Η παράλειψη αναγραφής στο δικόγραφο της ανακοπής, των στοιχείων που ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 118 ΚΠολΔ (όπως αυτή ισχύει μετά την τροποποίησή της με το ν. 4335/2015), ήτοι ΑΦΜ και Δ.Ο.Υ ανακόπτοντος καθώς και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του πληρεξουσίου δικηγόρου, δεν επιφέρει ακυρότητα του δικογράφου
Περαιτέρω, η παράλειψη αναγραφής στο δικόγραφο της ανακοπής, των στοιχείων που ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 118 ΚΠολΔ (όπως αυτή ισχύει μετά την τροποποίησή της με το ν. 4335/2015), ήτοιΑΦΜ και Δ.Ο.Υ ανακόπτοντος καθώς και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του πληρεξουσίου δικηγόρου, δεν επιφέρει ακυρότητα του δικογράφου, εφόσον στην ως άνω διάταξη, δεν ορίζεται καμία δικονομική συνέπεια σε περίπτωση μη αναγραφής των ανωτέρω στοιχείων, τα οποία δύνανται να συμπληρωθούν εκ των υστέρων, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού του καθου.
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 17/2016
Αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ανακοπής 27/Ασφ10/2016
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Θεοδώρα Θεοδοσιάδου, Πρόεδρο Πρωτοδικών που ορίσθηκε με κλήρωση, χωρίς Γραμματέα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στη Λαμία, στις 14 Ιανουαρίου 2016, για να δικάσει την υπ` αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως 27/Ασφ10/2016 ανακοπή με αντικείμενο διόρθωση έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, μεταξύ :
ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ; ......... , κατοίκου Λιβανατών Λοκρίδος Νομού Φθιώτιδος, που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Νικολάου Πάπουτσα, ο οποίος κατέθεσε έγγραφο σημείωμα.
ΤΟΥ ΚΑΘ` ΟΥ Η ΑΝΑΚΟΠΗ : ................... κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Κωνσταντίνου Μπαρούτα, ο οποίος κατέθεσε έγγραφο σημείωμα.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υποθέσεως στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν προφορικώς τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1167 εδ. α ΑΚ η επικαρπία, εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά, αποσβήνεται με το θάνατο του επικαρπωτή. Με το θάνατο του επικαρπωτή, η επικαρπία επιστρέφει (υποστρέφει) αυτομάτως στην κυριότητα από την οποία είχε αποσπασθεί, δηλαδή ενώνεται με την ψιλή κυριότητα σε πλήρη κυριότητα. Όταν η απόσβεση της επικαρπίας με το θάνατο του επικαρπωτή λάβει χώρα στην περίπτωση εκκρεμότητας της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης με αφετηρία την κατάσχεση της ψιλής κυριότητας, εμφανίζεται το ζήτημα της επίδρασης της ανωτέρω υποστροφής της επικαρπίας επί της ήδη κατασχεμένης ψιλής κυριότητας. Σύμφωνα με μία άποψη, η υποστροφή της επικαρπίας δεν ασκεί καμία επίδραση επί της υφιστάμενης κατάσχεσης της ψιλής κυριότητας, με αφετηρία την αρχή ότι με την κατάσχεση, η οποία αποτελεί θεμελιώδη πράξη της εκτελεστικής διαδικασίας αποχωρίζεται από την περιουσία
του οφειλέτη και τίθεται υπό υλική και νομική δέσμευση ορισμένο δικαίωμα, το οποίο και μόνο άγεται σε πλειστηριασμό και μεταβιβάζεται στον υπερθεματιστή. Κατά την ορθότερη όμως άποψη, που και το παρόν Δικαστήριο υιοθετεί, η υφισταμένη κατάσχεση της ψιλής κυριότητας, μετά το θάνατο του επικαρπωτή, περιλαμβάνει πλέον την πλήρη κυριότητα (ως απόρροια της αρχής της ελαστικότητας, η οποία ενυπάρχει στο εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας και προσδιορίζει αυτήν) και δεσμεύει όλες τις εξουσίες του κυρίου, μεταξύ των οποίων αναμφισβήτητα συγκαταλέγεται και η ελπίδα του ψιλού κυρίου να απορροφήσει τις εξουσίες και χρησιμότητες του πράγματος που αποτελούν το περιεχόμενο της επικαρπίας. Εξάλλου, υπέρ της αυτοδίκαιης επέκτασης της κατάσχεσης επί της επικαρπίας η οποία, μετά το θάνατο του επικαρπωτή, δεν έχει πλέον αυθυπαρξία, συνηγορεί και η διάταξη του άρθρου 992 παρ. 3 ΚΠολΑ, που επεκτείνει την κατάσχεση ακινήτου επί των συστατικών του, καίτοι αυτά δεν μνημονεύθηκαν στην κατασχετήρια έκθεση του ακινήτου. Εφόσον η επέκταση αυτή λαμβάνει χώρα επί συστατικών, που έχουν φυσική αυτοτέλεια, κατά μείζονα λόγο τούτο πρέπει να συμβαίνει επί της επικαρπίας, που αποτελεί σάρκα της κυριότητας. Με την ανωτέρω επέκταση δεν ωφελούνται αδικαιολογήτως οι δανειστές ή ο υπερθεματιστής εις βάρος του οφειλέτη. Οι δανειστές προβαίνουν στην κατάσχεση της ψιλής κυριότητας και οι πλειοδότες, προτιθέμενοι να πλειοδοτήσουν κατά τον πλειστηριασμό, υπολογίζουν πρωτίστως επί της αποσβέσεως της επικαρπίας, από την οποία αποξενώθηκε ήδη με την κατάσχεση ο οφειλέτης, μη δυνάμενος να μεταβιβάσει αυτήν σε τρίτο ή να συστήσει νέα (άρθ.997 ΚΠολΔ). Κατά συνέπεια, ούτε καν για σύγκρουση εκατέρωθεν συμφερόντων είναι δυνατόν να γίνει λόγος (ΑΠ 1657/2001, ΕφΘεσ 418/2010, ΕφΑΘ 9371/2001, Μπρίνιας: Αναγκ. Εκτελ. παρ. 498α).
Ο ανακόπτων, καθού η εκτέλεση, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, ζητά να διορθωθεί η υπ’αριθμ. 1871/2.7.2014 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου και η υπ’ αριθμ. 1925/2015 Β’ επαναληπτική περίληψη αυτής, που συνέταξε ο δικαστικός επιμελητής του Πρωτοδικείου Λαμίας Δημήτριος Μαγγίπας, δυνάμει της οποίας εκτίθεται σε αναγκαστικό δημόσιο πλειστηριασμό, την 20.1.2016, το δικαίωμα ψιλής κυριότητας επί της αναφερόμενης σ’ αυτήν, ακίνητης περιουσίας
του, με επίσπευση του καθου η ανακοπή, επειδή, όπως ισχυρίζεται, η αξία του κατασχεθέντος είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που αναφέρεται στην ως άνω έκθεση, δεδομένου ότι, μετά την κατάσχεση του δικαιώματος ψιλής κυριότητας που εκτίθεται σε πλειστηριασμό, έχει επέλθει υποστροφή της επικαρπίας λόγω θανάτου της επικαρπώτριας μητέρας του και ως εκ τούτου ο υπερθεματιστής θα αποκτήσει δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί του εκπλειστηριασθέντος.
Η ανακοπή, η οποία ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (καθόσον η επιταγή προς εκτέλεση επιδόθηκε στον ανακόπτοντα πριν την 1.1.2016 και συγκεκριμένα επιδόθηκε την 27.5.2014, άρθρο 9 παρ. 3 του ν. 4335/2015) αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο φέρεται για να δικασθεί από το Δικαστήριο αυτό, με την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 954§4 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, η παράλειψη αναγραφής στο δικόγραφο της ανακοπής, των στοιχείων που ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 118 ΚΠολΔ (όπως αυτή ισχύει μετά την τροποποίησή της με το ν. 4335/2015), ήτοι ΑΦΜ και Δ.Ο.Υ ανακόπτοντος καθώς και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του πληρεξουσίου δικηγόρου, δεν επιφέρει ακυρότητα του δικογράφου, εφόσον στην ως άνω διάταξη, δεν ορίζεται καμία δικονομική συνέπεια σε περίπτωση μη αναγραφής των ανωτέρω στοιχείων, τα οποία δύνανται να συμπληρωθούν εκ των υστέρων, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού του καθου. Επομένως, πρέπει η ανακοπή να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων ...................
..................... και ................ που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού
και όλων των εγγράφων και φωτογραφιών που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, από όσα ανέπτυξαν προφορικώς οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, σε συνδυασμό και με όλη γενικώς τη διαδικασία, πιθανολογήθηκαν τα εξής : Με επίσπευση του καθου η ανακοπή, δυνάμει ακριβούς αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού των υπ’ αριθμ. 229/2008 και 58/2008 διαταγών πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας με τις οποίες διατάχθηκε ο ανακόπτων να καταβάλει στον ανωτέρω επισπεύδοντα, το συνολικό ποσό των 22.500 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, επισπεύδεται πλειστηριασμός δυνάμει της υπ’ αριθμ. 1871/2.7.2014 έκθεσης αναγκαστικής
κατάσχεσης ακινήτου του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο αυτό, Δημητρίου Μαγγίπα και της υπ’ αριθμ. 1925/8.12.2015 περίληψης κατασχετήριας έκθεσης ακίνητης περιουσίας, που συνέταξε ο ίδιος ως άνω δικαστικός επιμελητής, και εκτίθετα σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό, στις 20.1.2016, η ακίνητη περιουσία του ανακόπτοντος και συγκεκριμένα, το δικαίωμα ψιλή κυριότητας ενός αγροτεμαχίου με αριθμό ΚΑΕΚ ................. στη θέση «Αρδοβίλι» ή «Μουλκιά» της Δημοτικής κοινότητας Δαφνουσίων του Καλλικρατικού Δήμου Αοκρών του Κτηματολογικού Γραφείου Αταλάντης, εμβαδού 19.740 τ.μ, εντός του οποίου καλλιεργούνται ελιές και πομόνα. Το ανωτέρω κατασχεθέν δικαίωμα περιήλθε στον ανακόπτοντα δυνάμει του υπ’ αριθμ. ........../13.5.1959 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αταλάντης .................. που μεταγράφηκε νόμιμα, ο οποίος απαλείφεται ως τίτλος κυριότητας των αρχικών εγγραφών και τίθεται ως ορθός τίτλος το υπ’ αριθμ. ........./1979 συμβόλαιο αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου ....... που μεταγράφηκε νόμιμα. Η αντικειμενική αξία του κατασχεθέντος δικαιώματος ψιλής κυριότητας και τιμή πρώτης προσφοράς ορίσθηκε με την έκθεση κατάσχεσης στο ποσό των 35.000 ευρώ. Ακολούθως, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 241/2014 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, διορθώθηκε, κατόπιν ασκήσεως ανακοπής από τον καθου, η υπ’ αριθμ. 1871/2011 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης και ορίσθηκε ως αξία του κατασχεθέντος το ποσό των 60.000 ευρώ και τιμή πρώτης προσφοράς το ποσό των 40.000 ευρώ. Κατόπιν, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1884/2014 Α` επαναληπτική περίληψη κατασχετήριας έκθεσης και ορίσθηκε ημέρα πλειστηριασμού, η ορισθείσα με την ανωτέρω απόφαση, ήτοι η 1.10.2014, πλην όμως ο πλειστηριασμός ανεστάλη δυνάμει της υπ’ αριθμ. 369/2014 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, κατ’ άρθρο 938 ΚΠολΔ. Περαιτέρω πιθανολογήθηκε ότι μετά την επιβληθείσα κατάσχεση του δικαιώματος ψιλής κυριότητας και συγκεκριμένα στις 4.11.2014, απεβίωσε η ................ (βλ. ληξιαρχική πράξη θανάτου), στην οποία ανήκε το δικαίωμα επικαρπίας του ακινήτου και κατόπιν τούτου επήλθε υποστροφή της επικαρπίας στην ψιλή κυριότητα και η υφιστάμενη κατάσχεση της
τελευταίας, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη, περιλαμβάνει πλέον, κατ’ αποτέλεσμα, την πλήρη κυριότητα, την οποία θα αποκτήσει ο υπερθεματιστής που δεν θα ελπίζει μόνο σε μελλοντική απόσβεση την επικαρπίας. Αυτό έχει ως λογικό επακόλουθο, την αύξηση της αξίας και της τιμής πρώτης προσφοράς του κατασχεθέντος, η οποία πλέον ανέρχεται σε μεγαλύτερο ποσό από αυτό, στο οποίο εκτιμήθηκε με την υπ’ αριθμ. 241/2014 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, καθόσον δεν είχε επέλθει ακόμη η συνένωση επικαρπίας-ψιλής κυριότητας. Το κατασχεθέν ακίνητο, στο οποίο καλλιεργούνται 440 δένδρα ελιάς, είναι ποτιστικό, απέχει 100 μέτρα περίπου από την εθνική οδό Λαμίας-Αθηνών, έχει πρόσοψη στον επαρχιακό δρόμο που συνδέεται με τον παράδρομο της εθνικής οδού και απέχει από τη θάλασσα περί τα 800 μέτρα.
Στην ίδια δε περιοχή, λόγω της μικρής απόστασης από την Αθήνα,δραστηριοποιούνται μεγάλα εργοστάσια (.....................). Με βάση τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, η εμπορική αξία του ακινήτου πιθανολογείται ότι ανέρχεται στο ποσό των 80.000 ευρώ, λαμβανομένης υπ’ οψη και της υφιστάμενης ελαιοκαλλιέργειας που αποφέρει, σύμφωνα με την κατάθεση της μάρτυρας αποδείξεως εισόδημα 15.000 ευρώ ετησίως και όχι στο ποσό των ευρώ 170.139,06 ευρώ, όπως ισχυρίζεται ο ανακόπτων. Η επικαλούμενη αξία κρίνεται υπερβολική, κυρίως λόγω της κρίσης που επικρατεί στην ελληνική κτηματαγορά, η οποία έχει μειώσει στο ελάχιστο το ενδιαφέρον για ακίνητα, σε συνδυασμό με την ύφεση που διέρχεται η ελληνική οικονομία συνολικά, την αυξημένη φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων, την με εξαιρετική φειδώ χορήγηση δανείων, με αποτέλεσμα
τη μεγάλη προσφορά ακινήτων χωρίς αντίστοιχη ζήτηση, με συνέπεια τη σημαντική πτώση των τιμών. Εξάλλου, ο ανακόπτων δεν προσκόμισε κάποιο συγκριτικό στοιχείο σχετικά με την αξία παρόμοιων πωληθέντων πρόσφατα ακινήτων της περιοχής, ώστε να πιθανολογει μεγαλύτερη αξία του κατασχεθέντος, από την προαναφερθείσα εμπορική του αξία. Αλλά ούτε και προέκυψε ότι η αξία του, ανέρχεται στο ποσό των 59.693,76 ευρώ όπως ισχυρίζεται ο καθου, λαμβανομένων υπ’ όψη των ως άνω χαρακτηριστικών του κατασχεθέντος. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι ασφαλές συμπέρασμα περί της αξίας του ακινήτου, δεν δύναται να εξαχθεί από τα προσκομιζόμενα από αμφότερους τους διαδίκους έντυπα προσδιορισμού αντικειμενικής αξίας, καθόσον αυτά αποκλίνουν κατά πολύ μεταξύ τους, αφού, το μεν προσκομιζόμενο από τον ανακόπτοντα, ορίζει την αντικειμενική αξία στο ποσό των 170.139,06 ευρώ, το δε
προσκομιζόμενο από τον καθου σε 59.693,76 ευρώ. Ενόψει των ανωτέρω, και δεδομένου ότι όπως πιθανολογήθηκε, η αξία του ακινήτου είναι μεγαλύτερη από αυτή που εκτιμήθηκε, η τιμή πρώτης προσφοράς της ως άνω κατασχεμένης ιδιοκτησίας, πρέπει να ορισθεί στο ποσό των 60.000 ευρώ και όχι στο ποσό των 40.000 ευρώ που εσφαλμένη προσδιορίστηκε με την ανωτέρω περίληψη. Επίσης, πιθανολογείται ότι θα επέλθει βλάβη στον ανακόπτοντα από τη διαφορά της εκτιμήσεως της τιμής αυτής. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η ανακοπή ως ουσιαστικώς βάσιμη, ειδικότερα δε να διορθωθεί η ως άνω η υπ’ αριθμ. 1871/2.6.2014 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο αυτό, Δημητρίου Μαγγίπα και η υπ’ αριθμ. 1925Β/2015 περίληψη κατασχετήριας έκθεσης ακίνητης περιουσίας, που συνέταξε ο ίδιος ως άνω δικαστικός επιμελητής, ως προς την εκτίμηση της αξίας του ακινήτου και την τιμή της πρώτης προσφοράς και να οριστεί η αξία του ακινήτου στο ποσό των 80.000,00 ευρώ και η τιμή πρώτης προσφοράς στο ποσό των 60.000 ευρώ, για το παραπάνω ακίνητο.
Περαιτέρω πρέπει να διαταχθεί η επανάληψη των γνωστοποιήσεων του άρθρου 960 ΚΠολΔ.
Εφόσον δε ο απολειπόμενος χρόνος δεν επαρκεί για την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας, πρέπει να ορισθεί νέα ημέρα πλειστηριασμού, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό και να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αυτών (άρθρο 178 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ανακοπή.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη διόρθωση της υπ’ αριθμ. 1871/2.6.2014 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο αυτό, Δημητρίου Μαγγίπα και της υπ’ αριθμ. 1925Β/9.12.2015 περίληψης κατασχετήριας έκθεσης ακίνητης περιουσίας, που συνέταξε ο ίδιος ως άνω δικαστικός επιμελητής, ως προς την εκτίμηση της αξίας και την τιμή πρώτης προσφοράς του αναφερομένου σ’ αυτήν και λεπτομερώς στο ιστορικό περιγραφομένου κατασχεθέντος
περιουσιακού στοιχείου του ανακόπτοντος καθού η εκτέλεση.
ΟΡΙΖΕΙ την αξία του προαναφερομένου περιουσιακού στοιχείου του καθού η εκτέλεση -
ανακόπτοντος, το οποίο λεπτομερώς περιγράφεται στο σκεπτικό της παρούσας και εκτίθεται σε αναγκαστικό πλειστηριασμό με την ως άνω περίληψη, που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας, στο ύψος των ογδόντα χιλιάδων (80.000,00) ευρώ και την τιμή πρώτης προσφοράς αυτού στο ύψος των εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη των διατυπώσεων του άρθρου 960 ΚΠολΔ.
ΟΡΙΖΕΙ χρόνο πλειστηριασμού την 30 Μαρτίου 2016, ημέρα Τετάρτη και ώρα 16:00 κ α ι
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Λαμία, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη
δημόσια αυτού συνεδρίαση την 18 Ιανουαρίου 2016, απόντων των διαδίκων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ρ.Κ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου