγνώσεις εκτιμώνται από
τις αρμόδιες Αρχές Απόφασης μαζί με τα λοιπά στοιχεία της αίτησης.
Άρθρο 54
(Άρθρο 33 της Οδηγίας)
Απαράδεκτες αιτήσεις
1. Οι Αρχές Απόφασης με σχετική απόφαση απορρίπτουν
αίτηση διεθνούς προστασίας ως απαράδεκτη, εφόσον:
α. άλλο κράτος−μέλος της Ε.Ε. έχει χορηγήσει στον
αιτούντα καθεστώς διεθνούς προστασίας ή
β. άλλο κράτος−μέλος της Ε.Ε. ή άλλο κράτος που
δεσμεύεται από τον Κανονισμό (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου έχει αναλάβει την ευθύνη εξέτασης της σχετικής αίτησης, κατ’
εφαρμογή του Κανονισμού αυτού ή
γ. ο αιτών απολαμβάνει επαρκούς προστασίας από χώρα
που θεωρείται ως πρώτη χώρα ασύλου για αυτόν, σύμφωνα με το άρθρο 55 ή
δ. κρίνουν ότι μία χώρα συνιστά ασφαλή τρίτη χώρα για
τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 56 ή ε. η αίτηση αποτελεί μεταγενέστερη
αίτηση του αιτούντος και η προκαταρκτική εξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 59
παράγραφος 2, δεν κατέδειξε την ύπαρξη νέων ουσιωδών στοιχείων ή στ. μέλος της
οικογένειας του αιτούντος καταθέτει ξεχωριστή αίτηση, παρότι το πρόσωπο αυτό
έχει ήδη συναινέσει, σύμφωνα με το άρθρο 36, να συμπεριληφθεί η περίπτωσή του
ως τμήμα αίτησης υποβαλλόμενης για λογαριασμό του και δεν υπάρχουν στοιχεία τα
οποία να δικαιολογούν την υποβολή χωριστής αίτησης. 2. Στην περίπτωση της
παραγράφου 1β η Αποφαινόμενη Αρχή εκδίδει και τη σχετική πράξη μεταφοράς κατ’
εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
Άρθρο 55
(Άρθρο 35 της Οδηγίας)
Πρώτη χώρα ασύλου
Μία χώρα θεωρείται ως πρώτη χώρα ασύλου για τον
αιτούντα με την προϋπόθεση ότι θα γίνει εκ νέου δεκτός στη χώρα αυτή, εάν αυτός
έχει αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας από αυτή και απολαμβάνει ακόμη της σχετικής
προστασίας, ή απολαμβάνει άλλης αποτελεσματικής προστασίας στην εν λόγω χώρα,
επωφελούμενος μεταξύ άλλων από την αρχή της μη επαναπροώθησης.
Άρθρο 56
(Άρθρο 38 της Οδηγίας)
Ασφαλείς τρίτες χώρες
1. Μια χώρα θεωρείται ως ασφαλής τρίτη χώρα για ένα συγκεκριμένο
αιτούντα, όταν πληρούνται σωρευτικά τα εξής κριτήρια:
α. δεν απειλούνται η ζωή και η ελευθερία του λόγω
φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, ή
πολιτικών πεποιθήσεων,
β. η χώρα αυτή τηρεί την αρχή της μη επαναπροώθησης,
σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης,
γ. δεν υπάρχει κίνδυνος σοβαρής βλάβης για τον
αιτούντα κατά το άρθρο 15 του Π.δ. 141/2013, δ. η χώρα αυτή απαγορεύει την
απομάκρυνση κάποιου σε χώρα όπου κινδυνεύει να υποστεί βασανιστήρια ή σκληρή,
απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, όπως ορίζεται στο διεθνές
δίκαιο,
ε. υπάρχει η δυνατότητα να ζητηθεί το καθεστώς του
πρόσφυγα και, στην περίπτωση που ο αιτών αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας, να του
χορηγηθεί προστασία σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης και στ. ο αιτών έχει
σύνδεσμο με την εν λόγω τρίτη χώρα, βάσει του οποίου θα ήταν εύλογο για αυτόν
να μεταβεί σε αυτή.
2. Η συνδρομή των ως άνω κριτηρίων εξετάζεται ανά
περίπτωση και για κάθε αιτούντα ξεχωριστά. Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης που
βασίζεται αποκλειστικά στο παρόν άρθρο, οι Αρμόδιες Αρχές Παραλαβής ενημερώνουν
σχετικά τον αιτούντα και του χορηγούν έγγραφο με το οποίο ενημερώνονται οι
αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας ότι η αίτηση δεν έχει εξεταστεί επί της ουσίας.
3. Όταν η ως άνω τρίτη χώρα δεν επιτρέπει στον αιτούντα
να εισέλθει στο έδαφός της, η αίτησή του εξετάζεται επί της ουσίας από τις
Αρμόδιες Αρχές Απόφασης.
4. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνεται σε ετήσια βάση
από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών για τις χώρες που
χαρακτηρίζονται ασφαλείς σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Άρθρο 57
(Άρθρα 36 και 37 της Οδηγίας)
Ασφαλείς χώρες καταγωγής
1. Ασφαλείς χώρες καταγωγής είναι:
α. Όσες περιλαμβάνονται στον κοινό κατάλογο ασφαλών
χωρών καταγωγής του Συμβουλίου Ε.Ε..
β. Οι χώρες, πέραν εκείνων του στοιχείου α΄, οι οποίες
περιλαμβάνονται στον εθνικό κατάλογο ασφαλών χωρών καταγωγής, που καταρτίζεται
και τηρείται για την εξέταση αιτήσεων διεθνούς προστασίας, ο οποίος
δημοσιεύεται, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου 7, με κοινή απόφαση
των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Εξωτερικών, κατόπιν
εισήγησης του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου μετά από αξιολόγηση του αρμοδίου
τμήματος Εκπαίδευσης, Διασφάλισης Ποιότητας και Τεκμηρίωσης μετά από
αξιολόγηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4. Για την
αξιολόγηση αυτή λαμβάνονται υπόψη σχετικές πληροφορίες από άλλα κράτη και
διεθνείς οργανισμούς, όπως η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους
Πρόσφυγες, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και το Συμβούλιο της
Ευρώπης. Η αξιολόγηση αυτή επαναλαμβάνεται περιοδικά λαμβάνοντας υπόψη τις
αλλαγές της κατάστασης σε κάθε χώρα. Ο εθνικός κατάλογος χωρών καταγωγής
κοινοποιείται από το Υπουργείο Εξωτερικών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
2. Μία χώρα μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ασφαλής χώρα
καταγωγής για τον αιτούντα, μόνον εφόσον μετά την εξέταση της αίτησης
αποδειχθεί ότι ο αιτών:
α. έχει την ιθαγένεια αυτής της χώρας ή είναι
ανιθαγενής και είχε την προηγούμενη συνήθη διαμονή του στη χώρα αυτή και
β. δεν επικαλείται σοβαρούς λόγους για να θεωρηθεί ότι
η χώρα δεν είναι ασφαλής χώρα καταγωγής για τον ίδιο, με βάση τα προσωπικά του
χαρακτηριστικά και όσον αφορά την αναγνώρισή του ως δικαιούχου διεθνούς
προστασίας κατά τις κείμενες διατάξεις.
3. Μια χώρα θεωρείται ως ασφαλής χώρα καταγωγής αν, με
βάση την ισχύουσα νομοθεσία και την εφαρμογή του δικαίου στο πλαίσιο ενός
δημοκρατικού πολιτεύματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, καταδεικνύεται
σαφώς ότι τα πρόσωπα στις συγκεκριμένες χώρες δεν υφίστανται δίωξη, γενικά και
μόνιμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 του Π.δ. 141/2013, ούτε βασανιστή ρια ή
απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή που προκύπτει από τη
χρήση γενικευμένης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης
σύγκρουσης.
4. Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου
λαμβάνεται μεταξύ άλλων υπόψη ο βαθμός στον οποίο παρέχεται προστασία κατά της
δίωξης ή της κακομεταχείρισης μέσω:
α. Των σχετικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων
της χώρας και του τρόπου εφαρμογής τους.
β. Της τήρησης των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που
προβλέπονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του
ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ − Ν.δ. 53/1974, Α΄ 256), στο
Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (ν. 2462/1997, Α΄ 25),
ιδίως δε των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση δυνάμει του άρθρου
15 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ, και στη Σύμβαση κατά των βασανιστηρίων και άλλων
τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (ν.
1782/1988, Α΄ 116) και της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ν.
2101/1992, Α΄ 192).
γ. Της τήρησης της αρχής της μη επαναπροώθησης σύμφωνα
με τη Σύμβαση της Γενεύης. δ. Της πρόβλεψης μηχανισμού αποτελεσματικής
προσφυγής κατά των παραβιάσεων των εν λόγω δικαιωμάων και ελευθεριών.
Άρθρο 58
(Άρθρο 32 της Οδηγίας)
Αβάσιμες αιτήσεις
Η αρμόδια Αρχή Απόφασης απορρίπτει ως αβάσιμη την
αίτηση, εφόσον θεμελιώσει ότι ο αιτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να
χαρακτηρισθεί ως πρόσφυγας ή δικαιούχος επικουρικής προστασίας, κατά τις
κείμενες διατάξεις. Άρθρο 59 (Άρθρα 40 έως 42 της Οδηγίας) Μεταγενέστερες
αιτήσεις
1. Σε περίπτωση μεταγενέστερης αίτησης οι Αρμόδιες
Αρχές Απόφασης εξετάζουν τα στοιχεία της μεταγενέστερης αίτησης, σε συνδυασμό
με τα στοιχεία του φακέλου της προγενέστερης αίτησης.
2. Η μεταγενέστερη αίτηση εξετάζεται κατ’ αρχάς σε
προκαταρκτικό στάδιο κατά το οποίο ερευνάται εάν έχουν προκύψει ή έχουν
υποβληθεί από τον αιτούντα νέα ουσιώδη στοιχεία. Κατά το στάδιο αυτό ο αιτών
υποβάλλει γραπτώς στις αρμόδιες Αρχές Παραλαβής τα τυχόν νέα στοιχεία που
προσκομίζει χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη. Κατ’ εξαίρεση πραγματοποιείται
ακρόαση του αιτούντος, μετά από κλήση του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος
Μέρους, για τη διευκρίνιση στοιχείων της μεταγενέστερης αίτησης εφόσον η
Αποφαινόμενη Αρχή κρίνει ότι αυτό είναι απαραίτητο.
3. Οι αρμόδιες Αρχές Παραλαβής διασφαλίζουν στους
αιτούντες, των οποίων η αίτηση εξετάζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην
προηγούμενη παράγραφο, ότι απολαμβάνουν των εγγυήσεων που αναφέρονται στο άρθρο
41 παράγραφος 1 (α), (β), (γ), (ε) και (στ). Μέχρι την ολοκλήρωση της
διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης κατά το προκαταρκτικό στάδιο,
αναστέλλεται η εκτέλεση κάθε μέτρου απέλασης, επιστροφής ή καθ’ οιονδήποτε
τρόπο απομάκρυνσης που υφίσταται σε βάρος των αιτούντων. Ομοίως, κατά το
παραπάνω στάδιο, δεν εκτελείται απόφαση έκδοσης εφόσον ο αιτών επικαλείται φόβο
δίωξης στο εκζητούν κράτος.
4. Εάν κατά την προκαταρκτική εξέταση, που αναφέρεται
στην παράγραφο 2, προκύψουν ή υποβληθούν από τον αιτούντα νέα ουσιώδη στοιχεία
τα οποία επηρεά− ζουν την κρίση επί της αίτησης διεθνούς προστασίας, η αίτηση
κρίνεται παραδεκτή, εξετάζεται περαιτέρω σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος
Μέρους και του χορηγείται δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία. Σε αντίθετη
περίπτωση η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
5. Η διαδικασία του παρόντος άρθρου μπορεί να
εφαρμόζεται επίσης και στην περίπτωση μέλους της οικογένειας του αιτούντος, το
οποίο υποβάλλει αίτηση αφού έχει συναινέσει, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος
6, να υποβληθεί αίτηση εξ ονόματός του. Σε αυτή την περίπτωση, η προκαταρκτική
εξέταση, που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, αφορά την
ενδεχόμενη ύπαρξη στοιχείων που να δικαιολογούν την υποβολή χωριστής αίτησης εκ
μέρους του εξαρτωμένου προσώπου. Στις περιπτώσεις αυτές πραγματοποιείται
συνέντευξη κατά το προκαταρκτικό στάδιο.
6. Αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται χωρίς να
έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί προγενέστερης αίτησης του ίδιου αιτούντα
θεωρείται ως συμπληρωματικό στοιχείο της αρχικής και δεν υπάγεται στις
διατάξεις του παρόντος άρθρου.
7. Όμοια μεταγενέστερη αίτηση τίθεται στο αρχείο με
πράξη του Προϊσταμένου του αρμόδιου Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου ή Αυτοτελούς
Κλιμακίου Ασύλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Κώδικα Διοικητικής
Διαδικασίας.
8. Αν ο αιτών, έναντι του οποίου πρέπει να εκτελεστεί
απόφαση μεταφοράς, σύμφωνα με τον Κανονισμό 604/2013, υποβάλει μεταγενέστερη
αίτηση, αυτή εξετάζεται από το αρμόδιο κράτος, σύμφωνα με τον Κανονισμό αυτό.
Άρθρο 60 (Άρθρο 43 της Οδηγίας) Διαδικασίες στα σύνορα 1. Στις περιπτώσεις που
υποβάλλονται αιτήσεις διεθνούς προστασίας στα σύνορα και τις ζώνες διέλευσης
λιμένων ή αερολιμένων της χώρας, οι αιτούντες απολαμβάνουν των δικαιωμάτων και
των εγγυήσεων των διατάξεων των άρθρων 41, 44, 45 και 46 του παρόντος Μέρους.
2. Αν δεν ληφθεί απόφαση εντός είκοσι οκτώ (28) ημερών
από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, επιτρέπεται στον αιτούντα η είσοδος
και παραμονή του στο εσωτερικό της χώρας, προκειμένου να εξετασθεί η αίτησή του
σύμφωνα με τις λοιπές διατάξεις του παρόντος.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 46, στις
περιπτώσεις του παρόντος άρθρου, που απορρίπτεται αίτηση διεθνούς προστασίας
και εκδίδεται απόφαση απέλασης, επιστροφής ή επανεισδοχής, η εκτέλεση της
οποίας αναστέλλεται, με σχετική δικαστική απόφαση επιτρέπεται η παραμονή του
αιτούντος στη χώρα μέχρι την έκδοση απόφασης επί του ένδικου μέσου.
4. Σε περίπτωση αφίξεων που αφορούν μεγάλο αριθμό
πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι υποβάλλουν αιτήσεις διεθνούς
προστασίας στα σύνορα ή σε ζώνη διέλευσης λιμένων ή αερολιμένων της χώρας ή
ενόσω παραμένουν σε Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, με κοινή απόφαση των
Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Εθνικής Άμυνας
εφαρμόζονται κατ’ εξαίρεση τα παρακάτω:
α. Η καταγραφή της αίτησης διεθνούς προστασίας, οι
επιδόσεις των αποφάσεων και λοιπών διαδικαστικών εγγράφων, καθώς και η παραλαβή
προσφυγών μπορεί να πραγματοποιείται από προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας ή
προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων.
β. Στις διαδικασίες του στοιχείου α΄, στη συνέντευξη
με τους αιτούντες διεθνή προστασία, καθώς και σε κάθε άλλη διαδικασία, η
Υπηρεσία Ασύλου μπορεί να επικουρείται από προσωπικό και διερμηνείς που
διατίθεται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο.
γ. Η προθεσμία του άρθρου 52 παράγραφος 5 είναι μίας
(1) ημέρας. Η προθεσμία του άρθρου 62 παράγραφος 2(γ) είναι δύο (2) ημερών. Οι
προθεσμίες του άρθ. 62 παράγραφος 3, για την ειδοποίηση του αιτούντος σε
περίπτωση προφορικής ακρόασης και για την κατάθεση τυχόν υπομνήματος μετά την
εξέταση της προσφυγής είναι μίας (1) ημέρας.
δ. Η απόφαση επί της αίτησης διεθνούς προστασίας
εκδίδεται το αργότερο την επόμενη ημέρα της πραγματοποίησης της συνέντευξης και
επιδίδεται το αργότερο την επόμενη της έκδοσής της.
ε. Οι προσφυγές εξετάζονται σε τρεις (3) ημέρες από
την κατάθεσή τους. Η απόφαση επί της προσφυγής εκδίδεται το αργότερο εντός δύο
(2) ημερών από την εξέτασή της ή την κατάθεση του υπομνήματος και επιδίδεται το
αργότερο την επόμενη ημέρα της έκδοσής της. Κατά την περίπτωση της υποβολής
σχετικής αίτησης ακρόασης από τον προσφεύγοντα, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο
62 παράγραφος 1 στοιχείο ε’ του παρόντος, η Επιτροπή Προσφυγών δύναται, κατά
την κρίση της, να καλεί τον προσφεύγοντα σε ακρόαση.
στ. Από την παραπάνω διαδικασία εξαιρούνται όσοι
υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 8 έως και 11 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ.
604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, καθώς και τα πρόσωπα
που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 14.
5. Με την κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Εθνικής Άμυνας της προηγούμενης
παραγράφου δύναται να ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που αφορά στην εφαρμογή του
παρόντος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΒΑΘΜΟ
Άρθρο 61
(Άρθρο 46 της Οδηγίας)
Δικαίωμα άσκησης προσφυγής
1. Ο αιτών δικαιούται να ασκήσει την προβλεπόμενη
ενδικοφανή προσφυγή του άρθρου 7 παράγραφος 5, ενώπιον της Αρχής Προσφυγών του
άρθρου 4:
α. Κατά της απόφασης που απορρίπτει αίτηση διεθνούς
προστασίας ως αβάσιμη με την κανονική διαδικασία ή με την οποία ανακαλείται
καθεστώς διεθνούς προστασίας, καθώς και κατά της απόφασης με την οποία
χορηγείται καθεστώς επικουρικής προστασίας, κατά το μέρος που αφορά τη μη
αναγνώριση του αιτούντος ως πρόσφυγα, εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση
της απόφασης.
β. Κατά της απόφασης που απορρίπτει αίτηση διεθνούς
προστασίας με την ταχύρρυθμη διαδικασία ή ως απαράδεκτη κατά τα οριζόμενα στα
άρθρα 51 παράγραφος 7 και 54 αντίστοιχα, καθώς και στις περιπτώσεις που η
προσφυγή υποβάλλεται ενώ ο αιτών τελεί υπό κράτηση, εντός δεκαπέντε (15) ημερών
από την επίδοση της απόφασης. Κατά της απόφασης που απορρίπτει αίτηση διεθνούς
προστασίας ως απαράδεκτη βάσει του άρθρου 54 παράγραφος 1 (β), η προσφυγή ασκείται
εντός της ως άνω προθεσμίας και λογίζεται ότι στρέφεται και κατά της σχετικής
πράξης μεταφοράς κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ)
604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
γ. Κατά της απόφασης με την οποία απορρίπτεται αίτηση
για να συνεχιστεί η εξέταση της υπόθεσης μετά από πράξη διακοπής σύμφωνα με το
άρθρο 47 παράγραφος 4, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της
απόφασης.
δ. Κατά της απόφασης που απορρίπτει αίτηση διεθνούς
προστασίας στις περιπτώσεις του άρθρου 60 ή που η προσφυγή υποβάλλεται ενώ ο
αιτών βρίσκεται σε διαδικασία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, εντός πέντε (5) ημερών
από την επίδοση της απόφασης.
2. Το δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία, με την
επιφύλαξη εφαρμογής της διαδικασίας του άρθρου 59 του παρόντος, χορηγείται εκ
νέου σε περίπτωση άσκησης προσφυγής εφαρμοζομένων ανάλογα των διατάξεων του
άρθρου 41 παράγραφος 1 (δ) ως προς τη διάρκεια ισχύος. Σε περίπτωση άσκησης
προσφυγής μετά την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών, η διάρκεια του δελτίου αιτούντος
διεθνή προστασία μπορεί να περιοριστεί με απόφαση της παραγράφου 1 (δ)
υποπαράγραφος (στστ) του άρθρου 41, ανάλογα με τον εκτιμώμενο χρόνο έκδοσης
απόφασης επί της προσφυγής.
3. Σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά απόφασης
ανάκλησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 63, επιστρέφεται
στον προσφεύγοντα η άδεια διαμονής του.
4. Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για την άσκηση
προσφυγής και μέχρι την επίδοση της απόφασης επ’ αυτής, αναστέλλεται κάθε μέτρο
απέλασης, επανεισδοχής ή επιστροφής του αιτούντος.
5. Οι προσφυγές κατατίθενται στις Αρχές Παραλαβής και
διαβιβάζονται στην Αρχή Προσφυγών αμελλητί.
6. Αν η απόφαση του πρώτου βαθμού δεν επιδοθεί για
οποιοδήποτε λόγο, η προθεσμία της προσφυγής είναι εξήντα (60) ημέρες από την
ημερομηνία λήξης του δελτίου αιτούντος διεθνή προστασία ή, εφόσον η ισχύς του
δελτίου λήξει πριν την έκδοση της απόφασης, εξήντα (60) ημέρες από την
ημερομηνία έκδοσης της απόφασης. Σε περίπτωση κρατούμενου, ο οποίος αφέθηκε
ελεύθερος και δεν του έχει χορηγηθεί δελτίο, η ανωτέρω προθεσμία αρχίζει από
την παρέλευση του χρόνου εμφάνισής του ενώπιον των Αρχών Παραλαβής, σύμφωνα με
το άρθρο 41 παράγραφος 1 στοιχείο (δ) (ζζ) εδάφιο τρίτο.
Άρθρο 62
Διαδικασία εξέτασης των προσφυγών
1. Η διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής Προσφυγών είναι
κατά κανόνα έγγραφη και η εξέταση των προσφυγών διενεργείται με βάση τα
στοιχεία του φακέλου, χωρίς την παρουσία του προσφεύγοντος. Η Επιτροπή
Προσφυγών καλεί τον προσφεύγοντα σε προφορική ακρόαση όταν:
α. με την προσφυγή προσβάλλεται απόφαση ανάκλησης
καθεστώτος διεθνούς προστασίας,
β. ανακύπτουν ζητήματα ή αμφιβολίες ως προς την
πληρότητα της συνέντευξης που πραγματοποιήθηκε κατά τον πρώτο βαθμό εξέτασης,
γ. ο προσφεύγων υπέβαλε σοβαρά νέα στοιχεία που
αφορούν σε οψιγενείς ισχυρισμούς,
δ. η υπόθεση είναι ιδιαίτερα περίπλοκη,
ε. υποβάλλεται σχετική αίτηση από τον προσφεύγοντα
τουλάχιστον δύο (2) ημέρες πριν την εξέταση της προσφυγής.
2. Με την κατάθεση της προσφυγής η αρμόδια Αρχή
Παραλαβής ενημερώνει αυθημερόν τον προσφεύγοντα για την ημερομηνία εξέτασής
της. Η εξέταση της προσφυγής προσδιορίζεται: α. Τουλάχιστον είκοσι (20) ημέρες
μετά την κατάθεση προσφυγής που υποβάλλεται κατά απόφασης με την οποία
απορρίπτεται αίτηση διεθνούς προστασίας ως αβάσιμη με την κανονική διαδικασία ή
ανακαλείται καθεστώς διεθνούς προστασίας. β. Τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες μετά
την κατάθεση προσφυγής που υποβάλλεται κατά απόφασης με την οποία απορρίπτεται
αίτηση διεθνούς προστασίας με την ταχύρρυθμη διαδικασία ή ως απαράδεκτη κατά τα
οριζόμενα στα άρθρα 16 παράγραφος 4 και 18 αντίστοιχα. γ. Τουλάχιστον πέντε (5)
ημέρες μετά την κατάθεση προσφυγής που υποβάλλεται κατά απόφασης με την οποία
απορρίπτεται αίτηση διεθνούς προστασίας στις περιπτώσεις του άρθρου 60 ή που
υποβάλλεται ενώ ο προσφεύγων βρίσκεται σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Ο
προσφεύγων δύναται να καταθέσει τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία ή υπόμνημα έως
και την προηγουμένη της ημέρας εξέτασης της προσφυγής του.
3. Εφόσον ακολουθείται διαδικασία εξέτασης της
προσφυγής με προφορική ακρόαση, η Αρχή Προσφυγών καλεί τον προσφεύγοντα ενώπιον
της αρμόδιας Επιτροπής. Ο προσφεύγων ενημερώνεται το αργότερο πέντε (5)
εργάσιμες ημέρες πριν την ημερομηνία εξέτασης της προσφυγής του, σε γλώσσα που
κατανοεί, για τον τόπο και την ημερομηνία εξέτασης, καθώς και για το δικαίωμά
του, να παρασταθεί αυτοπροσώπως ή /και με τον δικηγόρο ή άλλο σύμβουλό του
ενώπιόν της, για να εκθέσει προφορικά, με τη βοήθεια κατάλληλου διερμηνέα, τα
επιχειρήματά του και να δώσει τυχόν διευκρινίσεις. Η απουσία του προσφεύγοντος
δεν κωλύει την εξέταση της προσφυγής, υπό την προϋπόθεση ότι αυτός έχει κληθεί σύμφωνα
με τα οριζόμενα στο άρθρο 40 του παρόντος. Μετά το πέρας της προφορικής
εξέτασης, μπορεί να χορηγηθεί στον προσφεύγοντα, κατόπιν αιτήματός του, εύλογος
χρόνος, για την κα− τάθεση συμπληρωματικών στοιχείων ή υπομνήματος, ο οποίος
δεν μπορεί να είναι μικρότερος των τριών (3) ημερών και μεγαλύτερος των
δεκαπέντε (15) ημερών.
4. Προσφυγές που έχουν υποβληθεί μετά την πάροδο των
προθεσμιών της παραγράφου 1 του άρθρου 61, εξετάζονται πάντοτε κατά
προτεραιότητα και το αργότερο σε τριάντα (30) ημέρες από την κατάθεση της
προσφυγής. Ομοίως κατά προτεραιότητα, μπορεί να εξετάζονται προσφυγές που
αφορούν περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 51 του
παρόντος.
5. Ο Διοικητικός Διευθυντής της Αρχής Προσφυγών
μεριμνά για την επαρκή γραμματειακή υποστήριξη των Επιτροπών, την παροχή
κατάλληλης διερμηνείας και υπογράφει την ημερήσια διάταξη, σύμφωνα με τα οριζόμενα
στο νόμο και τον Κανονισμό της Αρχής Προσφυγών. Η ημερήσια διάταξη κοινοποιείται
στα μέλη των Επιτροπών Προσφυγών, μαζί με τους σχετικούς διοικητικούς φακέλους,
πέντε (5) ημέρες πριν την ημέρα εξέτασης των προσφυγών.
6. Η εξέταση των προσφυγών ολοκληρώνεται το ταχύτερο
δυνατό από την κατάθεση της προσφυγής και σε κάθε περίπτωση εντός έξι (6) μηνών
στις περιπτώσεις εφαρμογής της κανονικής διαδικασίας ή τριών (3) στις
περιπτώσεις εφαρμογής της ταχύρρυθμης διαδικασίας. 7. Κατά την εξέταση της
προσφυγής, η Επιτροπή εξετάζει τόσο τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης,
όσο και την ουσία της υπόθεσης και αποφαίνεται επί της αίτησης διεθνούς
προστασίας του προσφεύγοντος. Η απόφαση επιδίδεται στον προσφεύγοντα κατά τα
οριζόμενα στο άρθρο 40 του παρόντος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 63
(Άρθρα 44 και 45 της Οδηγίας)
Ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς
προστασίας
1. Όταν προκύπτουν νέα στοιχεία που συνιστούν λόγο
επανεξέτασης του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, οι αρμόδιες Αρχές Παραλαβής
εξετάζουν αν συντρέχει περίπτωση ανάκλησης του καθεστώτος αυτού βάσει των
σχετικών διατάξεων του Π.δ. 141/2013. Η απόφαση ανάκλησης λαμβάνεται από τον
Προϊστάμενο της κατά τόπο αρμόδιας Αρχής Παραλαβής, μετά από εισήγηση υπαλλήλου
(χειριστή) που ορίζεται ειδικά και είναι ειδικά αιτιολογημένη.
2. Στις περιπτώσεις εφαρμογής της παραγράφου 1, ο
ενδιαφερόμενος:
α. Ενημερώνεται εγγράφως από την αρμόδια Αρχή
Παραλαβής τουλάχιστον δεκαπέντε (15) εργάσιμες μέρες πριν την επανεξέταση της
συνδρομής στο πρόσωπό του των αναγκαίων προϋποθέσεων διεθνούς προστασίας, καθώς
και για τους λόγους της επανεξέτασης αυτής. β. Δικαιούται να προβάλλει στο
πλαίσιο προσωπικής συνέντευξης και με γραπτό υπόμνημά του στην αρμόδια Αρχή
Παραλαβής, τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι δεν πρέπει να ανακληθεί το
χορηγηθέν καθεστώς. Η διαδικασία συνέντευξης πραγματοποιείται σύμφωνα με το
άρθρο 52 από υπάλληλο της Αρχής Παραλαβής (χειριστή) που ορίζεται ειδικά.
3. Η Αποφαινόμενη Αρχή, στο πλαίσιο της διαδικασίας
αυτής:
α. ενημερώνεται εγγράφως από το τμήμα Εκπαίδευσης,
Διασφάλισης Ποιότητας και Τεκμηρίωσης της Υπηρεσίας Ασύλου, όσον αφορά ιδίως τη
γενική πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες
καταγωγής των ενδιαφερομένων προσώπων και
β. δύναται, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, να συλλέγει
περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τη συγκεκριμένη περίπτωση προκειμένου να επανεξεταστεί
το καθεστώς. Οι πληροφορίες αυτές δεν λαμβάνονται από τους φορείς δίωξης ή
σοβαρής βλάβης κατά τρόπο που θα είχε ως αποτέλεσμα να πληροφορούνται απευθείας
ότι ο ενδιαφερόμενος είναι πρόσφυγας ή δικαιούχος επικουρικής προστασίας ή να
τίθεται σε κίνδυνο η σωματική ακεραιότητα του ενδιαφερόμενου και των προσώπων
που εξαρτώνται από αυτόν και η ελευθερία ή η ασφάλεια των μελών της οικογένειάς
του που τυχόν εξακολουθούν να διαμένουν στη χώρα καταγωγής.
4. Η απόφαση ανάκλησης του καθεστώτος επιδίδεται βάσει
των διατάξεων του άρθρου 40. Η απόφαση αναφέρει τους πραγματικούς και νομικούς
λόγους ανάκλησης και παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες άσκησης
προσφυγής κατ’ αυτής ενώπιον της Αρχής Προσφυγών.
5. Οι διατάξεις του άρθρου 44 και του άρθρου 48
εφαρμόζονται και στην ανάκληση του καθεστώτος. 6. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων
των προηγούμενων παραγράφων, το καθεστώς του δικαιούχου διεθνούς προστασίας
παύει αυτοδικαίως αν ο δικαιούχος παραιτηθεί ρητώς από αυτό, με έγγραφη δήλωσή
του, η οποία υποβάλλεται αυτοπροσώπως στις αρμόδιες Αρχές Παραλαβής με τη
διαδικασία του άρθρου 47 παράγραφος 1 ή αν ο δικαιούχος αποκτήσει την ελληνική
ιθαγένεια.
Άρθρο 64
(Άρθρο 47 της Οδηγίας)
Άσκηση Αίτησης Ακυρώσεως
1. Οι αιτούντες διεθνή προστασία έχουν δικαίωμα άσκησης
αίτησης ακυρώσεως ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις
του άρθρου 15 παρ. 3 του ν. 3068/2002 (Α΄ 274), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο
49 του ν. 3900/2010 (Α΄ 13) και ισχύει, κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται κατ’
εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Μέρους. Για τη δυνατότητα αυτή, για την
προθεσμία, καθώς και για το αρμόδιο δικαστήριο γίνεται ρητή αναφορά επί του
σώματος της απόφασης. 2. Αίτηση ακυρώσεως κατά των αποφάσεων των Επιτροπών
Προσφυγών, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, μπορεί να ασκηθεί και από τον
Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Άρθρο 65
(Άρθρο 48 της Οδηγίας)
Υποχρέωση εχεμύθειας
Το προσωπικό των αρμοδίων Υπηρεσιών που εφαρμόζουν τις
διατάξεις του παρόντος Μέρους, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην
εφαρμογή του, υποχρεούται να τηρεί εχεμύθεια για όλα τα στοιχεία και προσωπικά
δεδομένα που περιέρχονται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή
επ’ ευκαιρία αυτών.
Άρθρο 66
(Άρθρο 50 της Οδηγίας)
Υποβολή Εκθέσεων
Η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου αποστέλλει στην Ευρωπαϊκή
Επιτροπή όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την κατάρτιση της
έκθεσης, σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος Μέρους.
Άρθρο 67
Παραμονή για ανθρωπιστικούς λόγους
Στην περίπτωση που αίτηση διεθνούς προστασίας
αλλοδαπού ή ανιθαγενή έχει απορριφθεί τελεσίδικα και οι αρμόδιες Αρχές Απόφασης
του παρόντος Μέρους πιθανολογούν ότι στο πρόσωπό του συντρέχουν οι προϋποθέσεις
χορήγησης άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, παραπέμπουν την υπόθεση
στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 19Α (στ) του ν. 4251/2014 (Α΄ 80) όπως
ισχύει, οι οποίες αποφασίζουν σχετικά με τη χορήγηση της εν λόγω άδειας. Στην
περίπτωση αυτή οι αρμόδιες Αρχές Απόφασης χορηγούν σχετική βεβαίωση στον
ενδιαφερόμενο.
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ
ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ
ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΟΥΣ
ΟΠΟΙΟΥΣ ΕΧΕΙ ΧΟΡΗΓΗΘΕΙ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΣΤΗΝ
ΕΛΛΑΔΑ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 28 ΤΟΥ Π.δ. 114/2010 (Α΄ 195), ΤΟ ΑΡΘΡΟ 8 ΠΑΡ. 1
ΤΟΥ Π.δ. 61/1999 (Α΄ 63) Ή ΤΟ ΑΡΘΡΟ 25 ΠΑΡ. 4 ΤΟΥ Ν. 1975/1991 (Α΄ 184) ΚΑΙ ΤΩΝ
ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 19Α ΠΑΡ. 1 ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤ΄ ΤΟΥ Ν. 4251/2014, ΟΠΩΣ ΙΣΧΥΕΙ
Άρθρο 68
Ορισμοί
1. «Δικαιούχοι διεθνούς προστασίας», για τους σκοπούς
του παρόντος Μέρους, είναι οι αλλοδαποί ή ανιθαγενείς, οι οποίοι έχουν
αναγνωριστεί ως πρόσφυγες ή τους έχει χορηγηθεί καθεστώς επικουρικής
προστασίας, σύμφωνα με τους διατάξεις του Π.δ. 141/2013 (Α΄ 226), του Π.δ.
113/2013 (Α΄ 146), του Π.δ. 114/2010 (Α΄ 195), του Π.δ. 90/2008 (Α΄ 152), του
Π.δ. 61/1999 (Α΄ 63) ή του ν. 1975/1991 (Α΄ 184) και τις λοιπές ισχύουσες και
προϊσχύουσες διατάξεις για την αναγνώριση και το περιεχόμενο της διεθνούς
προστασίας.
2. «Αιτούντες Διεθνή Προστασία», για τους σκοπούς του
παρόντος, είναι οι αλλοδαποί ή ανιθαγενείς οι οποίοι έχουν καταθέσει ενώπιον
της αρμόδιας αρχής, αίτηση με την οποία ζητούν να αναγνωριστούν ως δικαιούχοι
διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των Προεδρικών διαταγμάτων
113/2013 και 114/2010.
3. Πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί καθεστώς
«παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους», για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους,
είναι οι αλλοδαποί ή ανιθαγενείς, στους οποίους έχει χορηγηθεί καθεστώς
παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του
Π.δ. 114/2010 (Α΄ 195), του άρθρου 8 παρ. 1 του Π.δ. 61/1999 (Α΄ 63), του
άρθρου 25 παρ. 4 του ν. 1975/1991 (Α΄ 184) ή του άρθρου 22 του παρόντος.
4. «Μέλη της οικογένειας» του δικαιούχου διεθνούς
προστασίας, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια και
ότι η οικογένεια υπήρχε πριν την είσοδο στη χώρα, θεωρούνται:
α. Ο σύζυγος ή ο εκτός γάμου σύντροφός του με τον
οποίο διατηρεί σταθερή σχέση σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, όπως ισχύει.
β. Τα ανήλικα, άγαμα και εξαρτημένα τέκνα, ανεξαρτήτως
αν γεννήθηκαν σε γάμο ή εκτός γάμου των γονέων τους ή είναι υιοθετημένα.
γ. Τα ενήλικα τέκνα που πάσχουν από πνευματική ή
σωματική αναπηρία και δεν δύνανται να υποβάλουν αυτοτελώς αίτηση.
δ. Ο πατέρας ή μητέρα ή άλλος ενήλικος υπεύθυνος για
τη φροντίδα του δικαιούχου διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με την ελληνική
νομοθεσία ή πρακτική, εάν ο δικαιούχος διεθνούς προστασίας είναι ανήλικος και
άγαμος.
Άρθρο 69
Εργασία δικαιούχων διεθνούς προστασίας, κατόχων
άδειας παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους και των μελών οικογενείας τους
1. Οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας, οι οποίοι
κατέχουν την προβλεπόμενη από τις οικείες διατάξεις άδεια διαμονής σε ισχύ,
έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην εξαρτημένη εργασία, την παροχή υπηρεσιών ή έργου
ή στην άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας, με τους ίδιους όρους που
προβλέπονται για τους ημεδαπούς.
2. Τα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί καθεστώς
παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου
68, έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην εξαρτημένη εργασία και την παροχή υπηρεσιών ή
έργου, με τους ίδιους όρους που προβλέπονται για τους ημεδαπούς.
3. Δικαίωμα πρόσβασης στην εξαρτημένη εργασία, την
παροχή ανεξάρτητων υπηρεσιών ή έργου ή στην άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής
δραστηριότητας έχουν και τα μέλη της οικογένειας των δικαιούχων διεθνούς
προστασίας, τα οποία κατέχουν άδεια διαμονής σε ισχύ, σύμφωνα με το άρθρο 23
παρ. 2(β) του Π.δ. 141/2013 ή το άρθρο 24 παρ. 4 του Π.δ. 96/2008 (Α΄ 152), με
τους ίδιους όρους που προβλέπονται για τους ημεδαπούς. Τα παραπάνω δικαιώματα
έχουν και τα μέλη οικογένειας των δικαιούχων διεθνούς προστασίας που αφίχθηκαν
στην Ελλάδα στο πλαίσιο οικογενειακής επανένωσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες
διατάξεις και κατέχουν σχετική άδεια διαμονής σε ισχύ, καθώς και οι αλλοδαποί,
οι οποίοι διαμένοντες νόμιμα στη χώρα, τέλεσαν γάμο με δικαιούχο διεθνούς
προστασίας και για όσο χρόνο ο γάμος εξακολουθεί να ισχύει.
4. Δικαίωμα πρόσβασης στην εξαρτημένη εργασία ή την
παροχή υπηρεσιών ή έργου, έχουν και τα μέλη της οικογένειας κατόχων άδειας
διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, τα οποία κατέχουν άδεια διαμονής σε ισχύ,
σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 4 του Π.δ. 114/2010, το άρθρο 8 παρ. 1 του Π.δ.
61/1999 (Α΄ 63) ή το άρθρο 25 παρ. 4 του ν. 1975/1991 (Α΄ 184), καθώς και οι
αλλοδαποί, οι οποίοι διαμένοντες νόμιμα στη χώρα, τέλεσαν γάμο με πρόσωπο στο οποίο
έχει χορηγηθεί καθεστώς παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους κατά την έννοια της
παραγράφου 3 του άρθρου 68, και για όσο χρόνο ο γάμος εξακολουθεί να ισχύει. Η
πρόσβαση στην απασχόληση γίνεται με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τους
ημεδαπούς.
5. Για την πρόσβαση των δικαιούχων στην απασχόληση,
σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους, μόνη προϋπόθεση είναι η κατοχή των
απαιτούμενων, κατά περίπτωση, αδειών διαμονής.
Άρθρο 70
Επαγγελματική Κατάρτιση δικαιούχων
διεθνούς προστασίας
Οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας και τα πρόσωπα στα
οποία έχει χορηγηθεί καθεστώς παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, καθώς και τα
μέλη οικογένειάς τους, εφόσον κατέχουν την προβλεπόμενη από τις οικείες
διατάξεις άδεια διαμονής σε ισχύ, εγγράφονται σε εκπαιδευτικά προγράμματα για
ενήλικες που σχετίζονται με την απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση με
τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ισχύουν και για τους ημεδαπούς. Σε
περίπτωση που οι ανωτέρω δεν μπορούν λόγω αντικειμενικής αδυναμίας να
προσκομίσουν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, υπο− βάλλεται δήλωση του ν.
1599/1986 (Α΄ 75).
Άρθρο 71
Εργασία και απασχόληση αιτούντων
διεθνούς προστασίας
Οι αιτούντες διεθνή προστασία, μετά την ολοκλήρωση της
διαδικασίας κατάθεσης της αίτησης διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με τις κείμενες
διατάξεις, και εφόσον κατέχουν «δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία» ή «δελτίο
αιτήσαντος άσυλο αλλοδαπού», τα οποία έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις
του άρθρου 2 στ. κδ΄ του Π.δ. 113/2013 (Α΄ 146) του άρθρου 41 παράγραφος 1 (δ)
του παρόντος και του άρθρου 8 παρ. 1 στ. δ΄ του Π.δ. 114/2010 αντίστοιχα, έχουν
δικαίωμα πρόσβασης σε εξαρτημένη εργασία ή την παροχή υπηρεσιών ή έργου.
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 72
Λοιπές διατάξεις για τη διαχείριση
των αναγκών λόγω των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών.
1. Προστίθεται τελευταίο εδάφιο στην παρ. 3 του άρθρου
39 του ν. 4369/2016 ως ακολούθως: «Εξαιρούνται οι υπάλληλοι οι οποίοι
τοποθετήθηκαν στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης σε
υπηρεσίες ευθύνης του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής».
2. Κατ’ εξαίρεση της ρύθμισης του άρθρου 4 του
Κεφαλαίου Α΄ της υποπαραγράφου Δ΄ «Δαπάνες μετακινούμενων εντός και εκτός
επικρατείας» του ν. 4336/2015 οι αποφάσεις μετακίνησης οι οποίες αφορούν το
προσωπικό των υπηρεσιών αρμοδιότητας του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης αρμόδιου για θέματα Μεταναστευτικής Πολιτικής και
πραγματοποιούνται από 1η Μαρτίου 2016 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2016 δύναται να
εκδίδονται, με μόνη προϋπόθεση τη βεβαίωση από το Διευθυντή της Υπηρεσίας
Ασύλου ή τον Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης για την ύπαρξη
σχετικής πίστωσης στον προϋπολογισμό του οικείου φορέα, προκειμένου να
καλυφθούν έκτακτες και επείγουσες υπηρεσιακές ανάγκες, οι οποίες θα
αιτιολογούνται πλήρως και επαρκώς στις ως άνω αποφάσεις. Η δέσμευση πίστωσης
κατά τις διατάξεις του Δημοσίου Λογιστικού θα βεβαιώνεται από την αρμόδια
Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία
έκδοσης της απόφασης μετακίνησης.
3. Για την αντιμετώπιση έκτακτων και κατεπειγουσών
αναγκών λόγω των αυξημένων προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, στις υπηρεσίες
της Υπηρεσίας Ασύλου, της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και της Γενικής
Γραμματείας Υποδοχής, επιτρέπεται η απόσπαση προσωπικού του Δημοσίου και
ευρύτερου δημόσιου τομέα για διάστημα έως δύο (2) ετών, ή η πρόσληψη προσωπικού
με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου διάρκειας έως οκτώ (8) μηνών,
κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης της κείμενης νομοθεσίας.
Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να
ανανεώνονται, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται η επιτακτική ανάγκη, όπως
αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, η συνολική, πάντως, διάρκεια της απασχόλησης
δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους δεκαέξι (16) μήνες. Σε κάθε περίπτωση,
απαγορεύεται η μετατροπή των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου.
4. Για την πρόσληψη του προσωπικού της προηγούμενης
παραγράφου εκδίδεται από την οικεία Διεύθυνση των υπηρεσιών της προηγούμενης
παραγράφου ανακοίνωση, αναρτητέα στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, στην οποία αναφέρεται υποχρεωτικά ο αριθμός των
θέσεων κατά τόπο, κατηγορία, εκπαίδευση και ειδικότητα, τα απαιτούμενα προσόντα
και δικαιολογητικά, καθώς και η υπηρεσία, στην οποία υποβάλλονται οι αιτήσεις
των ενδιαφερομένων. Οι υποψήφιοι υποβάλλουν τις αιτήσεις τους, μετά των απαιτούμενων
δικαιολογητικών, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ανάρτηση της
ανακοίνωσης στο διαδίκτυο και προσλαμβάνονται κατόπιν εισήγησης της οικείας
Διεύθυνσης του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
5. Για την κάλυψη των έκτακτων και κατεπειγουσών
αναγκών της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται η διάθεση ή η
πρόσληψη με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, κατά
παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης της κείμενης νομοθεσίας, πολιτών κρατών − μελών
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και πολιτών, που εργάζονται σε διεθνείς ή
ευρωπαϊκούς οργανισμούς. Στα καθήκοντα, που ανατίθενται στο προσωπικό του
προηγούμενου εδαφίου, δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνεται η άσκηση δημόσιας
εξουσίας, όπως είναι η έκδοση διοικητικών πράξεων. Σε κάθε περίπτωση, το
προσωπικό της παραγράφου αυτής υποχρεούται να εκτελεί τις οδηγίες της αρμόδιας
υπηρεσίας.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης και των κατά περίπτωση αρμοδίων Υπουργών, όπου τούτο απαιτείται,
ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 3 έως
5 του παρόντος άρθρου.
7. Οι ανωτέρω διατάξεις των παραγράφων 3 έως 6
εφαρμόζονται μέχρι τις 31.12.2016.
Άρθρο 73
Θέματα ΦΠΑ
1. Στο τέλος της περίπτωσης Β΄ της παρ. 2 του άρθρου 7
του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000, Α΄ 248), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ως δώρα που
επίσης εξαιρούνται θεωρούνται και τα αγαθά που παραδίδονται στις Υπηρεσίες του
Δημόσιου Τομέα, στους ΟΤΑ, στα ΝΠΔΔ (όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 14 του ν.
4270/2014), στα εκκλησιαστικά ΝΠ, καθώς και στα ΝΠΙΔ ή στις οντότητες που
εποπτεύονται από τους παραπάνω φορείς, προκειμένου να διατεθούν για την κάλυψη
των αναγκών των προσφύγων, ανεξαρ− τήτως της αξίας και των προδιαγραφών
κατασκευής αυτών». 2. Η παρ. 4 του άρθρου 7 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/ 2000, Α΄
248) αντικαθίσταται ως εξής: «4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται
κατά περίπτωση η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των
διατάξεων του άρθρου αυτού». 3. Το άρθρο 9 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000, Α΄
248) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 9 Πράξεις θεωρούμενες ως παροχή υπηρεσιών
1. Θεωρείται ως παροχή υπηρεσιών, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2, η
από υποκείμενο στο φόρο: α) χρησιμοποίηση αγαθών της επιχείρησής του, για την
ικανοποίηση αναγκών του ή του προσωπικού της επιχείρησης ή για σκοπούς ξένους
προς αυτή, εφόσον κατά την απόκτηση των αγαθών αυτών δημιουργήθηκε δικαίωμα
έκπτωσης του φόρου, β) παροχή υπηρεσιών για τις ανάγκες του ή για τις ανάγκες
του προσωπικού του ή για σκοπούς ξένους προς την επιχείρησή του, γ)
χρησιμοποίηση δικών του υπηρεσιών για δραστηριότητα του ίδιου του υποκειμένου
που απαλλάσσεται από το φόρο, καθώς επίσης και η χρησιμοποίηση δικών του
υπηρεσιών για τις ανάγκες της επιχείρησής του, εφόσον πρόκειται για υπηρεσίες
που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 30, για τις οποίες δεν
παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου σε περίπτωση λήψης όμοιων υπηρεσιών από
άλλον υποκείμενο στο φόρο. 2. Δεν εξομοιώνεται με παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς
αιτίας η χωρίς αντάλλαγμα παροχή υπηρεσιών από υποκείμενο στο φόρο για λόγους
ανθρωπιστικούς. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών εξειδικεύονται κατά
περίπτωση οι όροι και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης». 4. Στην
παρ. 1 του άρθρου 27 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000, Α΄ 248) προστίθενται
περιπτώσεις ιβ΄ και ιγ΄ ως εξής: «ιβ) Η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών
σε υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος έχει σκοπό να τα διαθέσει περαιτέρω άνευ
ανταλλάγματος στους φο− ρείς του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της
παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, για την κάλυψη των αναγκών των
προσφύγων. ιγ) Η παράδοση αγαθών σε πλοία και πλωτά μέσα του ελληνικού Δημοσίου
και σε πολεμικά πλοία των κρατών−μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, για
την κάλυψη αναγκών των προσφύγων που περισυλλέγουν». 5. Οι διατάξεις του
παρόντος άρθρου ισχύουν από την 1.12.2015.
Άρθρο 74
Μεταφορές προσφύγων και μεταναστών
1. Δαπάνες που εκτελέστηκαν προς μεταφορά προσφύγων
και μεταναστών, που διενεργήθηκαν εντός των ορίων της Ελληνικής Επικρατείας από
την 1η Δεκεμβρίου 2015 έως και τη δημοσίευση του παρόντος από Κ.Τ.Ε.Λ. και
Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. των Περιφερειών της Xώρας ή Τουριστικά Γραφεία, λόγω του
κατεπείγοντος χαρακτήρα τους θεωρούνται νόμιμες και εξοφλούνται κατά παρέκκλιση
κάθε αντίθετης γενικής η ειδικής διάταξης νόμου. α. Από το Υπουργείο Υποδομών,
Μεταφορών και Δικτύων για το χρονικό διάστημα από 1η Δεκεμβρίου 2015 έως και 9
Μαρτίου 2016, β. από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας για το χρονικό διάστημα από 10
Μαρτίου 2016 έως και τη δημοσίευση του παρόντος, καθ’ υπέρβαση των
εγγεγραμμένων στον προϋπολογισμό τους πιστώσεων και καλύπτονται από πιστώσεις
του Κρατικού Προϋπολογισμού. 2. Για χρονικό διάστημα εξαμήνου από την έναρξη
εφαρμογής της παρούσης και κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική
διάταξη και κανονιστική πράξη που διέπει αφενός το έργο των φορέων παροχής συγκοινωνιακού
έργου του ν. 2963/2001 (Α΄ 268), αφετέρου το έργο του ν. 711/1977 (Α΄ 284) περί
ειδικών τουριστικών λεωφορείων, όπως ισχύουν, επιτρέπεται η μεταφορά προσφύγων
και μεταναστών με λεωφορεία δημόσιας χρήσης των Κ.Τ.Ε.Λ. και Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε., με
ειδικά τουριστικά λεωφορεία δημόσιας χρήσης, μεταξύ λιμένων, συνοριακών
σταθμών, ανοικτών δομών προσωρινής υποδοχής και φιλοξενίας προσφύγων και λοιπών
σημείων συγκέντρωσής τους εντός της Ελληνικής Επικράτειας. Κατά τα λοιπά,
ισχύουν όλες οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία διατάξεις που διέπουν
την ασφαλή μεταφορά επιβατών με λεωφορεία. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών,
Μεταφορών και Δικτύων δύναται να παραταθεί η διάρκεια ισχύος της παρούσης.
ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ ΑΡΧΕΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΣΥΛΟΥ, ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
ΚΑΙ ΕΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ, ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΠΟΡΩΝ, ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΕΣ
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΥΤΩΝ
Άρθρο 75
Σύσταση Ειδικής Γραμματείας
Συντονισμού και Διαχείρισης Προγραμμάτων Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και
Ένταξης και Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας και άλλων πόρων
1. Στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
συστήνεται ενιαίος διοικητικός τομέας με τίτλο «Ειδική Γραμματεία Συντονισμού
και Διαχείρισης Προγραμμάτων Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και
Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, και άλλων πόρων» (εφεξής Ε.Γ.
Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π.), με σκοπό τον αποτελεσματικό συντονισμό, την επίβλεψη, και
την επιτάχυνση των ενεργειών του Υπουργείου και των εμπλεκομένων φορέων, τη
διαχείριση των πόρων που αφορούν στο κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, την ένταξη
υπηκόων τρίτων χωρών και τη νόμιμη μετανάστευση, την επιστροφή, τη διαχείριση
των εξωτερικών συνόρων και την κοινή πολιτική θεωρήσεων, καθώς και για τη
διεξαγωγή του πολιτικού διαλόγου στους τομείς αυτούς. Επίσης, για την
αξιοποίηση λοιπών πόρων, συμπεριλαμβανομένων και των πόρων έκτακτης ενίσχυσης,
που αφορούν στη διαχείριση μεταναστευτικών ροών και σε λοιπά μεταναστευτικά
ζητήματα.
2. Στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
συστήνεται θέση μετακλητού Ειδικού Γραμματέα Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και
Ένταξης και Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας και άλλων πόρων (εφεξής Ειδικό
Γραμματέα Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π.), με βαθμό 2ο της κατηγορίας των ειδικών θέσεων, ο
οποίος προΐσταται της ανωτέρω Ειδικής Γραμματείας.
3. Η Ε.Γ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. δύναται να υποστηρίζεται
διοικητικά και οικονομικά από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού.
Άρθρο 76
Σύσταση Ειδικής Υπηρεσίας
Συντονισμού και Διαχείρισης Προγραμμάτων Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και
Ένταξης και Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας και άλλων πόρων
1. Στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
συστήνεται υπηρεσία με τίτλο «Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού και Διαχείρισης
Προγραμμάτων Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και Ταμείου Εσωτερικής
Ασφάλειας, και άλλων πόρων» (εφεξής Ε.Υ.ΣΥ.Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π.) η οποία
υπάγεται στον Ειδικό Γραμματέα Τ.Α.Μ.Ε.Α.Τ.Ε.Α.Α.Π. και η οποία ορίζεται ως
Υπεύθυνη Αρχή για την περίοδο 2014−2020 για τη διαχείριση, την εφαρμογή και τον
έλεγχο των εθνικών προγραμμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ)
514/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον
καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και
Ένταξης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας,
της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων.
Τα εθνικά προγράμματα καταρτίζονται σύμφωνα με τους ειδικούς Κανονισμούς (ΕΕ)
513/2014, 515/2014 και 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και
καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων τη θέσπιση στο
πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου χρηματοδοτικής στήριξης
στον τομέα των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων και τη δημιουργία του
Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης.
2. Η Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. ασκεί το σύνολο
των αρμοδιοτήτων που ορίζονται στους προαναφερθέντες Κανονισμούς για τις
Υπεύθυνες Αρχές. Οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Διαχείρισης Ευρωπαϊκών
Προγραμμάτων Ασύλου, Υποδοχής και Ένταξης (Υ.ΔΕ.Π.Α.Υ.Ε.), που συστάθηκε με την
παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 4332/2015 (Α΄ 76), και της Μονάδας Α2 της Ειδικής
Υπηρεσίας Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης (τομέας εσωτερικών) που συστάθηκε δυνάμει της παρ. 5 (β) του
άρθρου 5 του ν. 3614/2007 (Α΄ 267) και της κοινής υπουργικής απόφασης
131/18.4.2008 (Β΄ 887), όπως μετονομάστηκε δυνάμει της παρ. 4 του άρθρου 18 του
ν. 4314/2014 (Α΄ 265) μεταφέρονται και ασκούνται από τη δημοσίευση του παρόντος
από την Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π..
3. Η Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. λειτουργεί σε
επίπεδο Διεύθυνσης και διαρθρώνεται ως προς τις αρμοδιότητές της σε υπηρεσιακές
μονάδες σε επίπεδο Τμήματος. Η Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. υποστηρίζει
λειτουργικά, διοικητικά και οικονομικά και την Ε.Γ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π.. Με
απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού μετά από εισήγηση του
Ειδικού Γραμματέα Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα που
αφορούν στις αρμοδιότητές της και στην εφαρμογή τους, στην υπηρεσιακή της
διάρθρωση, στην οργάνωση και στη λειτουργία της, στον αριθμό των θέσεων που
απαιτούνται στα προσόντα κάλυψης των θέσεων αυτών, στη συνεργασία των
συναρμόδιων Υπουργείων, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Με απόφαση του
Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού μετά από εισήγηση του Ειδικού
Γραμματέα Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. είναι δυνατόν να της ανατίθενται και πρόσθετες αρμοδιότητες
διαχείρισης και υλοποίησης χρηματοδοτικής βοήθειας που αφορά στην αντιμετώπιση
εν γένει του μεταναστευτικού ζητήματος.
4. α. Η στελέχωση της Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π.
γίνεται με μετακίνηση προσωπικού από το Υπουργείο ή με απόσπαση προσωπικού
μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από φορείς του δημόσιου
ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν.
2190/1994 (Α΄ 28), όπως ισχύει, συμπεριλαμβανομένης και της ΜΟΔ Α.Ε..
β. Η απόσπαση ή
μετακίνηση προσωπικού στην Ε.Υ. ΣΥ. Δ Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. πραγματοποιείται με
μόνη απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού κατά παρέκκλιση
κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, με κοινοποίηση στην υπηρεσία του
υπαλλήλου και στο αρμόδιο τμήμα περί αποσπάσεων και μετακινήσεων του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Η απόσπαση γίνεται για τέσσερα (4)
έτη με δυνατότητα παράτασης για μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό
διάστημα.
γ. Η απόσπαση ή μετακίνηση προσωπικού γίνεται είτε με
αίτηση των ενδιαφερόμενων υπαλλήλων κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης είτε μετά από
διαπίστωση σχετικής υπηρεσιακής ανάγκης.
δ. Ειδικά, για το προσωπικό που κατά την ημερομηνία
δημοσίευσης του παρόντος υπηρετεί στην Υ.ΔΕ.Π.Α.Υ.Ε. και στη Μονάδα Α2 της
Ειδικής Υπηρεσίας Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, όπως αναδιαρθρώθηκε με την υπ΄αριθμ. κ.υ.α. 85334/ΕΥΘΥ
717/13.8.2015 (Β΄1825), η απόσπαση γίνεται με μόνη την αίτηση του
ενδιαφερομένου στην Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. εντός αποκλειστικής
προθεσμίας τριάντα (30) εργασίμων ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος και
εκδίδεται σχετική συστατική πράξη του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού. Η απόσπαση γίνεται για τέσσερα (4) έτη με δυνατότητα παράτασης για
μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα.
ε. Οι υπάλληλοι που συμμετείχαν στην από 22.10.2015
πρόσκληση της Υ.ΔΕ.Π.Α.Υ.Ε. για τη στελέχωσή της και κατά την ημερομηνία
δημοσίευσης του παρόντος είχαν αξιολογηθεί θετικά, κατ’ εφαρμογή της οικείας
διαδικασίας, δύνανται να αποσπασθούν στην Ε.Υ.ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. με αίτησή
τους εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) εργασίμων από τη δημοσίευση
του παρόντος, εφόσον η αίτησή τους αφορά σε κάλυψη θέσης της Ε.Υ. ΣΥ. Δ.
Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. ίδιας βαθμίδας, με ίδια τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, με
αυτά για τα οποία αξιολογήθηκαν για την Υ.ΔΕ.Π.Α.Υ.Ε.. Για την απόσπαση
εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού. Η απόσπαση γίνεται για τέσσερα (4) έτη με δυνατότητα παράτασης για
μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα.
στ. Στην Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. συστήνεται μία
θέση προϊσταμένου επιπέδου Διεύθυνσης και θέσεις προϊστάμενων μονάδων επιπέδου
Τμήματος. Οι ανωτέρω θέσεις συνιστώνται για θητεία τεσσάρων (4) ετών, η οποία
μπορεί να παρατείνεται για μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα. Η
ανάθεση καθηκόντων του προϊσταμένου της Ε.Υ. ΣΥ.Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. και των
προϊσταμένων των μονάδων της και γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού, μετά από ερώτημα και σχετική κρίση της επιτροπής
αξιολόγησης, του δεύτερου εδαφίου του στοιχείου α΄του άρθρου 18, του ν.
3614/2007, όπως ισχύει, μόνο ως προς την κάλυψη των ελάχιστων τυπικών
προσόντων.
ζ. Ο χρόνος υπηρεσίας των αποσπώμενων ή μετακινούμενων
υπαλλήλων του δημόσιου ή ευρύτερου δημόσιου τομέα θεωρείται χρόνος πραγματικής
δημόσιας υπηρεσίας. Ο χρόνος υπηρεσίας του προϊσταμένου της Ε.Υ. ΣΥ. Δ.
Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. συνυπολογίζεται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου
Διεύθυνσης. Ο χρόνος υπηρεσίας των προϊσταμένων μονάδων και του προσωπικού της
Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. συνυπολογίζεται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων
προϊσταμένου Τμήματος.
5. α. Η δαπάνη μισθοδοσίας των υπαλλήλων που αποσπώνται
ή μετακινούνται στην Ε.Υ.ΣΥ.Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. βαρύνει τους φορείς από τους
οποίους προέρχονται και ισούται με το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, παροχών
και επιδομάτων της οργανικής τους θέσης.
β. Τυχόν επιδόματα που συνδέονται με την άσκηση των
καθηκόντων τους σε θέση ευθύνης βαρύνουν τους φορείς προέλευσής τους. Στην
περίπτωση που οι φορείς προέλευσης ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση, πλην της
Κεντρικής Διοίκησης, η συνολική προκαλούμενη δαπάνη των επιδομάτων αυτών
καλύπτεται με επιχορήγηση από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού δύναται να καθορίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής της
παρούσα ρύθμισης. 6. Οι ενέργειες της τεχνικής βοήθειας − στήριξης της
Ε.Υ.ΣΥ.Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. υλοποιούνται βάσει του Π.δ. 4/2000 (Α΄ 3), όπως
εκάστοτε ισχύει.
Άρθρο 77
Ορισμός αρμοδίων αρχών για την
εφαρμογή του Κανονισμού ΕΕ 514/2014 και των ειδικών Κανονισμών ΕΕ
513,515,516/2014
1. Αρμόδιες Αρχές για την εφαρμογή του Κανονισμού
(ΕΕ)514/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον
καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και
Ένταξης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας,
της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων
κατά την έννοια του άρθρου 25 αυτού και των ειδικών Κανονισμών 513/2014,
515/2014 και 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη
χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής
της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων τη θέσπιση στο πλαίσιο του
Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου χρηματοδοτικής στήριξης στον τομέα των
εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων και τη δημιουργία του Ταμείου Ασύλου,
Μετανάστευσης και Ένταξης και των οριζομένων στο άρθρο 5 του κατ’ εξουσιοδότηση
Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1042/2014 της Επιτροπής ορίζονται οι εξής: α. Η Ε.Υ. ΣΥ.
Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π. του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού ως
Υπεύθυνη Αρχή κατά τα ανωτέρω οριζόμενα στο άρθρο 2 του παρόντος.
β. Η Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου (Ε.Δ.ΕΛ.) της
Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων της Γενικής Γραμματείας,
Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ως Αρχή Ελέγχου για την περίοδο
2014−2020. Οι αρμοδιότητες της Αρχής Ελέγχου ασκούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα
στον Κανονισμό (ΕΕ) 514/2014, και τις διατάξεις του ν. 4314/2014, του άρθρου 9
παρ. 11β του ν. 4332/2015 και του Π.δ. 111/2014.
γ. Η Ειδική Υπηρεσία Αρχή Πιστοποίησης και Εξακρίβωσης
Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων (εφεξής Αρχή Πιστοποίησης) της Γενικής
Γραμματείας Δημοσίων Επενδύσεων – ΕΣΠΑ ως Εντεταλμένη Αρχή, η οποία αναλαμβάνει
την άσκηση αρμοδιοτήτων πιστοποίησης δαπανών στο πλαίσιο των προγραμμάτων του
Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας
για την περίοδο 2014−2020.
δ. Η Υπηρεσία Διαχείρισης Ευρωπαϊκών και Αναπτυξιακών
Προγραμμάτων (Υ.ΔΕ.Α.Π.) του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, ως Εντεταλμένη Αρχή, η οποία αναλαμβάνει την άσκηση
αρμοδιοτήτων διαχείρισης για μέρος του προγράμματος του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης
και Ένταξης και του προγράμματος του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας για την
περίοδο 2014−2020.
ε. Η Υπηρεσία
Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, ως Εντεταλμένη
Αρχή μέρους η οποία αναλαμβάνει την άσκηση αρμοδιοτήτων διαχείρισης για μέρος
του προγράμματος του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης για την προγραμματική
περίοδο 2014−2020.
Άρθρο 78
Ρυθμίσεις για τη χρηματοδότηση των
προγραμμάτων του πολυετούς Εθνικού Προγράμματος
1. Για τις χρηματοδοτήσεις και πληρωμές των έργων που
εντάσσονται στο πολυετές Εθνικό Πρόγραμμα ισχύουν αναλογικά τα προβλεπόμενα
στις παραγράφους 1, 2, 4, 5, 6, και 7 του άρθρου 27 του ν. 4314/2014. 2. Οι
πληρωμές από τα Ταμεία που χρηματοδοτούν το Χρηματοδοτικό Πλαίσιο 2014−2020,
καθώς και από άλλους έκτακτους πόρους, σε εφαρμογή του αντίστοιχου πολυετούς
Εθνικού Προγράμματος, αποτελούν έσοδα του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων
και μεταφέρονται με ευθύνη της Διεύθυνσης Λογαριασμών του Δημοσίου του Γενικού
Λογιστηρίου του Κράτους σε αντίστοιχους λογαριασμούς που τηρούνται στην Τράπεζα
της Ελλάδος
Άρθρο 79 Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού και των οικείων Υπουργών καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα εφαρμογής
σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία της Ε.Υ. ΣΥ. Δ. Τ.Α.Μ.Ε.Τ.Ε.Α.Α.Π.
και των Εντεταλμένων Αρχών (εκτός της Αρχής Πιστοποίησης), τις αρμοδιότητές
τους, τον αριθμό των θέσεων που απαιτούνται, τα προσόντα κάλυψης των θέσεων
αυτών και τη συνεργασία των συναρμόδιων Υπουργείων, καθώς και κάθε άλλη σχετική
λεπτομέρεια.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού ανατίθεται στην Αρχή Πιστοποίησης, η άσκηση των αρμοδιοτήτων της
Υπεύθυνης Αρχής σχετικά με τη σύνταξη της αίτησης πληρωμής, σύμφωνα με το άρθρο
44 του Κανονισμού 514/2014 και την πιστοποίηση των δαπανών των εθνικών
προγραμμάτων του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και του Ταμείου
Εσωτερικής Ασφάλειας για την περίοδο 2014−2020.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού, καθορίζονται ειδικότερα ζητήματα για το σύστημα διαχείρισης και
ελέγχου του πολυετούς Εθνικού Προγράμματος που χρηματοδοτείται από το
Χρηματοδοτικό Πλαίσιο 2014−2020 για τα Ταμεία Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης
και Εσωτερικής Ασφάλειας σε εφαρμογή των διατάξεων των Κανονισμών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα Ταμεία αυτά.
ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 80 Μεταβατικές Διατάξεις
1. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, η οποία
εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, πραγματοποιείται
η έναρξη λειτουργίας της Αρχής Προσφυγών, όπως συνιστάται με τις διατάξεις του
άρθρου 4 του παρόντος.
2. Μέχρι την
έναρξη λειτουργίας της Αρχής Προσφυγών, κατά την προηγούμενη παράγραφο, όπως
συνιστάται με τις διατάξεις του άρθρου 4 του παρόντος, εξακολουθούν να ισχύουν
οι σχετικές διατάξεις του ν. 3907/2011, όπως ίσχυαν κατά την δημοσίευση του
παρόντος, αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς των παραγράφων 2 έως 9 του
παρόντος άρθρου.
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Οικονομικών και προκειμένου να εξεταστούν
προσφυγές που εκκρεμούν και ιδίως όσες εξετάζονται κατά προτεραιότητα, σύμφωνα
με την κείμενη νομοθεσία, συστήνονται οι Επιτροπές Προσφυγών του άρθρου 3 του
ν. 3907/2011 (Α΄ 7), όπως ισχύει κατά τη δημοσίευση του παρόντος, υπό τη
σύνθεση που είχαν μέχρι την 25η Σεπτεμβρίου 2015, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ.
9541 (Β΄ 2692/9.10.2014) απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης
και Προστασίας του Πολίτη, υπό την επιφύλαξη της διαθεσιμότητας των Προέδρων
και των μελών τους.
Στην περίπτωση που Πρόεδρος ή τακτικό μέλος των
Επιτροπών Προσφυγών του προηγούμενου εδαφίου ελλείπει για οποιονδήποτε λόγο,
ορίζεται αυτοδικαίως στη θέση του, ο πρώτος κατά σειρά αναπληρωτής αυτού.
Σε περίπτωση που, για οποιονδήποτε λόγο, ελλείπει και
ο αναπληρωτής Προέδρου ή τακτικού μέλους δύναται για την κάλυψη των κενών
θέσεων να ορισθεί αναπληρωτής του από άλλη Επιτροπή ή να μειωθεί ο αριθμός των
Επιτροπών με διατήρηση των τυχόν υπολειπόμενων Προέδρων ή μελών σε θέση
αναπληρωτών των Επιτροπών που διατηρούνται.
Σε περίπτωση που, για οποιοδήποτε λόγο, δεν
συγκροτείται το σύνολο των προβλεπόμενων στην ανωτέρω απόφαση Επιτροπών,
λειτουργούν όσες Επιτροπές από τις ανωτέρω δύναται να συγκροτηθούν και πάντως
τουλάχιστον τρεις Επιτροπές.
3. Σε περίπτωση αδυναμίας συγκρότησης τουλάχιστον
τριών Επιτροπών κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, μεταξύ των προέδρων και των
μελών των Επιτροπών, καθώς και των αναπληρωτών τους, όπως αυτοί ορίζονται με
την υπ’ αριθμ. 9541 (Β΄ 2692/9.10.2014) απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, που έχουν δηλώσει τη διαθεσιμότητά
τους, διενεργείται κλήρωση για τη συγκρότηση τριμελών Επιτροπών, καθώς και για
την ανάδειξη του Προέδρου κάθε Επιτροπής που συγκροτείται με τον τρόπο αυτόν. Η
κλήρωση διενεργείται με ευθύνη του Διευθυντή και παρουσία όλων των μελών που
δήλωσαν διαθεσιμότητα.
4. Η διάρκεια της θητείας των προέδρων και μελών των
Επιτροπών των προηγουμένων παραγράφων λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2016 και δύναται
να παραταθεί άπαξ με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης. Οι όροι αμοιβής και απασχόλησής τους προβλέπονται σε σχετική σύμβαση
έργου που συνάπτουν με τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Σε περίπτωση έναρξης λειτουργίας της Αρχής Προσφυγών
σύμφωνα με το άρθρο 86 παρ. 1 του παρόντος οι σχετικές συμβάσεις λύονται αυτοδικαίως.
Αρμοδιότητα των Επιτροπών και έργο των προέδρων και των μελών είναι η εξέταση
των προσφυγών που εκκρεμούν έως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Η έδρα των
Επιτροπών και της γραμματείας ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
5. Οι οργανικές θέσεις του προσωπικού της Αρχής
Προσφυγών που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 3907/2011, όπως ισχύει
μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, μεταφέρονται αυτοδικαίως στην Αρχή Προσφυγών,
όπως η υπηρεσία αυτή συνιστάται και διαρθρώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος,
από την έναρξη λειτουργίας της. Αντιστοίχως μεταφέρεται αυτοδικαίως στην Αρχή
Προσφυγών, από την έναρξη λειτουργίας της κατά τις διατάξεις του παρόντος, το
προσωπικό που υπηρετεί σε αυτή κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, με
οποιαδήποτε σχέση είτε με μετάταξη είτε με απόσπαση από υπηρεσίες του Δημοσίου,
του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010) ή Ν.Π.Δ.Δ..
6. Για το μεταβατικό στάδιο της παραγράφου 2 του
παρόντος άρθρου, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
τοποθετείται ως διευθυντής της Αρχής Προσφυγών, υπάλληλος της Αρχής Προσφυγών ή
άλλος υπάλληλος του Δημοσίου με απόσπαση, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2
του ν. 3861/2010, Α΄ 112) ή Ν.Π.Δ.Δ., κατά προτίμηση με διοικητική εμπειρία,
κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη.
7. Έως την ανάληψη των σχετικών αρμοδιοτήτων από την
Αρχή Προσφυγών, με μέριμνα της Υπηρεσίας Ασύλου, παρέχονται οι απαραίτητες
υπηρεσίες διερμηνείας για τις διαδικασίες ενώπιον της Αρχής Προσφυγών Ομοίως,
παρέχονται από την Υπηρεσία Ασύλου οι εξουσιοδοτήσεις στο προσωπικό της Αρχής
Προσφυγών και τα μέλη των Επιτροπών για την πρόσβαση στο σύστημα «Police on
Line» της Ελληνικής Αστυνομίας για τις ανάγκες διεκπεραίωσης των διαδικασιών
ενώπιον της Αρχής Προσφυγών. Για τον ως άνω σκοπό, η Υπηρεσία Ασύλου ορίζεται
ως αρμόδια αρχή για την έκδοση διαταγής εξουσιοδοτήσεως εθνικού διαβαθμισμένου
υλικού, για το προσωπικό της Αρχής Προσφυγών και ως υπεύθυνη διεύθυνση για
θέματα ασφαλείας, εφαρμογής του Εθνικού Κανονισμού Ασφαλείας (Ε.Κ.Α.) που
αφορούν την Αρχή Προσφυγών.
8. Στον προϋπολογισμό της Αρχής Προσφυγών του έτους
2016, εγγράφεται ποσό 833.300 ευρώ το οποίο μεταφέρεται από τους αντίστοιχους
ΚΑΕ της Υπηρεσίας Ασύλου.
9. Κατά την πρώτη εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου
5 του παρόντος για την επιλογή του Διευθυντή και των μελών των Επιτροπών
Προσφυγών της Αρχής Προσφυγών, η δαπάνη διεξαγωγής της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων
και των διαγωνιστικών διαδικασιών βαρύνει τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας
Ασύλου.
10. Με απόφαση
του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης μπορεί να καθορίζεται η
χρήση των υφιστάμενων χώρων προσωρινής φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών είτε ως
Ειδικών Χώρων Παραμονής Αλλοδαπών (ΕΧΠΑ) του άρθρου 81 του ν. 3386/2005 είτε ως
εγκαταστάσεων του άρθρου 31 του ν. 3907/2011 είτε ως εγκαταστάσεων των
περιφερειακών υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και ρυθμίζεται
κάθε θέμα σχετικά με τη λειτουργία αυτών.
11. Το σύνολο των εγκαταστάσεων της Υπηρεσίας Πρώτης
Υποδοχής μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στην Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης που
συνίσταται με τον παρόντα νόμο, από την έναρξη λειτουργίας της, σύμφωνα με την
παράγραφο 16.
12. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης υπεισέρχεται
αυτοδικαίως στις εκκρεμείς συμβάσεις που έχει συνάψει η Υπηρεσία Πρώτης
Υποδοχής, στη θέση της τελευταίας, την οποία διαδέχεται ως προς όλα τα δικαιώματα
και υποχρεώσεις, από την έναρξη λειτουργίας της, σύμφωνα με την παράγραφο 16.
13. Τυχόν εκκρεμή προγράμματα χρηματοδότησης ή
προμηθειών από εσωτερικούς, ευρωπαϊκούς ή διεθνείς πόρους και κάθε άλλους
πόρους, των οποίων δικαιούχος και εκτελεστής είναι η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής,
εκτελούνται από την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, από την έναρξη
λειτουργίας της, σύμφωνα με την παράγραφο 17. 14. Όπου στην κείμενη νομοθεσία
αναφέρεται η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής ή Κέντρα Πρώτης Υποδοχής ή Κινητές
Μονάδες, από την έναρξη λειτουργίας της, σύμφωνα με την παράγραφο 16, νοείται η
Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, και οι αντίστοιχες περιφερειακές της
υπηρεσίες, όπως συνιστώνται με τον παρόντα νόμο.
15. Το σύνολο των οργανικών θέσεων του προσωπικού της
Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, μεταφέρονται αυτοδικαίως στην Υπηρεσία Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, από την έναρξη λειτουργίας της, σύμφωνα με την παράγραφο
16. Αντιστοίχως, μεταφέρεται αυτοδικαίως στην Υπηρεσία
Υποδοχής και Ταυτοποίησης, το σύνολο του προσωπικού που υπηρετεί στην Υπηρεσία
Πρώτης Υποδοχής, με οποιαδήποτε σχέση είτε με μετάταξη είτε με απόσπαση ή
διάθεση, από υπηρεσίες του Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του
ν. 3861/2010) ή Ν.Π.Δ.Δ., κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. 16. Με απόφαση
του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, η οποία εκδίδεται εντός
ενός μήνα, από την έναρξη ισχύος του παρόντος πραγματοποιείται η έναρξη
λειτουργίας της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Με την ίδια απόφαση
καταργείται η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής.
17. Όλες οι αποφάσεις κανονιστικού χαρακτήρα και τα
προεδρικά διατάγματα κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3907/2011, οι οποίες
ρυθμίζουν τη λειτουργία της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, εφαρμόζονται αναλογικά
για τη λειτουργία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, έως την έκδοση των
αποφάσεων και διαταγμάτων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος.
18. Αιτήσεις διεθνούς προστασίας που έχουν υποβληθεί
πριν από την 7η Ιουνίου 2013 εξετάζονται από τις αρχές και σύμφωνα με τις
διατάξεις που αναφέρονται στο Π.δ. 114/2010, όπως ισχύει. Αιτήσεις διεθνούς
προστασίας που υποβάλλονται στις αρμόδιες αρχές του Μέρους Γ΄ του παρόντος
χωρίς να έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί προγενέστερης αίτησης που εκκρεμεί
ενώπιον των αρμόδιων αρχών του Π.δ. 114/2010 θεωρούνται συμπληρωματικό στοιχείο
της αρχικής αίτησης και εξετάζονται από τις αρχές και με τη διαδικασία του Π.δ.
114/2010.
19.
Μεταγενέστερες αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μετά την 7η Ιουνίου 2013,
εξετάζονται από τις αρχές που προβλέπονται στο Μέρος Γ΄ του παρόντος και
σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία.
20. Αιτήσεις ανανέωσης άδειας διαμονής, έκδοσης άλλων
νομιμοποιητικών ή ταξιδιωτικών εγγράφων, διατήρησης της οικογενειακής ενότητας,
και οικογενειακής επανένωσης δικαιούχων διεθνούς προστασίας, των οποίων το
καθεστώς αναγνωρίστηκε από τις αρχές που προβλέπονται στο Π.δ. 114/2010
εξετάζονται και διεκπεραιώνονται από τις αρχές αυτές.
21. Από την έναρξη ισχύος του Μέρους Γ΄ του παρόντος,
οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας παραδίδουν αμελλητί στις
αρμόδιες Αρχές Απόφασης του Μέρους Γ΄ του παρόντος τους φακέλους των αιτούντων
που υποβάλλουν μεταγενέστερες αιτήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 19.
22. Από την 1.9.2016 παύουν οι αρμοδιότητες του Τμήματος
προστασίας Ευπαθών Ομάδων, Προσφύγων – Αιτούντων Άσυλο της Διεύθυνσης
Κοινωνικής Αντίληψης και Αλληλεγγύης της Γενικής Διεύθυνσης Πρόνοιας του
Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που
προβλέπονται στις περιπτώσεις αβ΄ έως αε΄ της παρ. 3 του άρθρου 38 του Π.δ.
113/ 2014 (Α΄ 180), ως προς το σκέλος τους που αφορά προγράμματα κοινωνικής
προστασίας αιτούντων άσυλο, δικαιούχων διεθνούς προστασίας, καθώς και ασυνόδευτων
ανηλίκων, οι οποίες ασκούνται εφεξής από τα αρμόδια τμήματα της Διεύθυνσης
Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας Υποδοχής του Υπουργείου Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου
27 του παρόντος νόμου.
23. Η εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων με
αντικείμενο θέματα αρμοδιοτήτων του Τμήματος Προστασίας Ευπαθών Ομάδων,
Προσφύγων – Αιτούντων Άσυλο, των οποίων η μεταφορά ρυθμίζεται σύμφωνα με τα
οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 27, του παρόντος νόμου, σε συνδυασμό με
την προηγούμενη παράγραφο του παρόντος άρθρου, ολοκληρώνεται από τις αρμόδιες
υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής
Αλληλεγγύης. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και
Kοινωνικής Αλληλεγγύης, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και
Οικονομικών, ρυθμίζεται η μεταφορά και εγγραφή των πιστώσεων, η αναμόρφωση του
προϋπολογισμού των Υπουργείων και κάθε σχετικό ζήτημα για την εφαρμογή του
άρθρου 27, παράγραφος 3, καθώς και των συναφών μεταβατικών διατάξεων του
παρόντος νόμου.
24. Οι υπηρετούντες υπάλληλοι στο Τμήμα Προστασίας
Ευπαθών Ομάδων, Προσφύγων – Αιτούντων Άσυλο της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αντίληψης
και Αλληλεγγύης της Γενικής Διεύθυνσης Πρόνοιας του Υπουργείου Εργασίας,
Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με κύριες αρμοδιότητες τις
περιγραφόμενες στην παράγραφο 1 αποσπώνται υποχρεωτικά από 1.9.2016, για δύο
(2) έτη κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης και χωρίς γνώμη των οικείων
Υπηρεσιακών Συμβουλίων στη Διεύθυνση Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας Υποδο−
χής του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, με κοινή απόφαση
των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, διατηρώντας το βαθμό τον οποίο
κατείχαν στην προηγούμενη θέση τους.
25. Από 1.1.2017, ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Οικονομικών
Υπηρεσιών Μεταναστευτικής Πολιτικής, ασκεί τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες
της παραγράφου 4 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, για την Υπηρεσία Ασύλου,
Αρχή Προσφυγών και την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
26. Η κατά παρέκκλιση διαδικασία του άρθρου 60
παράγραφος 4 εφαρμόζεται από τη δημοσίευση του παρόντος. Η διάρκεια ισχύος της
δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των έξι (6) μηνών και μπορεί να παραταθεί με
απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης για χρονικό
διάστημα επιπλέον τριών (3) μηνών.
27. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Αρχής Προσφυγών,
σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι προσφυγές κατά των αποφάσεων της Υπηρεσίας
Ασύλου, που υποβάλλονται μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος,
εξετάζονται κατ’ εξαίρεση από τις Επιτροπές Προσφυγών του άρθρου 26 του Π.δ.
114/2010 (Α΄ 195), όπως ισχύει, σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος νόμου.
Στην περίπτωση αυτή, στις Επιτροπές Προσφυγών του προηγούμενου εδαφίου,
διατίθεται προσωπικό της Αρχής Προσφυγών για γραμματειακή υποστήριξη.
28. Μέχρι να καταστεί δυνατή η πλήρης μηχανογραφική
υποστήριξη των διαδικασιών του άρθρου 60 παράγραφος 4, ως αριθμός πρωτοκόλλου
των εγγράφων που συντάσσονται στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών και για την
επεξεργασία των αιτήσεων διεθνούς προστασίας λογίζεται ο αριθμός ατομικού
φακέλου του αιτούντος διεθνή προστασία, όπως αυτός αποδίδεται από την Υπηρεσία
Ασύλου.
29. Έως 31 Δεκεμβρίου 2016 καθήκοντα γενικής οικονομικής
διεύθυνσης για τον τακτικό προϋπολογισμό του ειδικού φορέα «Υπηρεσία Ασύλου»,
της Αρχής Προσφυγών και της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης ασκεί η Γενική
Διεύθυνση Οικονομικών και Επιτελικού Σχεδιασμού του πρώην Υπουργείου Δημόσιας
Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.
30. Το άρθρο 96 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21), καθώς και οι
διαδικασίες χρηματοδότησης δαπανών που αναλαμβάνονται από το Υπουργείο Εθνικής
Άμυνας εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 81 Καταργούμενες και
τροποποιούμενες διατάξεις
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι
διατάξεις των Κεφαλαίων Α΄ και Β΄ του ν. 3907/2011, του Π.δ. 189/1998 (Α΄ 140),
καθώς και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του
παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που αποτελούν αντικείμενό του. Με την
έναρξη ισχύος του Μέρους Γ΄ του παρόντος, σύμφωνα με το άρθρο 89, καταργείται
το Μέρος Α΄ του Π.δ. 113/2013 (Α΄ 146).
2. Τα άρθρα 33 και 34 του Π.δ. 113/2013 (Α΄ 146) καταργούνται
σε δύο μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος.
3. Οι υποπαράγραφοι 6, 7, 8, 9, 10, 11 εκτός της υποπερίπτωσης
ε ββ), 12, 13 και 14 του άρθρου 9 του ν. 4332/ 2015 καταργούνται.
4. Η κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του
αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης αρμόδιου για την
μεταναστευτική πολιτική με αριθμό 1493/20.8.2015 (Β΄ 1856), καταργείται.
5. Η κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού με
αριθμό 85334/ΕΥΘΥ 717/13.8.2015 (Β΄1825) τροποποιείται ως ακολούθως:
α. Το τρίτο εδάφιο του άρθρου 2 «Μονάδα Α2» καταργείται.
β. Η ενότητα «ΙΙ. Μονάδα Α2» του άρθρου 3 καταργείται.
γ. η παράγραφος xiv της ενότητας «V. Μονάδα Γ: ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
− ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ» του άρθρου 3, καταργείται.
δ. Στο άρθρο 5
«Στελέχωση της Επιτελικής Δομής» το πρώτο και δεύτερο εδάφιο τροποποιούνται ως
ακολούθως: «1. Το προσωπικό της Επιτελικής Δομής ανέρχεται σε 36 άτομα και
κατανέμεται ως εξής: Α. Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), 32 άτομα.»
6. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται κάθε
γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει
διαφορετικά τα θέματα που αποτελούν αντικείμενό του.
Άρθρο 82 Τελικές διατάξεις
1. Η υπ’ αριθμ. 8000/20/45/119−δ κοινή υπουργική απόφαση
(Β΄ 1880) διάρθρωσης Υπηρεσίας Διαχείρισης Ευρωπαϊκών και Αναπτυξιακών
Προγραμμάτων (Υ.Δ.Ε.Α.Π.) και η υπ’ αριθμ. 12118/30.10.2015 κοινή υπουργική απόφαση
(Β΄ 2338) διάρθρωσης Υπηρεσίας Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης παραμένουν σε ισχύ.
2. Οι κάτωθι αποφάσεις εκχώρησης:
α. Η υπ’ αριθμ.
οικ. 2694/03.11.2015 (Β΄ 2356’)
β. Η υπ’ αριθμ. οικ. 2952/23.11.2015 (Β΄ 2521)
γ. Η υπ’ αριθμ. οικ. 3562/31.12.2015 (Β΄ 2915)
δ. Η υπ’ αριθμ. οικ. 26/12.1.2015 (Β΄ 93)
ε. Η υπ’ αριθμ. οικ. 183/17.2.2016 (Β΄ 385)
στ. Η υπ’ αριθμ. οικ. 182/17.2.2016 (Β΄385)
ζ. Η υπ’ αριθμ. οικ. 235/22.2.2016 (Β΄ 544),
παραμένουν εν ισχύ.
Άρθρο 83 Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός των διατάξεων του Μέρους Γ΄, οι οποίες
τίθενται σε ισχύ σε δύο μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, και του
Μέρους ΣΤ΄, οι οποίες τίθενται σε ισχύ από 20.4.2016. Η παράγραφος 4 του άρθρου
60 τίθεται σε ισχύ από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 2 Απριλίου 2016
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ
Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου